Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Μα εσείς θαρρώ ποτές σας δε θα τελιώστε, μοναχά σαν πέσει ο ένας χάμου κι' η γης ρουφήξει αχόρταγη το αίμας του το μάβροΕίπε και ρήχνει. Κι' έστειλε του Δία η κόρη τ' όπλο 290 στη μύτη, εκεί στο μάτι του σιμά, κι' αντίκρυ ο στόκος βγήκε στο σνίχι κόβοντας τα δυο σβερκοποντίκια.

Μα σαν τον είδε ο ξακουστός γιος του Λυκά στον κάμπο 95 που σάρωνε έτσι ανέμποδος τα τάγματα μπροστά του, τεντώνει απάνου του γοργά το γυριστό δοξάρι, κι' εκεί στον ώμο το δεξύ, στου τσαπραζού τη χούφτα, καθώς ορμούσε τον βαράει. Κι' η κοφτερή σαΐτα μέσα πετάει κι' αντίπερα προβάλλει, και το αίμας 100 πασπάλιζε του τσαπραζού τη μεταλλένια χούφτα.

Ο Μάχτος είξευρεν ότι η πράξις του ήτο κακή, αλλά δεν ηδύνατο να την παραλίπη. Είχεν ανάγκην να μάθη τι έλεγεν εις τον πατέρα του ο ξένος. Άλλως δεν ηδύνατο να ησυχάση. Η υπόνοια, ην είχε συλλάβει ο Μάχτος, ας είπωμεν τούτο, ήτο περίπου τοιαύτη. Ο νέος υπώπτευσεν ότι ο ξένος ούτος ηράτο της Αϊμάς, και ήθελε να την νυμφευθή. Προς τούτο λοιπόν διεπραγματεύετο με τον πατέρα του.

Κι' είδε στον κάμπο κατά γης τον Έχτορα βαλμένο, κι' οι φίλοι γύρω κάθουνταν, κι' αφτός αγκομαχούσε 10 βαριά φυσώντας, που η ψυχή λες τούβγαινε, και ξέρναε αίμας, τι δεν τον βάρεσε ο πιο αχαμνός Αργίτης.

Έφθασαν δε μετ' ολίγον εις την κατοικίαν του αρχηγού, και οι στρατιώται μετά της Αϊμάς ανέβησαν εκείσε, ο δε Μάχτος έμεινε διστάζων κάτωθεν του οίκου. Ο δε Σκούντας εκρύπτετο, και είχε σταθή κατασκοπεύων όπισθεν του τοίχου. Προ μιας μόλις ώρας εις την οικίαν ταύτην είχε συμβή το εξής. Άνθρωπός τις επαρουσιάσθη και έκρουσε την θύραν.

Ίσο μ' εσένα μερτικό ποτές μου δεν κερδίζω κάθε που πάρουμε καμιά των Τρώων πλούσια χώρα· Μον όθενε αίμας και σπαθί, να! ετούτα εδώ τα χέρια 165 δουλέβουν πρώτα, μα αν γενεί και μοιρασά, εσύ παίρνεις τα πιο πολλά, με λίγο εγώ, χωρίς παράπονο όμως, πίσω γυρνάω, κι' ας έλιωσα τους Τρώες πολεμώντας.

Τοσαύτην δε πεποίθησιν ενέφαινε το ήθος αυτής και ο λόγος, ώστε και αυτός ο αυθόρμητος συνήγορος της Αϊμάς ήρχισε να κλονίζεται. Επί τέλους δεν εγνώριζε την νέαν και ήτο ενδεχόμενον να είνε και κλέπτρια, όπως εβεβαίου η Εφταλουτρού.

Και σα ζυγώσανε οι στρατοί με τ' άρματα στα χέρια, 60 κουντρούν τομάρια και σπαθιά, κουντρούνε παλικάρια χαλκοπλισμένα, και κοντά κοντά οι αφαλωμένες είτανε ασπίδες, κι' άναψε μια ταραχή μεγάλη. Και κλάμα ακούς και παίνεμα αντάμα αντρών που σφάζουν και σφάζουνται, κι' η γης παντού στο αίμας κολυμπούσε. 65

Έτρεξε κατόπιν της Αϊμάς. — Πάμε, Βούγκο! γρήγορα! είπεν ασθμαίνων ο Πρωτόγυφτος. Μας έφυγεν αυτή η δαιμονισμένη. — Πού, πατέρα; Ο Γύφτος, χωρίς ν' απαντήση, έσπευσε να εξέλθη. Ο Βούγκος τον ηκολούθησε μηχανικώς. Ο Μάχτος είχεν οδηγηθή εκ των βλεμμάτων και της στάσεως των ξένων, ων δύο είχον τρέξει κατόπιν της Αϊμάς, οι δε λοιποί έμενον.

Μα τώρα στάσου εσύ να δεις, τι θα σ' το πιώ το αίμας εδώ θαρρώ, κι' απ' τ' άρματα σφαγμένος τα δικά μου, δόξα σ' εμένα, την ψυχή στον Άδη θα χαρίσειςΕίπε, κι' εκείνος σήκωσε τα φράξο ναν του ρήξει, 655 και τα κοντάρια πήδηξαν μαζί κι' απ' τα διο χέρια.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν