Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025
Βλέποντας τέλος πάντων τον εαυτόν μου εις την πόρταν του σπητιού μου εχάρην μεγάλως· και άρχισα να κτυπώ διά να μου ανοίξουν, με το να ήτο νύκτα.
Και σα στάθηκε και με κοίταξε, χαμογέλασε και γύρισε προς το σύντροφό του απ' έξω, κ' είπε: «Καιρός του είναι πια να μας έρθη». Και ξύπνησα αμέσως τρομαχτικά. Κι άρχισα και συλλογιούμουν πως κάτι σημαίνει αυτό τόνειρο. Τάχα να μην έκαμνα το χατίρι τους και με φωνάζουνε πριν αποτελειώσω; Τάχα να την αποτέλειωσα τη δουλειά μου; Θεός το ξέρει.
Ανεχθήτε λοιπόν να με ακούσετε, σεις και οι μαθηταί σας, χωρίς να γελάσετε, συ δε, υιέ του Αξιόχου, απάντησε μου: — Αρά γε όλοι οι άνθρωποι επιθυμούμεν να είμεθα ευτυχείς; αλλά τι λέγω; μήπως αμέσως — αμέσως άρχισα με καμμίαν από εκείνας τας ανοησίας που εφοβούμην; διότι πράγματι είναι ανόητον και να κάνη κανείς τέτοιαν ερώτησιν και οποίος άνθρωπος είναι εκείνος που δεν θέλει να είναι ευτυχής;
Η στέρησι και η αγρυπνιά με είχαν κάμη να λυώσω σαν το κερί. Είχα καταντήση ο μισός και δεν ήμουν πλιά καλός ούτε για χαμάλης. Η δυστυχία με είχε κάμη και ταπεινό. Σιγά-σιγά, και με καλό τρόπο, για να μη θυμώση άρχισα να του αραδιάζω όσα είχα να του πω. Αυτός όμως εξακολουθούσε να προσέχη πολύ περισσότερο εις τα παιγνίδια του γάτου παρά τα δικά μου λόγια. Τότε μ'επήρεν ο θυμός.
Αυτή η είδησις μου επροξένησε μεγάλην θλίψιν και άρχισα να βιάζωμαι διά να φθάσω εις Αστραχάν· μα αλλοί εις εμένα, που με όλην την βίαν που έλαβα να φθάσω, δεν επρόφθασα να εύρω τον πατέρα μου ζωντανόν, επειδή και εκείνην την ώραν που εξεπέζευσα έδωσε τέλος.
Ημείς οι άνθρωποι συχνά παραπονούμεθα, άρχισα λέγων, ότι αι καλαί ημέραι είναι πολύ ολίγαι, αι δε κακαί πάρα πολλαί και καθώς μου φαίνεται, ως επί το πλείστον άδικα.
Είτανε νάρθουν πρωί κι ακόμα δε φάνηκαν. Πρέπει να τους κράτησε άλλη μια βραδιά στη χώρα ο Κράλης που ήρθε για δουλειές από τη Βαβυλώνα. Το ξέρεις πως είνε παλιός μου φίλος ο Κράλης, από τον καιρό που άρχισα να ταξιδεύω στα μέρη τους. Η ίδια. ΔΕΣΠΩ, ύστερα ΑΡΕΤΟΥΛΑ Δέσπω. Έχει το αίμα του μακαρίτη· θαρρώ πως τονέ βλέπω μπροστά μου σαν ξεφωνίζη.
Έπειτα άρχισα να παίρνω δηνάρια δανεικά· εις τρόπον που χωρίς να απεικάσω ευρέθηκα φορτωμένος από χρέη άπειρα· έχασα το καλόν μου όνομα εις το Σουράτ· κανείς πλέον δεν με επίστευε· και οι χρεοφειλέται μου ανυπόμονοι με έσφιγγαν διά να τους πληρώσω, εις καιρόν που τίποτε δεν είχα.
Ωστόσον ημέραν παρ' ημέραν άρχισα να βάνω εις καλήν τάξιν το σπίτι μου, το εργαστήριον και τας υποθέσεις μου, ότε μετά δέκα ημέρας βλέπω και μου παρασταίνονται εις το σπίτι μίαν ημέραν δύο σκυλλιά μαύρα και κινούντα την ουράν με την κεφαλήν σκυπτήν μου έδειχναν αγάπην και ταπεινότητα, και από το σχήμα των και τα κινήματά των έδειχναν ότι ζητούν συμπάθειαν.
Σα βαρύ το γάλα, είπα, σαν άρχισα να τραβώ το παλάγκο. Σαν τον ανέβασα ως το μισό το ύψος, βλέπω τη μούρη του ψυχογυιού σου, και μ' εκύτταζε και γελούσε σαν μαϊμού.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν