Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025
Και κινώντας προς αυτόν διά να τον φθάσω, ιδού και ακούω οπίσω μου μίαν φωνήν, που με έκραξε, καρτέρει, ω Βεζύρη, καρτέρει. Εγώ δε ευθύς σταματώ το άλογον, και στρέφω να ιδώ, και βλέπω τον βασιλέα που βγαίνει από το κάστρον με τα μάτια φλογερά, και με το σπαθί εις το χέρι. Τρέχει προς εμέ με μεγάλην βίαν και μου λέγει.
Αλλά μόλις προέβη δύο τρία βήματα, και εξέπεμψε σπαρακτικήν κραυγήν. Ησθάνθη εις τας αγκάλας του κατάψυχρον το σώμα της μικράς κόρης. Τότε δεν εδίστασε πλέον. Οι ιππείς δεν ήσαν παραπολύ μακράν, και ηδύναντο εισέτι να τον ακούσωσιν. Έκραξε με όλην την δύναμιν του στήθους. — Κύριοι! Ιππείς! βοήθειαν! Οι ιππείς εστάθησαν ευθύς. Ήσαν επτά ή οκτώ τον αριθμόν.
— Άιστε να μου το φέρετε, μορές, να το δω, έκραξε μια φορά, ξαναγεννημένος, άλλος άνθρωπος, νιος, παλληκάρι, ο κακόμοιρος πατέρας.
— Δεν είναι καλά, το παιδί; Φωναί και σπαραγμός και κλαύματα ηκούσθησαν. Η μήτηρ εύρισκε το θυγάτριόν της νεκρόν εντός του λίκνου. Από τον θόρυβον, εξύπνησεν εις το διπλανόν χώρισμα ο Κωνσταντής, όστις είχε χορτάσει καλά τον ύπνον. — Τι είναι; έκραξε τρίβων τους οφθαλμούς. Εχασμήθη, ετανύσθη, ετινάχθη, κ' έτρεξεν εις την θύραν του θαλάμου.
Κι' αφού τους έκραξε, έστησε βαθιά βουλή μαζί τους 55 «Ακούστε, αδρέφια. Ο Όνειρος μου φάνηκε ήρθε τάχα μες στην αθάνατη νυχτιά, στον ύπνο που κοιμόμουν, κι' απ' όλους πιο του Νέστορα, του βασιλιά απ' την Πύλο, λες θάμιαζε στο πρόσωπο, στ' ανάστημα, στα χρόνια.
Και εις ετούτα τα λόγια αυτή έκραξε μίαν από τες γυναίκες που ήτον εκεί κοντά κρυμμένη οπίσω εις ένα κυπαρίσσι, η οποία ερχομένη εκατάλαβα από την φωνήν της, ότι εκείνη ήτον η σκλάβα, που ενόμιζα διά βασιλοπούλαν Τζελίκαν.
Ιδού με τι τρόπον εβγήκα από το χαρέμι της βασιλοπούλας, και από τον νέον κίνδυνον, που εξ απροσεξίας είχα πέσει· ύστερα από ολίγον επήγα και αντάμωσα τους συντρόφους μου. Ο Οντάμπασης των τζοχανταρέων με έκραξε, και με ωνείδισε που έμεινα έξω από το παλάτι εκείνην την νύκτα, τον οποίον με μίαν πρόφασιν τον εκαταπράυνα.
Ύστερον ενεδύθη άλλα φορέματα και προς το εσπέρας της ημέρας μετά το δείπνον ανεπαύθη εις την κλίνην ήσυχος όλην την νύκτα· την δε αυγήν στοχαζόμενος τον εαυτόν του υγιή έκραξε τους άρχοντας του παλατίου του, και εις όλους έδειξε την θαυμασίαν ιατρείαν που έλαβεν, οι οποίοι με μεγάλην αγαλλίασιν τον εσυγχάρηκαν, και επαίνεσαν όλοι κοινώς την εμπειρότητα του ιατρού.
— Έλεος! οίμωζεν ο Χίλων . . . Αυθέντα, έκραξε στρεφόμενος προς τον Βινίκιον, σώσε με! Ενεπιστεύθην εις σε . . . . . Μεσίτευσον δι' εμέ. . . Την επιστολήν σου . . . θα την εγχειρίσω . . . . Αυθέντα! Αυθέντα! Αλλ' ο Βινίκιος ήτο αδιάφορος εις όσα συνέβαινον, πρώτον διότι όλα τα τεχνάσματα του Χίλωνος τω ήσαν γνωστά, και έπειτα, διότι η καρδία του δεν ησθάνετο ποτέ οίκτον.
Έκραξε μετά ταύτα τους υπηρέτας του, και με εσύστησεν εις αυτούς προστάζοντάς τους να έχουν όλην την φροντίδα διά την χρείαν και να μου ετοιμάσουν κατοικίαν, και πάντα τα αναγκαία προς ζωοτροφίαν και ενδύματα, και εκείνοι έβαλαν ευθύς εις πράξιν την προσταγήν του βασιλέως.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν