United States or Niger ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΜΥΡΤ. Εκείνο που ήξερες ήτο πολύ λεπτότερον και δεν είχε σμαράγδους. Αυτός μούφερε και αυτά τα σκουλαρίκια και ένα τάπητα, μου έδωκε δε και δύο μνας προ καιρού και μας επλήρωσε το νοίκι, όχι σάνδαλα από τα Πάταρα και τυρί από το Γύθιο και πράσιν' άλογα.

Ο Τζατσίντο δεν απάντησε, αλλά του άρπαξε δυνατά το μπράτσο λες και ήθελε να του το τσακίσει, έπειτα το άφησε. Ο Έφις τον άκουσε να λαχανιάζει ελαφρά, σαν να τον έπιασε ταραχή, και ο ίδιος με τη σειρά του, την ώρα που του έσφιγγε το μπράτσο και έκαιγε από το σφίξιμο, ανάσαινε με αγωνία. «Ναι, εσύ φταις, εσύ φταις», ξανάρχισε σχεδόν επιθετικά. «Δεν το ήξερες; Τόσο το καλύτερο!

ΞΟΥΘΟΣ Παιδί μου, για να σ' εύρω εγώ, ήτανε δίκηα η κρίσι που έκαν' ο θεός, και συ μ' εμέ συναπαντήθης, και βρήκες τον πατέρα σου, που πρώτα δεν τον ήξερες. Ό,τι εγύρευες και συ, αυτό κ'εγώ ποθούσα: να βρούμε τη μητέρα σου που σ' έδωκε'ς εμένα, ας μπιστευθούμε στον καιρό, κ' ίσως κι' αυτή τη βρούμε.

Με σκυμμένο το κεφάλι, με τα μάτια κλειστά, χλωμός, ανοιγόκλεινε τις γροθιές τρομαγμένος και δεν κατάφερνε να απαντήσει. «Κι εσείς πιστεύατε ότι εγώ το ήξερα; Πώς και γιατί;», διερωτόταν. «Ναι», είπε η Νοέμι σκληρά. «Πιστεύαμε ότι το ήξερες, και όχι μόνο, αλλά ακόμη ότι εγγυήθηκες γι’ αυτόν στη φίλη σου Καλίνα….» «Φίλη μου;», φώναξε με ορθάνοιχτα τα μάτια από τον φόβο. Και θόλωσε το μυαλό του.

Ήτον απλώς ένας φόβος, ένας γελοίος φόβος μήπως έρθη η Δώρα. ΛΕΛΑΔε σου ζητώ απολογία. Τώρα είμαι ευτυχισμένη, που σου είπα ό,τι είχα να σου πω. Τάσσο, χαίρε! Θυμήσου πως μια γυναίκα σ' αγάπησε και θα σ' αγαπά πάντα, πάντα. Όμως είναι καιρός να τελειώνουμε. Η κόρη σου μπορεί νάρθη και δεν πρέπει να μ' εύρη εδώ. Γεια σου, Τάσσο. ΦΛΕΡΗΣΣκέπτεσαι λοιπόν, να φύγης αμέσως, Λέλα; Αν ήξερες.

Νομίζω δε ότι ούτε την νύκτα εκοιμήθηκες μαζί του, αλλά τον αφήκες να κλαίη κι' εξαπλώθηκες σε μια θρονίδα κοντά στο κρεββάτι κι' ετραγουδούσες για να τον σκάζης. ΦΙΛΙΝΝΑ. Δεν σου είπε όμως τα δικά του, μητέρα, διότι δεν θάπερνες το μέρος του αν ήξερες τι προσβολές μου έκανε.

Τώρα γνωρίζω πως όλα τάλλα, όλα εκείνα που δεν τα ήξερες ως τώρα, θα ξαναγυρίσουνε και τώρα θέλω μόνο να μου συχωρέσης όλον τον πόνο που σου προξενώ. Όμως δεν πρέπει να με παρακαλέσης να μείνω. Πηγαίνω και γω εκεί που πηγαίνει ο Σβεν. Έστεκε μπρος μου και μου φάνηκε τη στιγμή αυτή μεγαλήτερη παρότι είναι οι άνθρωποι.

Και η τοκογλύφος έγνεθε και τα περιστέρια γουργούριζαν και οι κότες τσιμπούσαν τις μύγες που κάθονταν επάνω στη ροδαλή κοιλιά από τα γουρουνάκια ξαπλωμένα στον ήλιο: ο κόσμος όλος ήταν ήρεμος. Εκείνος μόνο αγωνιούσε. «Α, ώστε δεν το ήξερες; Πίστευα πως ένα μέρος από τα χρήματα το κράτησαν οι κυράδες σου για να σε πληρώσουν.

Να ήξερες πόσο μιλώ για σε μαζί του, έλεγε, όταν ο Σβεν έδινε τέλος του πατέρα την άδεια να τον αφήση από την αγκαλιά του, κ' έκανε θέση της μαμάς

Μα γιατί να σου το έλεγα, πριν έρθη η ανάγκη να σου το πω; Ήθελα να ζήσω μαζί σου, Γιώργο, γιατί σ' αγαπούσα περσότερο από καθετίς άλλο σ' όλη τη ζωή. Τώρα δεν είμαι νέα. Γέρασα τόσο, όσο δε θα γεράσης εσύ ποτέ. Μόνο πως εσύ δεν το ήξερες, πως δε θέλησες να το δης ποτέ κι αφού σ' έβλεπα τόσο ευτυχισμένον, δεν ήθελα να σε ταράξω.