Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


Εγώ βλέποντας τες έτσι κοντά μου άρχισα να τες θαυμάζω, και να τες χαϊδεύω· έτσι κάνοντας τες επαρατήρησα που έχυναν δάκρυα πολλώτατα, κάνοντάς μου διάφορα σχήματα.

» Εκείθε μεςτην Κοσμηρά » Πλάκωσα λυσσασμένος, » Κόκκινο αίμα Τούρκικο » Να πιω και να ρουφήξω. » Τριγύρω τους τ' ασκέρι μου » Άρχισα να ξανοίξω, » Κ' εγώτη μέση χύθηκα, «'Σάν λύκος πεινασμένος.» «Τους έσφαξα.

Άρχισα τον ίδιον καιρόν να διηγούμαι το υστερινόν μου ταξείδιον με όλες τες περίστασες· και αφού ετελείωσα την ιστορίαν μου, ο Κατής εθεώρησε την Γαντζάδα, τον αδελφόν μου και τον νέον.

Και για να εγκαρδιώσω όλους μας είπα: — Μου φαίνεται, θα πιστεύης πως εσύ έκαμες καλά τη μαμά. — Αυτό είναι αλήθεια, απάντησε η γυναίκα μου. Κ' είδα πάλι στο πρόσωπό της την έκφραση, που μου είχε φανεί άλλοτε τόσο ξένη, μα και που άρχισα να την εννοώ σιγά σιγά. Έσφιξε σιγαλά το μικρό Σβεν στην αγκαλιά της κι από τα μάτια της στάξανε δυο λαμπερά δάκρυα.

Τι να σας πω; Τον άρπαξε το λόγο του ο νους μου, τον απορρούφηξε. Κατόπι, σαν άρχισα να γράφω ρωμαίικα, θυμήθηκα τον καλό μου τον καθηγητή. Αιώνια η μνήμη του! Για να γράψης μια γλώσσα, θέλει πρώτα, ο νους σου να συλλογέται κ' η ψυχή σου να γράφη, όχι τα λεξικά να ξεφυλλίζης. Οι μωζάικες είναι του δασκάλου. Ίσως όμως βρίσκει ο κ.

Δε βάσταξα: «Να όψεσαι, του λέω, πούχασα το παιδί μουΓυρίζει και μου λέει μέσα στον κόσμο: «Εγώ να όψωμαι για σεις που κάνετε τα προκομμένα τα παιδιά; Σαν κάνη ο γυιός σου παραλυσίες και μπεκριλίκια, τι σου φταίω εγώΆνοιξε η γη να με καταπιή. Με πήρε το παράπονο κι' άρχισα τα κλάματα καταμεσής στο παζάρι. «Με τα κλάματα δε βγαίνει τίποτε, γυρίζει πάλε και μου λέει.

Άρχισα με το πρώτο πούχα γράψει: «Αγαπημένο μου Βαγγελιό, «Πρώτον έρχομαι, να ερωτήσω δια το αίσιον της υγείας σου. Αν ερωτάς και δι' εμέ, κλαίω, κλαίω, αφ' ότου έφυγα από το χωριό. Και ποιος να με παρηγορήση εδώ που είμαι ξένος στα ξένα; Κλαίω κιόλο τόνομά σου έχω στο νου μου και στο στόμα μου. Κοιμούμαι και θυμούμαι σου, ξυπνώ στο νου μου σέχω και στόνειρό μου σε θωρώ κιαγκαλιασμένη σέχω.

Βλέποντας τον εαυτόν μου εις αυτήν την μορφήν, άρχισα να στοχάζωμαι την δυστυχισμένην μου κατάστασιν, και δεν ήτον τόσον ο πόνος της δυστυχίας μου που με έθλιβεν, όσον ήτον εκείνος που έθρεφα διά τον Καρούκ· αλλοί εις εμέ, έλεγα κάθε στιγμήν· τι θέλει είναι διά τον αγαπημένον μου Καρούκ; πώς θέλει ημπορέσει πλέον να λάβη την πλήρωσιν της επιθυμίας του; θέλει με καρτερεί χωρίς ποτέ να με μεταϊδή, και μη βλέποντάς με θέλει έλθει εις απελπισίαν.

Εγώ οπόταν ήμουν δέκα έξ χρόνων ηύρα κατά τύχην μίαν ημέραν τον θησαυρό του πατρός μου ανοικτόν και εμβαίνοντας μέσα άρχισα να στοχάζωμαι με επιμέλειαν τα όσα πολύτιμα και εξαίρετα πράγματα εκεί ευρίσκοντο. Και ανάμεσα εις τα άλλα βλέπω μίαν κασσελοπούλαν εγκοσμημένην με διάφορα πετράδια απ' έξω, και είχε ένα κλειδί χρυσό.

Ευθύς που έφθασα εις την πόλιν, εις την οποίαν έπρεπε να κατοικήσω, άρχισα διά να πραγματεύσω τες πενήντα χιλιάδες φλωριά μου στοχαζόμενος διά να εβγάζω τα έξοδα μου, διά να μην ήθελα τα τελεύσει εξοδεύοντας, πριν να φθάση ο επιθυμητός καιρός της μεταβολής μου.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν