Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025
Ποιος ξένος μπήκε στη βραγιά και πώς απέρασε τους φράχτες; Το χωριό κοιμάται δίχως ονείρατα. Ο νέος όμως, που είδε στο χορό, την κυριακή τ' απόγεμα, στ' αλώνια, ο νέος που είδε την όμορφη την κόρη τη στολισμένη, προτού αποκοιμηθεί το βράδι, ονειρεύεται. Ίσως και κείνη να τον ξεδιάλεξε· τα μάτια τους σα ν' αντικρύστηκαν μια στιγμή, την κυριακή τ' απόγεμα στο χορό, στ' αλώνια. Και θα την πάρει.
Ω, δεν ξέρεις, πόσο ευτυχισμένη μ' έκαμες! Αυτό το βράδι κάθησα αργά κ' έκαμα ό,τι δεν είχα κάμει συχνά όλο αυτό το καλοκαίρι. Συλλογιζόμουνα την Έλσα και με. Αδιάκοπα πρόβαλε ο στοχασμός: γιατί να με ρωτήση αν της επιτρέπω να πιστεύη στο θεό και να προσεύχεται.
Μα ένοιωσα κιόλας πως ο φόβος που είχε, πως δε μοιράζουμαι τον πόνο της όσο ήθελε, ερχότανε από την ιδέα που είχε πως όλα όσα έκανα, όλα όσα στοχαζόμουν κ' έλεγα γινόντανε μόνο και μόνο για να την ξαναφέρω στη ζωή. Αυτά στοχαζόμουνα τώρα. Μα έπειτα από κείνο το βράδι, καθώς το παρατήρησα καλά ο ίδιος, άλλαξε ο τρόπος μου προς τη γυναίκα μου.
Θυμάσαι πως σου το είπα τότε; Πίστευα τότε πως μου τον έστειλε ο θεός για να με κρατήση στη ζωή κ' έτσι να μπορέσω να σε κάμω ευτυχισμένο καθώς το πιθυμούσα και παρακαλούσα κάθε βράδι το θεό γι' αυτό. Πίστευα σταθερά πως ο θεός με άκουσε και μιλούσα γι' αυτό με το μικρό Σβεν όταν είμαστε μόνοι και δεν μπορούσε νακούση κανείς τα λόγια μας. Μα τώρα, Γιώργο, τώρα αυτός μ' αφίνει.
Το βράδι- βράδι μόνο, όταν βασίλεψε ο ήλιος κ' έγιναν όλα λεπτότερα και περασμένα, και μαλάκωσε το φως, και μεγάλωσαν οι ίσκιοι, οι καλλονές αυτές καθάρισαν μόνες τους και στέκουνταν σαν ανάγλυφα μπροστά μου. Διά μιας κοίταξα κατά την Ασία· είχαν ανάψει και άστραφταν όλα τα γυαλιά της Χρυσοπόλεως.
Χρειάζεται μόνο να χάση κάποιον, που μαζί του είναι τόσο σφιχτά δεμένος, ώστε να έχη το συναίστημα πως πήρε και τη δική του ψυχή μαζί. Σχεδόν κάθε βράδι έρχεται και με βρίσκει ο Σβεν. Δεν έρχεται όταν το θέλω ή όταν τον παρακαλώ ναρθή. Δεν έρχεται όταν κλαίω, όταν τον λαχταρώ και του απλώνω τα χέρια και φωνάζω τόνομά του. Όταν δεν τον υποψιάζουμαι, τότε τον βλέπω καθισμένον κοντά μου.
Με μια λαμπράδα, που πάντα είναι νέα, που αλλάζει κάθε βράδι, βυθά ο ήλιος στη θάλασσα κι ανάμεσά μας είναι ο Σβεν. Είναι ξυπόλυτος και μελαψός κ' επειδή με τα βράδι ψυχραίνει ο αέρας, χώνει τα μικρά του πόδια κάτω από τα φόρεμα της μαμάς. Παρακαλεί να τον αφήσουμε να μείνη όσο φαίνεται ακόμα ο ήλιος.
Όταν θυμούμαι τον καιρό αυτό κι όλα όσα γίναν έπειτα, ξαφνίζουμαι με την ένταση που είχε πάρει η ψυχή μας τότε. Σα να πέρασε απάνω στον ουρανό μας ένα ψιλό μονάχα σύννεφο και σκορπίσθηκε έπειτα. Έτσι πηγαίναμε κ' ερχόμαστε δω κάθε βράδι ευτυχισμένοι και στις ομιλίες μας δεν υπήρχε ούτε το αλαφρότερο σημάδι θλίψης. Όλα όσα είχανε γίνει είτανε θαμένα πίσω μας.
Είναι μαζί κ' η απορία για κείνα που έχουν γίνει, η ίδια απορία που σαλεύει στο βάθος κάθε συνειδητής ζωής — — — Τη στιγμή αυτή θυμούμαι πως ένα βράδι μπήκα στην κάμαρα της γυναικός μου και τη βρήκα να κάθεται συλλογισμένη μ' ένα βιβλίο ανοιχτό μπροστά της. Διάβαζε στο βιβλίο και το πρόσωπό της φαινότανε δυσαρεστημένο. Έσκυψα απάνω από τον ώμο της κ' είδα πως το βιβλίο που διάβαζε είταν η Γραφή.
Πρέπει πάντα να θυμάσαι τη μητέρα σου και να λατρεύης τη μνήμη της. ΑΝΝΟΥΛΑ Εγώ καλά καλά δεν την είχα γνωρίσει; τι φταίω εγώ που δεν την είχα γνωρίσει; Μονάχα, θυμάμαι κείνο το βράδι, που στείλατε και με πήρατε ξαφνικά από το σχολειό και μου αναγγείλατε πως η μητέρα μου είτανε άρρωστη βαρειά. Με φέρατε δω και τη βρήκα πεθαμένη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν