Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025


Στη φεργάδα, επανέλαβεν ως ηχώ η Κουμπίνα. Ο Κουμπής, διά να μη τρομάξουν παρά πολύ αι δύο γυναίκες, είχε σκεφθή ότι προκριτώτερον θα ήτο να λάβη αυτός μέρος εις την σκηνήν της απαγωγής. Η Σεραϊνώ, μαντεύσασα παραχρήμα τι έμελλε να συμβή, ταπεινή και εγκαρτερούσα, επέστρεψεν εις την οικίαν, έπεσε γονυπετής προ των εικόνων και προσηυχήθη. — Έμεινε στην Αγία-Κυριακή.

Από της στιγμής εκείνης η Σεραϊνώ υπελόγιζε μετά βεβαιότητος ότι, εντός δύο ωρών το πολύ, το ζεύγος έμελλε να φθάση στο Κάστρον. Διότι δεν θα ήτο πιθανόν να πιστεύση τις ότι θα εξημέρωναν επί της ναυαρχίδος. Εσκέφθη ότι έπρεπε να ζητήση της Λελούδας το κλειδί, να υπάγη να διέλθη αυτή το λοιπόν της νυκτός αντικρύ, εις το μικρό σπητάκι εκείνης.

Όθεν ήτο ανάγκη να χαμηλώσουν την γέφυραν και ν' ανοίξουν τας πύλας του φρουρίου. Η Σεραϊνώ ήνοιξε την θύραν εις το πρώτον κρούσμα, εστάθη σταθερά, υπομειδιώσα και τους ευχήθη: — Στερεωμένοι! καλορρίζικοι! με γυιους, Κουμπή... — Πώς ξέρεις; — Ήρθ' ένα πουλάκι και μούπε. Εστράφη προς την Λελούδαν. — Να πάρω το κλειδί του σπητιού σου, να πάω να κοιμηθώ απόψε; Η Λελούδα κατένευσε δακρύουσα.

Κάτω στο Κιόσι, στον αρχοντομαχαλάν, κοντά εις τον ναόν του Χριστού, η Σεραϊνώ, οπού ηγρύπνει εις το σπήτι του Κουμπή, ήκουσε τους κανονοβολισμούς, και μόνη αυτή τους εξήγησεν εις την αληθή σημασίαν των. — Στερεωμένοι, καλορρίζικοι, εψιθύρισε, σχεδόν άνευ πικρίας. Με γυιους, Κουμπή.

Πάρε μαζί σου και την φτωχή γειτόνισά μας την Λελούδα, επειδή και είνε κι' αυτή ανέβγαλτη, και δεν έχει άλλη παρηγοριά από σένα, που θα είνε μοναξιά, να πάτε ν' ανάψετε τα καντήλια, να σεργιανήσετε κι' όλας. — Άκουσε να σου πω, νάχω και το συμπάθειο, Κουμπή, απήντησε το Σεραϊνώ. Η Λελούδα είνε, όπως είπες, ανέβγαλτη, και τώρα είν' εδώ η αρμάδα.

Από αρρώστεια σε αρρώστεια. Γιατρούς και γιατρικά. Αρρώστησε και το κορίτσι μου το Σεραϊνώ, Θεός σχωρέσ' την! Μας έπνιξαν τα έξοδα ενάμισυ χρόνο. Κάποιος μου είπε να σηκώσω από τον Γερο-Τρακοσάρη. Ο καλός ο Τρακοσάρης κάνει ευκολίες. Πήγα κ' εγώ στον Γερο-Τρακοσάρη. «Παιδί μου Νικόλα, να σου κάνω την ευκολία σου, μου είπε, γιατί σε λυπούμαι Για σένα τα κάνω, γιατί είσαι φαμελιάρης. Δεν έχω κ' εγώ.

Την γυναίκα του την Σεραϊνώ, την είχε κράξει το πρωί, καθώς κατέβαινεν από τον κρεμαστόν σοφάν, όπου είχε κοιμηθή, κ' εφόρεσε τα πανοβράκια, με τας κεντητάς βρακοζώνας και τα πλατέα μανίκια, κ' έπινε το πρωινόν σερμπέτι του. Διότι μόλις είχεν εισαχθή τότε εις τον τόπον ο καφές.

Τότε ενθυμήθη ότι το κλειδί το είχεν αφήσει η Λελούδα εις της Κουμπίνας, ακριβώς εις τον ανατολικόν θάλαμον, όπου ευρίσκετο τώρα αυτή. Το είχε κρεμάσει εις καρφί, υποκάτω στα εικονίσματα. Η Σεραϊνώ ανέβλεψε και το είδεν υπό το φως του κανδηλίου. Έκαμεν ακουσίαν χειρονομίαν να το λάβη. Είτα εκρατήθη, κ' είπε: «Καλύτερα, ας έλθη, να της το ζητήσω».

Ο Κυρ Κουμπής, ενώ κατά τα άλλα ήτο τόσον αυστηρός άνθρωπος, είχε κι' αυτός μίαν αδυναμίαν· επόθει να έχη μικρόν νινί, χαριτωμένον, αγγελικόν πλάσμα, διά να το χορεύη στα γόνατά του. Η Σεραϊνώ ήτο σαράντα χρόνων, και μετά τόσα χρόνια, 15 περίπου, δεν εγέννησε τίποτε. «Ούτε παιδί, ούτε κουτάβι, ούτε 'κλούθο». Αυτός ήτο πεντηκοντούντης ως έγγιστα.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν