United States or Jamaica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Καθώς όμως με εκατέβαζαν κάτω από το ολίγον φως, που έμβαινεν από το στόμα του πηγαδιού εκείνου, εθεωρούσα μέσα εκείνο το υπόγειον κοιμητήριον, και είδα ότι ήτο πολύ ευρύχωρον· το δε βάθος του ήτον έως είκοσιν οργιές.

Όσοι δεν είχαν αλυσίδες, πέτρες εζερρίζωναν· και όσοι δεν είχαν πέτρες είχαν τα δόντια και τα νύχια τους, που εκατέβαζαν λουρίδες το κρέας. Το αίμα έλαμπε, ρουμπίνι ανεχτίμητο στις άσπρες πλάκες περίγυρα. Οι σάρκες εσπαρτάριζαν, θλιβερά κοψίδια στα μαύρα χώματα. Οι σκοτωμένοι, κρύος σωρός έφραζαν την είσοδο της σπηλιάς και οι λαβωμένοι εβαρυβογκούσαν πονετικά στον κούφιον αέρα.

Αφού ανεπαύθηκα ολίγον με κάθε αγαλλίασιν ανάμεσα εις τους βράχους, εγύρισα πάλιν πίσω εις το υπόγειον, όμως με τέτοιον τρόπον· έδεσα ένα σχοινίον μακρύ έξω από μίαν πέτραν, το οποίον σχοινίον το είχα μαζί μου από εκείνα που εκατέβαζαν τους νεκρούς εις το υπόγειον, και το είχα δεμένον από το κρεββάτι μου ή ξυλοκρέββατον, όταν ήκουσα το σύρισμα, με σκοπόν ότι εάν χάσω την στράταν εις το σκοτάδι εκείνο, να ημπορώ να γυρίσω πάλιν εις το κρεββάτι μου, εκεί που είχα το φαγητόν μου.