Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025
— Άκου κτύπους στα Χανιά, άκου τση κεπά κοντά, είπεν ο Σαϊτονικολής, επαναλαμβάνων μίαν παροιμιώδη φράσιν. Όταν έφθασαν εις το χωριό, είχεν ήδη δύσει ο ήλιος και εμφανισθή η νέα σελήνη· αι δε γυναίκες ατενίζουσαι προς αυτήν, εσταυροκοπούντο και έλεγον: Προσκυνώ σε νιο φεγγάρι Κιαπού σέπεμπεν ομάδι.
Εξέτασον λοιπόν, καλέ μου φίλε, εάν παραδέχησαι και συ ως ορθά εκείνα, τα οποία και εγώ παραδέχομαι· διότι νομίζω ότι από αυτά αναχωρούντες θα μάθωμεν καλύτερα εκείνα, δια τα οποία ερευνώμεν. Διόλου, ω Σώκρατες, είπεν ο Σιμμίας. Τι δε; Του αρμόζει να ριφθή εις τα αφροδίσια; Ουδόλως, είπεν ο Σιμμίας.
Έπειτα ο Σαϊτονικολής, όστις δεν ηδυνήθη να μη γελάση όταν είδε την σύζυγόν του εγειρομένην επιπόνως, μορφάζουσαν και κρατούσαν έτι την λαβήν του θραυσθέντος δοχείου, επλησίασε προς την μεσόθυραν κεφώναξε προς τον Μανώλην: — Εδαιμονίστηκες, μωρέ; — Με τση δαιμόνους που κάθεσαι και του λες!... είπεν η σύζυγός του.
Η γιαγιά, γρηά γυναίκα, ενενήντα χρόνων δεν μπορεί να είναι ανήμπορη, γιατί ο πατέρας θυμόνει. Μη μιλήσετε, θα θυμώση. Μη γελάσετε, θα του πιάσουν τα νεύρα του. Μην πήτε αυτό, μη κάμετε εκείνο κρυφά από δω, μυστικά από κει, ψέματα αιωνίως. Τώφερεν ο έμπορος μ' αυτό το λογαριασμό. Είπεν ότι το εδιάλεξεν η μητέρα σας. Ο λ γ ί ν α. Πέντε πήχες, πέντε λίρες. Έ μ μ α. Ά! Τι ωραία!
Σωκράτης Λέγε λοιπόν, τι νομίζεις ότι είναι ο σοφιστής; Ιπποκράτης Εγώ μεν, είπεν αυτός, καθώς και το όνομα φανερώνει, νομίζω ότι σοφιστής είναι εκείνος που γνωρίζει τα σοφά πράγματα.
— Για ποιους λες; μ' ερώτησεν ο καπετάνιος. — Για τους σκύλους. Κ' ερρίχτηκα πάλι με τα δυνατά μου στην τρόμπα. — Όρεξι που την έχει ο Καληώρας· είπεν ο καπετάνιος γελώντας· θαρρείς και θέλει να την ξαραθυμίση. Ως τόσο το μπάρκο ήρθε μία βόλτα κ' έπεσε δίπλα μας, δεκαπέντε οργυιές μακριά. Μα βλέπω άξαφνα τον καπετάνιο να γυρίζη στον τιμονιέρη. Μια τιμονιά και το παίρνει σοταβέντο.
Είχε δε τον λόγον ο Σωκράτης την στιγμήν εκείνην· και τας μεν λεπτομερείας της συζητήσεως ο Αριστόδημος είπεν ότι δεν τας ενθυμείτο, και διότι δεν την επρόφθασεν εξ αρχής και διότι εμισονύσταζεν ακόμη· κεφαλαιώδης όμως είπεν ότι ο Σωκράτης ηνάγκασε τους άλλους δύο να συμφωνήσουν, ότι η ικανότης προς σύνθεαιν κωμωδίας και τραγωδίας του αυτού ανδρός ίδιον είνε, και ότι ο κατέχων την τέχνην του τραγωδιοποιού είνε και κωμωδιοποιός.
Αλλ' εφοβούντο να κινηθώσιν ή να ομιλήσωσιν. Αλλ' ο Ιησούς, με την συνήθη ανθρωπίνην όψιν Του ήλθε προς αυτούς, τους έψαυσε, και είπεν: «Εγέρθητε, και μη φοβείσθε». Και ούτω διηύγασεν η ημέρα εις το Θαβώρ και κατέβαινον το όρος· και καθώς κατέβαινον, τους προσέταξε να μη είπωσιν εις κανένα ό,τι είδον άχρις ου ο Υιός του Ανθρώπου εκ νεκρών αναστή. Τώρα δεν ήτο καιρός να ομιλήσωσι.
Αχ, τα Μπουγάζια! Και ηθέλησε να ορθοπλωρίση στον άνεμο. Ο γραμματικός όμως τον εμπόδισε. — Κουράγιο, καπετάνιε! Τα Μπουγάζια δεν είνε θεριά να μας χάψουν. Δεν είμαστε Μαυροθαλασσίτες να πάμε την άκρη — άκρη. Γαλαξειδιώτες μας λεν. — Ο χιονιάς πλακώνει! είπεν ο καπετάνιος δείχνοντας πίσω του. — Σαν πλακώνει και τι; Σαράντα μίλια θέλουμε ακόμα. Η 'μέρα μόλις άρχισε.
Ιπποκράτης Μα τον Δία, είπεν ο Ιπποκράτης, δεν ημπορώ πλέον να σου το είπω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν