United States or Svalbard and Jan Mayen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι το να συνευρεθούν με την γυναίκα του γείτονός των και να κτυπήσουν τον πλησίον των και να εξοδεύσουν με το χέρι των το χρήμα των είναι εύκολον και εις την εξουσίαν των, το να εκτελούν όμως αυτά με μίαν σταθεράν διάθεσιν, ούτε εύκολον είναι ούτε εις την εξουσίαν των.

Ο ιερεύς εψιθύρισε μετ' ενδομύχου συγκινήσεως το «Εισελεύσομαι εις τον οίκον σου», κ' η θειά το Μαλαμώ, αφού ήλλαξε την φ'στάνα της την βρεγμένην και εφόρεσεν άλλην στεγνήν, και το γ'νάκι της το καλό, τα οποία ευτυχώς είχεν εις αβασταγήν καλώς φυλαγμένα υπό την πρώραν της βάρκας, έδεσε μέγα σάρωθρον εκ στοιβών και χαμοκλάδων, και ήρχισε να σαρώνη το έδαφος του ναού, ενώ αι γυναίκες αι άλλαι ήναπταν επιμελώς τα κανδήλια, και ήναψαν μέγα πλήθος κηρίων εις δύο μανουάλια, και παρεσκεύασαν μεγάλην πυράν με ξηρά ξύλα και κλάδους εις το προαύλιον του ναού, όπου εσχηματίζε το μακρόν στένωμα παράλληλον του μεσημβρινού τοίχου, κλειόμενον υπό σωζομένου ορθού τοιχίου γείτονος οικοδομής, κ' εγέμισαν άνθρακας το μέγα πύραυνον το σωζόμενον εντός του ιερού βήματος, κ' έθεσαν το πύραυνον εν τω μέσω του ναού, ρίψασαι άφθονον λίβανον εις τους άνθρακας. &Και ωσφράνθη Κύριος ο Θεός οσμήν ευωδίας.&

Ας λέγη καθένας ό,τι θέλει, δεν ειμπορώ να τα βάλω με τον κόσμον εγώ. Ο Μάχτος κατελήφθη υπό παραδόξου αισθήματος, γείτονος προς τον ενθουσιασμόν, και εσίγησεν. Ούτε η άφιξις του πατρός αυτού, ούτε παν άλλο γεγονός ηδύνατο να διαταράξη την ευτυχίαν αυτού, διότι ησθάνετο αλλόκοτον και ανέλπιστον ευτυχίαν. Εάν έβλεπε την Αϊμάν ευτυχή, θριαμβεύουσαν, λατρευομένην, θα ήτο δυστυχής.

Δεν εφαίδρυνον όμως και τον οίκον αυτών οι ξένοι· πολλάκις δε τα όμματα της πλουσίας αλλ' ερήμου οικοδεσποίνης εθόλονε μελαγχολία, και δάκρυ δειλόν ανέβλυζεν υπό τα βλέφαρά της, οσάκις από της σιγής του θαλάμου της εθεώρει διά του παραθύρου εις την απέναντι πτωχικήν αυλήν, και έβλεπε τα ακτένιστα παιδία του γείτονος παίζοντα εν φωναίς και θορύβω το κ ε ρ ά κ ι και τον κ ρ υ π τ ό ν.

Άλλοτε μη ευρίσκων διερμηνέα, είπεν εις κάποιον, ουχί εμμέτρως, να επιστρέψη εις την πατρίδα του, διότι εκείνος όστις τον απέστειλεν, εφονεύθη την ημέραν εκείνην υπό του γείτονος Διοκλέους, καλέσαντος εις επικουρίαν τους ληστάς Μάγνον, Κέλερον και Βούβαλον, οίτινες συνελήφθησαν ήδη και ερρίφθησαν εις τα δεσμά. Άκουσε τώρα και μερικούς χρησμούς τους οποίους έδωκεν εις εμέ.

Κατά το φαγητόν ο γέρω Βαγγέλης διηγήθη εις τον Δημήτρην, προς τον οποίον συνεδέετο διά παλαιάς φιλίας, το αίτιον της θλίψεώς του. Ο γέρω Βαγγέλης, πτωχός ποιμήν, είχε μίαν κόρην την Μπίλιω, την οποίαν είχεν αρραβωνίσει μετά του Νάσου, γείτονος βοσκού.

Τέλος, περί την έκτην ώραν, όταν ο ήλιος έκλινε προς την δύσιν, εφάνη εισελθών και βαίνων δρομαίως προς την στέρναν, εγγύς της οποίας το είχαν στρωμένον οι πέντε φίλοι, εξ ων ο γέρο-Λευτέρης ο Κουσερής και ο Κώστας ο Άγγουρος είχαν αποκοιμηθή επί της παχείας φυλλάδος, ήτις τους είχε χρησιμεύσει ως τάπης και ως τράπεζα, ενώ οι λοιποί τρεις ησχολούντο περιτρώγοντες τα τελευταία λείψανα του συμποσίου και παρηγορούμενοι διά της φλάσκας, της επτάκις γεμισθείσης ήδη από της δαμιτζάνας του γείτονος καπήλου, εφάνη, λέγω, βαίνων προς την στέρναν ο κυρ-Μανουήλος ο Στεριωμένος, αυτοπροσώπως.

Την ώραν πού τους ετουφεκοβολούσαν τ' αποσπάσματα, ελλοχεύον όπισθεν πυκνών θάμνων και βράχων το παλληκάρι εκείνο της Ρούμελης, ίσως διότι το ταμπούρι του τού εφαίνετο πολύ ασφαλές, τις οίδε τι είχε σκεφθή, ή τι σοβαρόν είδεν, ή τι αστείον ήκουσε παρά τινος γείτονος συντρόφου του, κ' εγέλασεν, όπως οι άνθρωποι γελούν. Συγχρόνως, εν ακαρεί, του ήλθε το βόλι.

Διότι μίαν βραδειάν, γυρίζοντας από μίαν συναναστροφήν φίλων και φθάνοντας εις το σπήτι μου, κτυπώ την πόρταν και κανείς δεν μου αποκρίνεται ούτε μου ανοίγει. Κράζω την βασιλοπούλαν, και αυτή δεν αποκρίνεται εις την φωνήν μου. Τρέχω εις όλα τα μέρη του σπητιού, και μην ευρίσκοντάς την, έπεσα αποκαμωμένος εις τες αγκάλες ενός γείτονός μου.

Τόρα δε είναι ανάγκη να προχωρήση εις τους παραγωγείς της τροφής και τους βοηθούς αυτών. Και πρώτον λοιπόν ας έχουν αυτοί οι νόμοι το όνομα γεωργικοί. Και πρώτον ο νόμος του συνοριακού Διός ας ορισθή ούτω πως. Ας μη μετακινή κανείς τα σύνορα μήτε του ιδικού του συμπολίτου γείτονος μήτε του συνορεύοντος εις τα μεθόρια ξένου γείτονος, φρονών ότι αυτό είναι κυριολεκτικώς το να κινή τα ακίνητα.