Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025
Και τρέχομεν γοργοί και ασθμαίνοντες προς την γόησαν εκείνην, την τόσον επαγωγόν και οιονεί προσμειδιώσαν και καλούσαν ημάς φωτατμίδα. — Πώς; Εφθάσαμεν ήδη τόσον πλησίον της; Ναι! έν έτι βήμα, και την συνελάβομεν εις την πρώτην καμπήν της οδού. Εκτείνομεν την χείρα. . . την έχομεν, την εδράξαμεν! — Όχι· ηπατώμεθα παράδοξον οπτικήν απάτην.
Οι βιολιτζήδες, βλέποντας τον κόσμο νάρχεται ακατάπαφτα, έκαμαν να παίξουν. Να δόσουν και το σύνθημα στο Σαντουριέρη απόξω. Ήταν πια καιρός να πα να κατεβάση, την Κυρά, — που τόσοι εκεί ακαρτερούσαν ανυπόμονα, να τήνε καμαρώσουν, — μάτια μου! Έπαιξαν ένα κομάτι. Ύστερ' άλλο ένα. Γοργοί, πεταχτοί, ολόχαροι ξαπλώθηκαν οι πρώτοι ήχοι.
Κι αφτοί γοργοί κι ακούραστοι, φτερωτοί κι ολόχαροι έτρεχαν ολοένα. Εμάχονταν οι φοβεροί αρματωλοί, κ' εχτυπιώνταν με τις φοβερές τους μπάλες αναμεταξύ τους, με φωνές και σφυριξιές κι αλαλητόν και τάραχο μεγάλο, οι τρανοί οι ήρωες, που ετίκλωναν τον κούφιον και βουβόν αγέρα της πηχτής χιονιάς.
Εις την χείρα εκράτει την μπατίναν του, ράβδον μακράν, εις το κάτω μέρος φέρουσαν κεφαλήν χονδράν, διά της οποίας καταβάλλουν τους ταύρους. Το ύφος του ήτο γλυκύ και συμπαθές οι οφθαλμοί του γοργοί και ευκίνητοι τα χείλη του πάντοτε χαμογελώντα. Ο ζωέμπορος είχεν υπάγει από της προτεραίας να ίδη το λειβάδι του αγίου Γεωργίου, το οποίον εσκέπτετο να ενοικιάση διά την βοσκήν.
Μη να τον εύρη δεν 'μπορεί; — Όχι· δεν είναι τούτο· — είναι χωλή· κι’ ο Έρωτας, υπομονήν δεν έχει, και θέλει ταχυδρόμους του τους στοχασμούς, που τρέχουν δέκα φοραίς πλέον γοργοί από ακτίνα ήλιου, όταν τους ίσκιους 'ς τα βουνά τα βουρκωμένα διώχνη· και διά τούτο πτερωτόν τον Έρωτα τον έχουν, και περιστέρια τον τραβούν, και φεύγει 'σαν αέρας. — Έκαμ' ο Ήλιος το μισόν ημεροκάματόν του κ' ευρίσκεται 'ς του δρόμου του την κορυφήν φθασμένος.
Μα οι Αργίτες σαν ήρθαν στον Ελλήσποντο κι' ως στα γοργά καράβια, γύρω όλοι οι άλλοι σκόρπισαν, στο πλοίο του ο καθένας, μα του Πηλέα ο άξιος γιός τα θαρρετά συντρόφια δεν άφινε να διαλυθούν, παρά τους είπε πρώτα 5 «Συντρόφοι ακούστε αγαπητοί, γοργοί μου Μυρμιδόνες, τ' άτια μη λύστε απ' τα λουριά, μον έτσι λίγο ακόμα μ' αμάξια ας πάμε κι' άλογα να κλάψουμε μια στάλα τον Πάτροκλο μας· τι πρεσβιό αφτό 'ναι των νεκρώνε.
Ήτο τεσσαρακονταετής περίπου την ηλικίαν, έπαιζον δε γοργοί κ' ευκίνητοι οι μαύροι οφθαλμοί του εν αρμονία προς την ηλιοκαυμένην όψιν του και την μαύρην στιλβηδόνα της μαύρης κόμης του. Η χροιά και του προσώπου και των χειρών του ωμοίαζε προς το βαθύχρουν δέρμα κήτους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν