Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025
Προσέθηκεν άλλη τις εκ των παρισταμένων διά να φουρνίσωσι, βιαζομένη διότι ενύκτωνε. — Τι να τήνε κάμω τώρα; Επανέλαβε πάλιν η οργισθείσα γυνή. Δος' νε τ' δασκάλ'! Παρετήρησε, γελώσα η φουρνάρισσα. Τι να κάμη η ατυχής εκείνη; Να κάθηται να φιλονική 'ς τον φούρνον; Παρέλαβε τα ταψία της ένα-ένα και απήλθεν.
Και μόλις επήρε τις τρεις χιλιάδες δεν αργοπορούσε, μόνε σαν να ήταν ο πιο πλούσιος όχι μονάχα από τους ζευγολάτες του τόπου του παρά κι από όλους τους ανθρώπους, πηγαίνει αμέσως στη Χλόη και της διηγιέται τ' όνειρο, της δείχνει το πουγγί και την παρακαλάει να προσέχη τα κοπάδια, ως που να γυρίση· ύστερα τρέχει γλήγορα στο Δρύαντα και βρίσκοντάς τονε ν' αλωνίζη λίγο σιτάρι με τη Νάπη, του μιλάει με πολύ θάρρος για το γάμο: — Δος μου τη Χλόη γυναίκα.
Αυτό απεσύρετο, καθ' ην στιγμήν ήδη η Καρολίνα εξήρχετο και είπε: «Λουδοβίκε, δος το χέρι σου εις τον εξάδελφον». Το έκαμε με πολλήν ελευθερίαν και δεν ηδυνήθην, μολονότι η μικρή του μύτη ήτο γεμάτη μύξες, να μη το φιλήσω με όλην μου την καρδίαν. — Εξάδελφος είπα, ενώ της έδιδα το χέρι· πιστεύετε ότι είμαι άξιος της ευτυχίας να είμαι συγγενής σας — Ω, είπε με ελαφρόν μειδίαμα, η συγγένειά μας είναι πολύ εκτεταμένη, και θα ελυπούμην αν θα είσθε ο πλέον μακρινός συγγενής μας.
Επί τέλους, δος του — δος του, κατώρθωσε να πάρη ενδόξως το απολυτήριόν του και μπορώ να πω, χωρίς να το καυχηθώ ότι από διετίας που φοιτά στο Πανεπιστήμιον, κανείς υποψήφιος δεν ακούεται περισσότερο απ' αυτόν σε όλας τας συζητήσεις της σχολής μας. Έγινε επίφοβος· και δεν υπάρχει συζήτησις που να μην αγορεύη μέχρις υπερβολής, για ν' αποδείξη το εναντίον.
Το γράμμα τούτο μ' έδωσε να δώσω του πατρός του· να τραβηχθώ μ' επρόσταξε, να τον αφήσω μόνον αλλέως μ' φοβέρισε να κόψη την ζωήν μου. ΠΡΙΓΚΗΨ Δος μου το γράμμα. Θα ιδώ τι γράφει του πατρός του. Πού είναι και ο άνθρωπος του Πάρη; Φέρετέ τον. — Ειπέ μου συ· τι έκαμεν εδώ ο κύριος σου; Ο ΑΚΟΛΟΥΘΟΣ Έφερε άνθη στης νεκράς το μνήμα να σκορπίση, κ' επρόσταξε παράμερα εγώ να περιμένω.
Ούτω και εις τας λέσχας επεκράτει, έστω και κατά τους χορούς, δόσις απλοϊκότητος μεγαλειτέρας οπωσδήποτε της συμβιβαζομένης με την εθιμοτυπίαν του παρεισάκτου πολιτισμού. Εν συνόλω, εις την κοινωνίαν εκείνην, της οποίας τα συστατικά ήσαν ετερογενή και ποικίλα, αι δε περιστάσεις ανώμαλοι και εισέτι δυσχερείς, υπήρχε τι το ασυνάρτητον, το ιδιόρρυθμον, δος δ' ειπείν και το αλλόκοτον.
Κάμε το σταυρό σου, Κεριάκο, γιατί μας έρχεται μεγάλο θανατικό. Κατέβηκε η Αγιά Μαρίνα στον ύπνο μου και μου το φανέρωσε. Κερ. Τη χάρη της νάχουμε! Τι 'νε τούτα που ακούγω! Νά γιατί με ξεκούφανε απόψε κι ο σκύλος! Τα παιχνίδια περνούσαν, κι αυτός δος του κι ούρλιαζε, όλο ούρλιαζε. Έσκυψε κ' η κόρη μου να πάρη την αληκάτη της, και τι να δη σιμά στο λυχνάρι!
Και προκύψας εφώναξε προς τον απομακρυνόμενον υιόν του: — Ανέν τονε βρης, δός' του και μη φοβάσαι. Επειδή δε η σύζυγός του εμουρμούριζε και σχεδόν έκλαιεν εξ ανησυχίας, της είπε να κυτάζη τη ρόκα της και δεν ήτο δική της δουλειά. Τι ήθελε; ναφήση τον Τερερέ να τον καβαλικέψη; Ήξευρε αυτός τι έκαμνε και δεν είχεν ανάγκη από τη γνώμη της.
Και αποσυρθείσα προς τον παρακείμενον ξηρότοιχον, ήρπασε μεγάλην πέτραν και την ανύψωσεν απειλητικώς: — Δε σούπανε, μωρέ ασκημάνθρωπε, να μη μου ξαναμιλήσης; Γκρεμίσου απ' ομπρός μου να μη σου κάμω την κεφαλή σου ρόκα! Αλλ' ο Μανώλης, αντί ν' απομακρυνθή, έκλινε την κεφαλήν και είπε με πραότητα: — Δος μου, Μαρούλι. Εγώ, και να με σκοτώσουνε τα χεράκια σου τάσπρα, δε θα πονέσω.
Ήτο λοιπόν πολύ φυσικόν, αν τώρα ήρχισα να περιποιώμαι τους μόνους δυνατούς να μας παρασταθώσι προς εκπλήρωσιν του καθήκοντος ημών τούτου. Άμα ως η γραία Οθωμανίς παρετήρησε την διάθεσίν μου ταύτην: — Και τώρα είπε, Σουλτάνε μου, δος τα κλειδιά στον ξενοδόχο· από σήμερα και να πάγη είσθε μ ο υ σ α φ ί ρ η δ έ ς μου. Τούτο ήτον όλως διόλου απροσδόκητον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν