Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025


Μα μην εμποδιζώστε διόλου, σας παρακαλώ. Θα τα κάνω όλα στην εντέλεια· να είστε ήσυχος. Εσείς πηγαίνετε στην κηδεία της μάννας σας. — Ναι, πηγαίνω· κάμετε όπως ξέρετε. Ο Αριστόδημος έφυγε βιαστικά, λες και τον απόλυσαν από τα σίδερα. Ήταν ανυπόμονος να ιδή τη μάννα του. Ο θάνατός της τον ξάφνισε σαν κάτι παράδοξο κι αφύσικο. — Ας όψεται· έλεγε κάθε στιγμή στενάζοντας.

Ο γέρο-Πέτρος, άγρυπνος όλην την νύκτα, του έκλεισε τα όμματα κ' εδιάβασεν όσους ψαλμούς ήξευρεν εκ μνήμης. Οι άνδρες κατεσκεύασαν πρόχειρον φορείον με κλάδους και με φυλλάδας δένδρων. Η σκαμπαβία απέπλευσε με δύναμιν κωπίων. Η κηδεία ετελέσθη πανηγυρική το δειλινόν εις την πολίχνην.

Ο νομοθέτης όμως δεν επιτρέπεται να το κάμη αυτό μέσα εις τον νόμον, δηλαδή να δίδη δύο γνώμας δι' έν πράγμα, αλλά οφείλει πάντοτε να δίδη μίαν δι' έκαστον. Κάμε δε συμπέρασμα από αυτά που είπες συ ο ίδιος προ ολίγου. Δηλαδή, ενώ υπάρχει κηδεία άλλη μεν υπερβολική, άλλη δε ελλιπής, άλλη δε μετρία, συ επροτίμησες την μίαν, την μετρίαν, και την επιβάλλεις και την επήνεσες απολύτως.

ΑΔΜΗΤΟΣ Ούτε εγώ σ' εκάλεσα να έλθης στην κηδεία ούτε που ήρθες χαίρομαι. Να πάρης και τα δώρα που έφερες, γιατί σ' αυτήν εγώ δεν θα τα βάλω. Για να ταφή, απ' τα δώρα σου ανάγκη αυτή δεν έχει. Τότε έπρεπε να λυπηθής, όταν εγώ εχανόμουν.

Σκηναί της παιδικής του ηλικίας, επεισόδια του ανδρικού βίου του, αι μορφαί των προσφιλεστέρων του μαθητών, η κηδεία της μητρός του, το τελευταίον πρόγευμά του, τα πάντα ήλθον εις τον νουν του με αλληλουχίαν τόσον ορμητικήν, ώστε συνεχωνεύοντο όλα ομού, χωρίς όμως και να συγχέωνται.

Αφήστέ τον ήσυχο, Χριστιανοί μου! Στην έρημη, τη φτωχή του κακότυχου ναύτη κηδεία ούτε παππάς, ούτε ψαλμωδία καμμιά . . . μόνο μερικά δάκρυα μερικών πονόψυχων τον εσυνώδευσαν και την ύστερη στιγμή η αδερφή τουγια τη γυναίκα του δε μιλώερράντισε το βασανισμένο κουφάρι του με δάκρυα θερμά. Η υστερνή του ήλιου αχτίνα εφώτισε το έρημο, το καταφρονεμένο μνήμα . . .

Εν τούτοις έπεσε μετ' ολίγον εις την κατάστασιν αναισθησίας κατά το μάλλον και μάλλον απελπιστικήν, και τέλος έκριναν ότι είχεν αποθάνει. Επειδή ο καιρός ήτο θερμός, τον έθαψαν με μεγάλην ταχύτητα, εις έν από τα δημόσια κοιμητήρια. Η κηδεία του έγεινε την Πέμπτην. Την επομένην Κυριακήν είχε το κοιμητήριον επισκέπτας, ως συνήθως.

Τον ξανάειδα άλλη μια φορά νεκρό στην κηδεία του. Από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου έως το νεκροταφείο είχε την καλωσύνη ο Δημήτριος Κορομηλάς να με πάρη στο αμάξι του. Μέσα σ' αυτό καθισμένοι καθώς πρέπει και δυο άλλοι άγνωστοί μου κύριοι. Μιλούσανε για το νεκρό με συμπάθεια και δίνανε πληροφορίες για τη ζωή του.

Την ίδια στιγμή φάνηκε μακρυά κι ο Αριστόδημος. Ερχόταν αργά με το κεφάλι κάτω, αναμαλλιάρης κι αχνός σα να γύριζε από κηδεία. — Έσπασε η μύτη σας αφεντικό; τον ερώτησε με σεβασμό ένας βλέποντας τα αίματα. — Μπα, δεν είνε τίποτα· αποκρίθηκε με φανερή μετριοφροσύνη εκείνος σφουγγώντας τη μύτη του σαν νάκρυβε τα παράσημά του. Να, εκειός ο Περαχώρας, δεν ξέρεις τι αδέξιος καβαλλάρης που είνε!

Δόξα σοι ο θεός ημών! Δόξα σοι ο θεόςκαι πως μ’ αυτό ήθελε να πη σαν από μέρος του: «Δόξα το θεό!». . . Ο άνεμος έμπαινε κάτω απ’ τάσπρα φελόνια των παππάδων και τα φούσκωνε. . και ταναποδογύριζε αποπάνω απ’ τα καλυμαύχια τους και τους κουκούλωνε. . κ’ έτρεχαν κάθε τόσο εκείνοι πούρχονταν αποπίσω να πιάσουν τανεμιστά παννιά σα φλόκκους να τα κατεβάσουν: ίδιοι μασκαράδες με σεντόνια του φάνηκαν του Νίκου άξαφνα οι παππάδες και τούρθε να γελάση δυνατά. . . Καθώς έβγαιναν απ’ τη λεωφόρο Συγγρού, πέσανε μέσα σε μια σειρά άμαξες κλειστές που γύριζαν απ’ άλλη κηδεία.

Λέξη Της Ημέρας

μεταβατική

Άλλοι Ψάχνουν