Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025


Φθάνει που είναι τόσα χρόνια έρημο και ξένο, ας μην έρθη και στο χωριό του να του φανή πως δεν έχει κανέναν εις τον κόσμο, που να φυλάγη τον ερχομό του. Σαν επλάγιαζα, σ' έβλεπα στον ύπνο μου, και μ' εφαίνετο πως άκουα την φωνή σου, κ' εσηκωνόμουν και άνοιγα την θύρα: ήλθες, παιδί μου; — Ήταν ο αγέρας, που σβυντζίνιζε στον δρόμο. Και έτσι ξημέρωνε, και έτσι βράδυαζε.

Έξω αγέρας, κρύο και χιονόνερο, τα στοιχειά του χειμώνα χόρευαν με μανία, κι' η μάννα με το παιδί της κοιμώνταν παραστιάς σφιχταγκαλιασμένοι, σαν όταν ο Γεωργάκης είταν εφτά χρονών παιδάκι..

Ξέρω μια λεύκα που ο αγέρας την τρελλαίνει και στην πράσινή της θάλασσα τρέχουν τα ρίγη της ευτυχίας και της ηδονής. Ξέρω μια λεύκα που πίνει νερό στον Κηφισσό. Στην καρδιά της τον Απρίλη τραγουδεί έν' αηδόνιστον ύπνο της τον Αύγουστο ανεβαίνει ένα μεγάλο φεγγάρι στρογγυλό. Ξέρω μια λεύκα που χωρίς αγέρα σαλέβουν οι ανήσυχες πεταλούδες των φύλλων της.

Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΆκουσα το γιατρό, που λέει για το πρωινό βαπόρι. Καθώς ερχόμουνα άκουσα το γιατρό. ΜΙΣΤΡΑΣΆκουσε με, μάτια μου. Πρέπει να φύγης. Εγώ πάω να ιδώ έναν άρρωστο. Ο αγέρας των λουτρών δεν το σηκόνει τον αφέντη σου. Κύτταξε να τον καταφέρης να φύγετε . . . Άκουσες; Δεν είναι φρόνιμο να μείνετε περισσότερο. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΠρέπει να φύγουμε, κύριε Τάσσο.

Κ' ένα γλυκό βραδάκι, Που μοναχή η Πεντάμορφη αγνάντευε απ' το κάστρο, Τ' αγαπημένα αδέρφια της με πόνο ακαρτερώντας, Να πηλαλάη έν' άλογο βλέπει μακρυά 'ςτόν κάμπο. Απέρναγε σαν σύγνεφο οπού το διώχνει ο αγέρας, Κι' όπως βογγάει το σύγνεφο εκείνο εχλιμιντρούσε. Γοργό, αφρισμένο επλάκωσε σε λίγο μέσ' 'ς το κάστρο Μ' ένα δισάκι απάνω του και δίχως καββαλλάρη.

Άμα εξημέρωσεν ο Θεός την ημέρα ήμαστε καλά. Έπεσε κομμάτι κι' ο αγέρας. Μα είδαμε πως μας έλειπεν ένας από το τσούρμο. Ο Παπαδράκος, ο γυιος της Παπαδράκαινας. Ούτε φάνηκεν ο καϋμένος. Ψάχνομε παντού. Πουθενά ο Παπαδράκος. Φωνάζουμε εμπρός, πίσω, κάτω. Τίποτα! Πουθενά ο Παπαδράκος.

Ο 'γούμενος, αφού πήρε γύρω την αυλή κ' εξέτασε όλα τα κελλιά απάνω και κάτω, για να ιδή μην αγρυπνούσε κανένας, πήγε κ' εκάθησε στην πεζούλα της καμάρας, κοντά στην οξώπορτα. Εκεί επερίμεινε, τυλιγμένος σφιχτά στο σάλι του, γιατί ο αγέρας ήτανε ψυχρός. Επερίμεν' επερίμενε και κάτι εμουρμούριζε πότε πότε από ανυπομονησία.

Μόνον οι Μούσες φέρνουνε τη δόξα στους ανθρώπους, και τα πολλά τα χρήματα, που οι πεθαμμένοι αφήνουν, τα τρώνε και τα χαίρονται όσοι απομένουν πίσω. Μ' αν θέλης το φιλάργυρο να τόνε μεταλλάξης είνε σαν να σου πέρασε να πας στο περιγιάλι και να μετράς τα κύματα που στέλνει εκεί ο αγέρας, ή σαν να θες με το νερό ν' ασπρίση η μαύρη πέτρα.

Είναι σιμά μεσάνυχτα. Χιόνι πυκνό κι' αγέρας... Το κορφοβούνι περπατεί. Κι' αυτό το έρμο δάσος Ακόμα να μη φαίνεται, να μη μαυρίζη ακόμα; Κάποτε ακούει φουρφούλισμα κλαριού και λέει πώς τωύρε Παρέκει βλέπει ένα κλαρί, κι' άλλα παρέκει ακόμα, Κι' όσο που πάει πληθαίνουνε, ως που είδε ακέρηο δάσος.

Τώρα η γη λαχανιάζει δυνατά και γρήγορα! Ο σκοτισμένος Σταυρός τρέμει! Οι ανέμοι εσώπασαν — ο αγέρας ησυχάζειμια καταχθόνια βουή βογγάει κάτω από τα πόδια τους και μερικοί από τον άθλιον εκείνον όχλο αρχίζουν να κατεβαίνουν από το λόφο. Τα άλογα μυρίζονται τον επερχόμενο τρόμο κι αδάμαστα από το φόβο τους καταντούν.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν