Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
Και βρίσκοντας τονέ μαλακώτερο κατά καλή τύχη, έχοντας και τη βοήθεια των άλλων που αναφέραμε παραπάνω, τονέ μετάπεισε και φιλιώθηκε πάλι με την Αντιόχεια, Ξαναπόχτησαν τότες οι πλούσιοι τα υπάρχοντά τους κ' οι φτωχοί την ησυχία τους, και γλύτωσε η Αντιόχεια από μεγάλη καταστροφή. Κι αυτά ως τόσο δεν είναι τίποτις ομπρός στα πολύ φοβερώτερα που έπαθε η Θεσσαλονίκη τρία χρόνια κατόπι .
Κι ο Δάφνης, άμα έγινεν ησυχία, επήγε στον κάμπο όπου έβοσκαν και μήτε τα γίδια βλέποντας, μήτε τα πρόβατα συναπαντώντας, μήτε τη Χλόη βρίσκοντας, παρά ερμιά μεγάλη και πεταμένο το σουραύλι, που με δαύτο ουνήθιζε να διασκεδάζη η Χλόη, φωνάζοντας δυνατά και κλαίοντας θρηνητικά, πότε έτρεχε κατά τη βαλανιδιά, όπου εκάθονταν, πότε κατά τη θάλασσα για να ιδή τη Χλόη και πότε στη σπηλιά των νυμφών, όπου είχε ζητήσει προστασία, όταν την έπιασαν.
Κι αν το παραξήλωσαν πολλοί αυτοκρατόροι κι αρχόντοι βρίσκοντας από κάθε περιστατικό αφορμή να μεγαλώνουν τις μονάδες, καθώς κ' οι υπάλληλοι κλέβοντας όσο χωρούσε η τσέπη τους, αυτά μπορούσανε να γίνουν και μ' άλλα συστήματα· έτσι κι αν έπαθε τους καιρούς εκείνους η γεωργία και το εμπόριο, έφταιγαν οι βαρβαρικές οι πλημμύρες, κι όχι η φορολογία καθώς είπανε μερικοί.
Αφού λοιπόν κάμποσο έμεινε εκεί και σπούδαζε ο Συνέσιος, μεταγύρισε στην πατρίδα του, και βρίσκοντας την παραζαλισμένη από τη μια με τις βαρβαρικές φυλές που κάθε λίγο πλάκωναν, από την άλλη με τους απάνθρωπους διοικητάδες που της έστελνε η Κυβέρνηση, αναδέχτηκε νανέβη στην Πρωτεύουσα και να ζητήση την προστασία του Αρκαδίου.
Αν και είχανε μάθει ν' ακούνε στη φωνή και να μερόνουν με το σουραύλι και να μαζεύουνται με το χτύπημα των χεριών, όμως τότες ο φόβος τάκανε να τα λησμονήσουν όλα. Και μόλις βρίσκοντάς τα από τ' αχνάρια σαν τους λαγούς, τα πήγανε στα μαντριά. Εκείνη μονάχα τη νύχτα κοιμήθηκαν ύπνο βαθύ κ' η κούραση γίνηκε γιατρικό στον ερωτικό τους πόνο. Μα όταν ξημέρωσε πάλι, πάλι υπόφερναν τα ίδια.
Σκεφθήκανε, και βρίσκοντας ότι ίσως ένα τέτοιο έγκλημα δεν άξιζε καθόλου το θάνατο, την έδεσαν σ' ένα δένδρο. Έπειτα εσκότωσαν ένα μικρό σκυλί. Ο ένας του έκοψε τη γλώσσα, την έβαλε στη τσέπη του κοντοκακιού του, και παρουσιάσθηκαν έτσι πάλι στην Ιζόλδη. — Εμίλησε καθόλου; ρώτησε κείνη, ανήσυχη. — Ναι, Βασίλισσα, εμίλησε.
Εγώ στο κρεββάτι, οι άλλοι στον πάγκο, ή και κατάχαμα. Τη νύχτα, βρίσκοντας εγώ το κρεββάτι σαν άβολο, σηκώθηκα και πλάγιασα στην άλλη την άκρη του πάγκου.
Και μόλις επήρε τις τρεις χιλιάδες δεν αργοπορούσε, μόνε σαν να ήταν ο πιο πλούσιος όχι μονάχα από τους ζευγολάτες του τόπου του παρά κι από όλους τους ανθρώπους, πηγαίνει αμέσως στη Χλόη και της διηγιέται τ' όνειρο, της δείχνει το πουγγί και την παρακαλάει να προσέχη τα κοπάδια, ως που να γυρίση· ύστερα τρέχει γλήγορα στο Δρύαντα και βρίσκοντάς τονε ν' αλωνίζη λίγο σιτάρι με τη Νάπη, του μιλάει με πολύ θάρρος για το γάμο: — Δος μου τη Χλόη γυναίκα.
Πρέπει να σας πω εν παρόδω ότι το διήγημα ήταν μεταφρασμένο από το έργο ενός Ρώσσου συγγραφέως, που δεν είχε πάρει βέβαια τον τύπο του από τη φίλη μου. Λοιπόν για να πούμε σύντομα περί τίνος πρόκειται λίγους μήνες αργότερα ήμουν στη Βενετία και βρίσκοντας το περιοδικό στο αναγνωστήριο του ξενοδοχείου το πήρα να ιδώ τι απόγινε η ηρωίδα.
Ο ψαρράς κύτταξε τα ρούχα του Τριστάνου, και βρίσκοντας τα καλλίτερα από τα δικά του, τα πήρε αμέσως και γρήγορα-γρήγορα έφυγε, χαίροντας για την αλλαγή. Τότε ο Τριστάνος κούρεψε σύρριζα τα ωραία ξανθά μαλλιά του, σχεδιάζοντας απάνω στο κεφάλι ένα σταυρό.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν