United States or Cuba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την δε υποψίαν μηδενισμού εδικαίωνεν η προτίμησις του φοβερού έργου του Στίρνερ, του αναλαβόντος ν' αποδείξη επιστημονικώς φάντασμα πάσαν θρησκείαν, φενάκην την ηθικήν, όνειρον την δικαιοσύνην, ηλιθιότητα την πίστιν εις την πρόοδον του πολιτισμού και παντοκράτορα του κόσμου δυνάστην το «Απόλυτον εγώ», ήτοι τον άκρατον και απεριόριστον εγωισμόν.

Αλλ' ότε ο ιερεύς εξελθών έψαλε το «Δεύτε, ίδωμεν πιστοί, πού εγεννήθη ο Χριστός», τότε αι μορφαί των Αγίων εφάνησαν ως να εφαιδρύνθησαν εις τους τοίχους. «Ακολουθήσωμεν λοιπόν ένθα οδεύει ο αστήρ», και ο κυρ-Αλεξανδρής ενθουσιών έλαβε την υψηλήν καλάμην και έσεισε τον πολυέλαιον με τας λαμπάδας όλας ανημμένας. «Άγγελοι υμνούσιν ακαταπαύστως εκεί», κ' εσείσθη ο ναός όλος από την βροντώδη φωνήν του παπά-Φραγκούλη μετά πάθους ψάλλοντος «Δόξα εν υψίστοις λέγοντες τω σήμερον εν σπηλαίω τεχθέντι» και οι άγγελοι οι ζωγραφιστοί, οι περικυκλούντες τον Παντοκράτορα άνω εις τον θόλον, έτειναν το ους, αναγνωρίσαντες οικείον αυτοίς τον ύμνον.

Ποιος ξεύρει τι αλλόφυλους επήγαιναν πάλι να χτυπήσουν, να στήσουν παντοκράτορα σε Ανατολή και Δύση τον τίμιο Σταυρό! Ήταν η αυγή ανοιξάτικη· χαρά Θεού! Φύλλο δεν εσειόταν ουδέ πούπουλο. Η θάλασσα πίχτρα· χαρτί να γράψης απάνω. Στον διάφανο ουρανό επρόσμενες να ιδής καθρεφτισμένα όλα τα νησιά και τ' ακρογιάλια με τα δάση και την πρασινάδα τους.

Ξυστάξυστά πάει σε μιαν άκρη και βλέπει ψηλά τον Παντοκράτορα να κάθεται στον θρόνο του. Έλαμπεν ο ήλιος, έλαμπε και ο θρόνος στο χρυσάφι και τις διαμαντόπετρες. Δεξιά μεριά του Παντοκράτορα εκαθόταν ο Χριστός και γύρω η Δωδεκάδα, οι Απόστολοι σε θρόνους μαλαματένιους. Παρακάτω απλωμένοι στην παχειά χλωρασιά εκάθονταν κοπάδια κοπάδια οι άγιοι και οι όσιοι και οι μάρτυρες.

Δε μου λες; του λέγει· γιατί εσύ τέτοιο αρχοντόπουλο μοσχαναθρεμμένο, που άφησες τιμές και δόξες για την αγάπη του Χριστού, να κάθεσαι παραμελημένος και άλλοι που τίποτα δεν έκαμαν να τρωγοπίνουν στο τραπέζι του Παντοκράτορα; Δεν ξέρω· νοικοκύρης είσαι· μα τέτοια περιφρόνησι, θαρρώ, δεν σου άξιζε.

Πρό τινων ετών, ως ενθυμείσαι, ουδέν άλλο υπήρχεν εκεί, ή γυμνοί τινες μόνον βράχοι, όπου ουδέ άκανθαι εύρισκον τροφήν, παραλία κάτωθεν αμμώδης και παντέρημος, και μόλις που το εσπέρας κάρρα τινά μεταφέροντα εις τα γαλανά του Φαλήρου και της Μουνυχίας κύματα τέκνα τινά του λαού, άτινα, επόμενα εις τον παντοκράτορα συρμόν, ενόμιζον και αυτά απαραίτητον εις την υγείαν των την χρήσιν των λουτρών.