Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025


Μη να τον εύρη δεν 'μπορεί; — Όχι· δεν είναι τούτο·είναι χωλή· κι’ ο Έρωτας, υπομονήν δεν έχει, και θέλει ταχυδρόμους του τους στοχασμούς, που τρέχουν δέκα φοραίς πλέον γοργοί από ακτίνα ήλιου, όταν τους ίσκιουςτα βουνά τα βουρκωμένα διώχνη· και διά τούτο πτερωτόν τον Έρωτα τον έχουν, και περιστέρια τον τραβούν, και φεύγει 'σαν αέρας. — Έκαμ' ο Ήλιος το μισόν ημεροκάματόν του κ' ευρίσκεταιτου δρόμου του την κορυφήν φθασμένος.

Την είδε δύο φοραίς με τα μάτια της η γρηά Παντελού, και ο υιός της ο Γιάννης, και διάφοροι άλλοι γείτονες.

Η χήρα όπου έστεκε και όπου επερπάτει, ενόμιζε πως έβλεπε τον ίσκιο του φιλτάτου, κι' εθόλωνε με δάκρυα το καστανό της μάτι, όσαις φοραίς εψέλλιζε τ' ωραίον όνομά του. Κι' εμέ — ω φρίκη! — μ' έτρωγε ο μαρασμός κι' η ζήλεια, από 'δικούς μου η Αζόφ αντήχει στεναγμούς, κατάραις εψιθύριζαν τα κίτρινά μου χείλια, και ήκουα τριγύρω μου εχίδνης συριγμούς.

Αλλά και εις αυτό το χείλος της αβύσσου ο Κλαύδιος ακόμη ελπίζει, μένει κύριος του εαυτού του, ατάραχος, χάριν της σωτηρίας του· διά να μη προδώση το ήδη σαλευόμενον σχέδιόν του, όταν η Γελτρούδη πίνει από το φαρμακωμένο ποτήρι, δεν επιμένει να την εμποδίση και γίνεται δολοφόνος του μόνου πλάσματος το οποίον αγαπούσε εις τον κόσμον· και όταν ολόκληρον το νέον κακούργημά του εξεσκεπάσθη και ο Αμλέτος τον πληγώνει, ο Κλαύδιος πιάνεται ακόμη σπασμωδικώς από την ζωήν, ζητεί βοήθειαν, ίσως με την μωράν ελπίδα ότι η θανατηφόρος αλοιφή του ξίφους, αφού εβάφη ήδη δύο φοραίς εις το αίμα, του Λαέρτου και του Αμλέτου, έχασε την δύναμιν της, ώστε αυτός, ο αληθής ένοχος, να επιζήση μόνος.

ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΑΣ Τριάντα κύκλους κλειδωτούς ως τώρα έχει χαράξη ολόγυρατην σφαίραν μας ο Φοίβος με τ' αμάξι, και τριάντα φοραίς δώδεκα φεγγάρια με την ξένην λάμψιν τριάντα εφώτισαν φοραίς την οικουμένην, αφ' ότου ο πόθος ταις καρδιαίς, ο Υμέναιος τα χέρια, μ' άγιον μας ένωσαν δεσμόν, 'πού ευλόγησαν τ' αστέρια.

ΓΕΛΩΤ. Άκουε, παππού: Έχε πλειότερα απ' όσα ξοδεύεις, λέγε λιγώτερα απ ’όσα γνωρίζεις, βάστα πλειότερα απ' όσα δανείζεις, μην περιπατής όταν ημπορής να καβαλικεύης, άκουε πολλά κ’ ολίγα να πιστεύης, όλα σου τα κέρδη μη τα κινδυνεύεις, μη μεθοκοπάς ούτε να πορνεύης, κάθου και ησύχαζε, κ' έτσι θα κερδίζης εις τα κάθε είκοσι, δέκα δυο φοραίς. ΚΕΝΤ Αυτό και το τίποτε είναι ένα, τρελλέ.

Τι είναι τόση βία; Δεν ήλθε καν να μου το ‘πή ο άνδρας που με θέλει, κι' αμέσως στεφανώματα! Παρακαλώ, μητέρα, ειπέ το ‘ς τον πατέρα μου· δεν θέλω από τώρα να 'πανδρευθώ. Και αν ποτέ θελήσω, παίρνω όρκον πως προτιμώ χίλιαις φοραίς να πάρω τον Ρωμαίον, που 'ξεύρεις πόσον τον μισώ, παρά ποτέ τον Πάρην! Χαρά ‘ς το! ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Να, που έρχεται ο ίδιος εδώ πέρα.

ΛΟΧΑΓΟΣ Πώς! ήδη με στρατόν την έχει φρουρημένην. ΑΜΛΕΤΟΣ Τ' άχυρο τούτο θα χαλάση δυο χιλιάδαις ανθρώπους κ' είκοσι φοραίς χίλια δουκάτα· ιδού μεγάλου πλούτου και βαθειάς ειρήνης απόστημα είναι αυτό, 'πού σπατο μέσα μέρος κ' έξω δεν δείχνει πώς ο άνθρωπος πεθαίνει. Ευχαριστώ σε, Κύριε. ΛΟΧΑΓΟΣ Κύριε, χαιρετώ σε. ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ Να προχωρήσωμε δεν θέλεις, Κύριέ μου;

Από την δωδεκάδα μόνον ο μπάρμπα Χρήστος με το ψηλό φέσι, το όρθιον, έψαχνε τόση ώρα να εύρη την σακκούλα του μέσατον κόρφο του, κι' εγώ για να μη περιμένω τον άφησα. Ο καϊριστής πάλιν εκείνος μου πήρε ένα σφάντσικο, αντί να μου ρίξη. Γιατί αυτός δύο φοραίς τον χρόνον έμβαινετην εκκλησίαν, και δεν εγνώριζε τι κάμνουν και πώς φέρονται οι χριστιανοί.

Εκείνον τον αλαλαγμό κι' όλη την λάμψι εκείνη Απ' της Κλεισούρας το μικρό εκείνο ερημοκκλήσι Αγροίκησε ο Καλόγηρος κ' είχε με μιας γνωρίσητο Μεσολόγγι τη βραδειά εκείνη τ' είχε γίνη. Με μιας πετιέταιτην κορφή και το τηράει και κλαίει Και τέτοια αναστενάζοντας λόγια θλιμμένα λέει: — Αφωρισμένος τρεις φοραίς οποίος έβαλε χέρι 'Στ' αστέρι της Πατρίδας μας, 'ςτού Γένους μας τ' αστέρι!

Λέξη Της Ημέρας

δυσαρμονικώς

Άλλοι Ψάχνουν