Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Ιουνίου 2025
« Φρόσω · καλλίτερα » Νάχες πεθάνει, » Και να μην έβγαινες » Μες 'ς το σεργιάνι.» « Τα τόσα κάλλη σου Κι' η ωμορφιά σου » Σ' έκαμαν κι' άφησες » Και τα παιδιά σου.» « Αυτή, φροσύνη μου, » Η ωμορφιά σου, » Σ' έφαγε, χάλασες » Την παρθενιά σου.» « Τι σου χρειάζετο, » Φρόσω καϋμένη, » Συ του Μουχτάρ-πασσά » Νάσαι ερωμένη;»
Και γιατί;» «Έφις, άκουσα!», επανέλαβε με μονότονη φωνή, αλλά ξαφνικά η φιγούρα της τινάχτηκε, η σκιά ψήλωσε λες, έγινε τεράστια. Ο Έφις την αισθάνθηκε επάνω του σαν τίγρη. «Έφις, κατάλαβες; Εκείνος δεν πρέπει να ξαναπατήσει το πόδι του εδώ, ούτε στο χωριό! Εσύ, εσύ φταις για όλα. Εσύ τον άφησες να έρθει, εσύ είπες ότι θα μας προστάτευες από εκείνον… Εσύ….»
Ο Γιωργάκης μάλιστα είναι λίγο πειραγμένος μαζή σου, γιατί άφησες την εικόνα της μητέρας του τόσους μήνες τώρα ατελείωτη Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Αυτή η εικόνα ήταν η αιτία... Μ α ρ ί α. Της γνωριμίας μου με τον Κώστα, της ευτυχίας μου... Και της δυστυχίας μου! Μ α ρ ί α. Και θα την τελειώσω. Και θα την κάμω πολύ ωραίαν. Αλλά πώς να έλθω τώρα να εργασθώ, ο Κώστας με εγέλασε.
ΕΡΜΙΟΝΗ Με άφησες, πατέρα, με άφησες σαν καράβι χωρίς τιμόνι και χωρίς κουπιά εις την θάλασσαν, θα με σκοτώση, θα με σκοτώση ο άνδρας μου. Δεν θα μείνω πια εις αυτό το παλάτι που έκαμα τους γάμους μου. Εις τίνος θεού άγαλμα να πέσω ικέτις; Να πέσω ως δούλη εις τα πόδια της δούλης; Είθε να ήμουν πουλί να επετούσα μακρυά από την Φθιώτιδα.
— Δε μου λες; του λέγει· γιατί εσύ τέτοιο αρχοντόπουλο μοσχαναθρεμμένο, που άφησες τιμές και δόξες για την αγάπη του Χριστού, να κάθεσαι παραμελημένος και άλλοι που τίποτα δεν έκαμαν να τρωγοπίνουν στο τραπέζι του Παντοκράτορα; Δεν ξέρω· νοικοκύρης είσαι· μα τέτοια περιφρόνησι, θαρρώ, δεν σου άξιζε.
Αρκεί μονάχα να μη τις δημιουργεί. ΑΝΝΟΥΛΑ Σταύρο, ξέρεις γιαΤι πέθανε η μητέρα; Πέθανε για σένα, από τη μεγάλη αγάπη που είχε για σένα. Για μένα! ΓΙΑΓΙΑ Από τη νύχτα εκείνη, την κακή νύχτα που μας άφησες, έπεσε άρρωστη. Καλή ώρα από τότε δεν είδε. Ένα μαράζι την περιτριγύρισε, και μέρα με τη μέρα έρρεβε. Όλες οι ελπίδες της είτανε σε σένα.
ΑΡΙΕΛ. Κλεισμένοι μαζή, σε τέτοιο καθ' αυτό τρόπον, όπως ηθέλησες· απαράλλακτα ως τους άφησες, κύριε· όλοι φυλακωμένοι μέσα στο δάσος από φιλουριές, που προφυλάγει το σπήλιο σου από τον χειμώνα· αδύνατο είναι να σαλέψουν, αν εσύ δεν τους ελευθερώσης.
Από την παραγγελία μου δεν άφησες το παραμικρό, εις ό,τι είχες να ειπής· και ιδού με καλή ζωή, και με θαυμάσια προσοχή, οι πλέον κατώτεροι υπηρέταις μου ενέργησαν καθένας εις το είδος τους. Ο ΠΡΟΣΠΕΡΟΣ αποπάνω φεύγει. ΓΟΝΖ. Εις τόνομα του Υψίστου, Κύριε, τι στέκεσαι μ' αυτό τακίνητο βλέμμα;
Αλλά πολλάς ψυχάς γενναίας έστειλες εις τον Άδην και άφησες γραίας χωρίς παιδιά, και από γέροντας πατέρας αφήρεσες τα γενναία παιδιά. Μεταξύ αυτών είμαι κ' εγώ ο δυστυχής, σε βλέπω δε τώρα δεσπότην μολυσμένον από τον φόνον του Αχιλλέως. Συ μόνος ήλθες από την Τροίαν χωρίς καν να πληγωθής, και έφερες οπίσω τα μεγαλοπρεπή όπλα σου μέσα εις χρυσάς θήκας, όμοια όπως ήσαν όταν τα επήγες.
Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Πέθανε; κι'ο Απόλλων πώς, δεν ήλθε βοηθός του; ΚΡΕΟΥΣΑ Δεν βοήθησε, και τώρ' αυτό στον Άδη μεγαλώνει. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Και ποιός το άφησεν εκεί; βέβαια συ δεν θάσαι. ΚΡΕΟΥΣΑ Εγώ, που με τα πέπλα μου το τύλιξα στο σκότος. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Κι' ότι άφησες εκεί παιδί δεν το 'μαθε κανένας; ΚΡΕΟΥΣΑ Η μυστικότης το 'ξερε κ' η συφορά μονάχα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν