United States or Equatorial Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι αφτοί γοργοί κι ακούραστοι, φτερωτοί κι ολόχαροι έτρεχαν ολοένα. Εμάχονταν οι φοβεροί αρματωλοί, κ' εχτυπιώνταν με τις φοβερές τους μπάλες αναμεταξύ τους, με φωνές και σφυριξιές κι αλαλητόν και τάραχο μεγάλο, οι τρανοί οι ήρωες, που ετίκλωναν τον κούφιον και βουβόν αγέρα της πηχτής χιονιάς.

Τον συντροφεύει ολόμαυρον Μέγα εναέριον σύγνεφον. Κρέμεται ακόμα ατίνακτον Αστοπελέκι επάνω του, Κ' άγρυπνος μοίρα. Ω Βαρνακιώτη· τρέχεις, Και ο κτύπος των ποδών σου Αντιβομβεί ωσάν νάτρεχες Επί τον κούφιον θόλον Βαθείας αβύσσου. Αν κοπιασμένος πέσηςαναπαυθήςτα χόρτα, Η τιμωρός συνείδησις Με σε πλαγιάζει αλλάζουσα Τα χόρτα εις δράκοντας.

Εδώ μέσα είναι η τύχη σας· έλεγε γελών ο γέρων. — Να ήταν τάχα του ξένου; ηρώτησεν η μικροτέρα. — Μπορεί! προσέθηκεν η μήτηρ, γιατί, μου φαίνεται, άκουσα ένα κρότον κούφιον. Ήταν φορτωμένος ένα δισάκκιτον ώμο του. — Αυτουνού θα είνε, επανέλαβεν η μικροτέρα. Να, ένα κομμάτι σχισμένο από το δισάκκι. Πράγματι ην εκεί και ράκος του περιπλακέντος εντός των αγκυλωτών θάμνων δισακκίου.

Όσοι δεν είχαν αλυσίδες, πέτρες εζερρίζωναν· και όσοι δεν είχαν πέτρες είχαν τα δόντια και τα νύχια τους, που εκατέβαζαν λουρίδες το κρέας. Το αίμα έλαμπε, ρουμπίνι ανεχτίμητο στις άσπρες πλάκες περίγυρα. Οι σάρκες εσπαρτάριζαν, θλιβερά κοψίδια στα μαύρα χώματα. Οι σκοτωμένοι, κρύος σωρός έφραζαν την είσοδο της σπηλιάς και οι λαβωμένοι εβαρυβογκούσαν πονετικά στον κούφιον αέρα.