Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


Η κόρη της η Δελχαρώ, είδε την ανησυχίαν της, κι' άρχισε να κυττάζη, όπως η μήτηρ της, και αυτή. Την ώραν της δύσεως του ηλίου, αίφνης μετά κρυφίου φόβου την έκραξε. — Μάνα! Μάνα! — Τι είνε; — Έλα να ιδής! — Τι; — Δυο ταχτικοί στέκονται και κυττάζουν έξω απ' την αυλή, στο σπίτι σας . . . Η γραία Χαδούλα εσηκώθη, και είδεν εκείνο το οποίον εφοβείτο.

Τυχαίνει μίαν ημέραν ένας πραγματευτής ονομαζόμενος Μουζαφέρ, πηγαινάμενος εις το Μετζίτι, έρριξε τα μάτια του επάνω εις τον Κουλούφ, και τον έκραξε και τον ερώτησε λέγοντάς του· νέε, πες μου, από τι τόπον είσαι και διατί τέλος ήλθες εις ετούτην την χώραν; Αυθέντη, του απεκρίθη ο Κουλούφ, εγώ είμαι από την Δαμασκόν, και ταξειδεύοντάς με διάφορες πραγματείες διά την Ταρταρίαν, ολίγον ξέμακρα από την Σαμαρκάντα, με απήντησαν κλέπται, οι οποίοι μου εσκότωσαν τους ανθρώπους και μου επήραν το ό,τι είχα, και έμεινα καθώς με βλέπεις.

Και ταγρίμια του βουνού μεριάζανε ακόμα στο διάβα του και στις ερημικές τις στάνες ταγριόσκυλλα τονέ ζυγώνανε σκυφτά και ταπεινά, κουνώντας την ουρά τους. Ένα πρωί ο γέρος ο βασιλιάς έκραξε το παιδί του και το φίλησε στο κούτελο. Το κάθισε σιμά του σε χρυσό θρονί και του είπε: — Άκουσε, παιδί μου, αυτά που θα σου πω, και νάχης την ευχή μου. Σήμερα είναι μεγάλη μέρα.

Πάντα κατευόδιο, έκραξε φαιδρώς το Λιαλιώ. Ηγέρθη, και βλέπουσα τον λευκόν τοίχον του ναΐσκου του Αγίου Νικολάου στίλβοντα εις το φως της σελήνης, έκαμε τον σταυρόν της κ' επήδησε πρώτη εις την άμμον της παραλίας, βρέξασα τας πτέρνας εις το ύδωρ. Ο Μαθιός επήδησε κατόπιν της κ' εδοκίμασε να σύρη την βάρκαν. Η σκαμπαβία δεν απείχεν ήδη ή είκοσιν οργυιάς από του όρμου.

Ρίγος έπεσεν επί πάντας αυτούς καθώς ο Ιησούς ύψωσε τους οφθαλμούς, και ευχαρίστησε τω Θεώ επί τη επικειμένη κυρώσει της δεήσεώς Του. Και τότε, υψώσας εις τους καθαρωτάτους τόνους την φωνήν εκείνην της φοβεράς εξουσίας, και εκφέρων, ως σύνηθες παρ' αυτώ εις τοιαύτην ευκαιρίαν, τας συντομωτάτας φράσεις, έκραξε: &«Λάζαρε, δεύρο έξω!»&

Μα προτού να κλείση τα μάτιά της έκραξε τον βασιλιά πατέρα της, και του είπε.

Ο ίππος ήσθμαινεν απελπιστικώς επί της ελικοειδούς οδού της αγούσης εις την Αρικίαν. Την στιγμήν εκείνην είς ιππεύς ερχόμενος εκ Ρώμης και τρέχων και εκείνος ως λαίλαψ έκραξε συναντών τον Βινίκιον: — Η Ρώμη εχάθη! Οι θεοί . . . και διήλθε.

Έκραξε την γυναίκα και της είπε. — Τ' ακούς, Κουμπίνα; Το βράδυ, σαν σουρουπώση, να πας ν' ανάψης τα καντήλια τ' Άι-Προκοπίου, κάτω στο ρέμμα. Το έχω τάξιμο από καιρό. Μεθαύριο είνε η μνήμη του, κι' αύριο δεν θα πάρης εύκολα αράδα, θα κουβαλήσουν χίλια λαδικά.

Απερνώντας πολύ καιρός που εζούσαμεν αμφότερα τα μέρη με μεγάλην αρμονίαν, έπεσεν ο γέρων εις μεγάλην αρρώστιαν και βλέποντας που δεν ήτον πλέον διά ζωήν, με έκραξε σιμά εις το κρεββάτι του και μου είπεν.

Αυτά 'πε• εγλυκογέλασεν ο μαχητής Μενέλαος, εχάιδευσέ τον, έκραξε κατ' όνομα και του 'πε• 610

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν