Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Συνήθιζε να προτιμά τον κέλητα αντί του ημιόνου και τον ατμόμυλον αντί του ανεμομύλου, όπου είνε τις εκτεθειμένος εις του καιρού τας ιδιοτροπίας. Διά τούτο είχεν αποφασίσει να πάγη εις Γαστούνην, όπου υπήρχεν ατμόμυλος και ήτο βέβαιος ότι θα επεράτου μίαν ώραν αρχήτερα την εργασίαν του.

Ο Σωκράτης λοιπόν, αφ' ού περιέφερε τα βλέμματά του γύρω εις αυτούς, καθώς τας περισσοτέρας φοράς συνήθιζε, και αφ' ού εχαμογέλασεν, είπεν. Ο Σιμμίας όμως ομιλεί σωστά. Εάν λοιπόν κανείς από σας έχη μεγαλυτέραν από εμέ ευκολίαν, διατί δεν απεκρίθη; Διότι ομοιάζει με άνθρωπον, ο οποίος δεν επικρίνει άσχημα την ομιλίαν.

Τον πρόσταξε να καθίση κοντά της, όπως ήτανε, και να φιλάη φιλιά όπως κι όσα συνήθιζε κ' ενώ θα την εφιλούσε να την αγκαλιάζη μαζί και να πλαγιάζη χάμου· κι άμα εκάθησε και την εφίλησε κ' επλάγιασε κ' είδε πως ημπορούσε να κάνη κ' ήτανε γαυριασμένος τόνε σηκώνει από το πλάι της κι αφού ξαπλώθηκε από κάτω του, τον έφερε στο δρόμο που εζητούσεν ως τότε· κ' ύστερα δεν έκανε τίποτα ασυνήθιστο, επειδή η φύση η ίδια τον εμάθαινε τ' αποδέλοιπα πούπρεπε να κάνη.

Όμως τα μάτια του παρακολουθούσαν τη μητέρα κι όταν εκείνη έβγαινε όξω για να είναι μόνη, όπως το έκανε συχνά, όταν αιστανότανε πως δεν μπορούσε να μας κοιτάζη περσότερο και να μας μιλή, τότε ο Ούλοφ συνήθιζε να πηγαίνη σιγά στην πόρτα και να στέκη ώρα εκεί και νακροάζεται.

Περισσότερον τυχηρός ήτο όταν δεν είχε τίποτε. Πρέπει να εναυάγησε πεντάκις με την σκαμπαβίαν του εκείνην, πότε εις τας ακτάς της νήσου μεταφέρων τον ιούνιον θημονίας σίτου από ενός όρμου εις έτερον, πότε εις τας ακτάς της Ευβοίας τον αύγουστον, ότε συνήθιζε να μεταφέρη εις Λοκρίδα τους Μελισσάδες της νήσου. — Όλο μέσ' 'ς το καλοκαίρι πέφτεις όξω, καϋμένε Ολλαντέζο.

Μια φορά έβαλε στοίχημα με κάποιον να κάμη τους μισούς Χριστιανούς να κλαίνε και τους άλλους μισούς να γελούν. Ο πειρασμός τον έσπρωξε να εμπαίξη τα θεία, χωρίς να το καταλάβη. Ανέβηκε λοιπόν απάνω στον άμβωνα, γυρίζει προς το Ιερό, κι' αρχίζει να λέη τα βάσανα που περιμένουν τους αμαρτωλούς στην άλλη ζωή. Έβγαλε και το μαντύλι του, όπως συνήθιζε, κι' άρχισε να σκουπίζη τα δάκρυά του.

Η Μιλάχρω του έκαμε παρατηρήσεις υπόπτους, πλην ο Μπάρμπα-δήμαρχος ετοίμως απήντησεν ότι αν τρατάρη, τρατάρει ς' το χρόνο μια φορά τον γέρο-Νικολά τον ψαράν, ο οποίος κάθε Πάσχα συνήθιζε να δίδη εις τον Μπάρμπα-δήμαρχον κανένα χταπόδι, ως δώρον, τα οποίον τω εφαίνετο τότε νόστιμον ως κρέας.

Τοιαύτα φανταζόμενος ο Μανώλης συνεκινείτο μέχρι δακρύων και έλεγε: — Μα είντα φταίει κιόλας αυτή η μαυρομοίρα; ... .Όι, Τερερέ, δε θα σ' αφήσω 'γώ να τήνε πάρης· καλλίτερα να σε πάρη ο διάολος. Επιστρέψας δε εις το χωριό, αντί ν' αποφύγη διά λοξοδρομίας, ως από τινος συνήθιζε, τον δρόμον του Θωμά, εβάδισε κατ' ευθείαν.

Συνήθιζε δε να λέγη: «Εγώ αν εκάτεχα γράμματα ... », όπως περίπου θα έλεγεν ο Μποναπάρτης: «Εγώ αν ενικούσα στο Βατερλώ! ... » Έψαλλε δε και ενώ έκτιζε και ο εύθυμος Καρπάθιος έλεγεν ενίοτε ιδιαιτέρως προς τον Μανώλην όταν τον επαραζάλιζεν η ψαλμωδία: — Άιντε μωρέ, κιάν δεν τρελλαθούμε, σίγουρα θ' αγιάσωμε.

Πλην μίαν αυγήνσυνήθιζε την αυγήν να παίρνη νερό από το πηγάδι του χωρίουεπανήρχετο μετά της λαγήνου εις την οικίαν της βιαστική και την υδρίαν επί του ώμου κεκλιμένην βαστάζουσα διά της χειρός· η ετέρα εκρέματο προς τα κάτω υπό το βάρος του εκ λευκοσιδήρου κουβά. Ούτω πως εύμορφα κλίνουσα την κεφαλήν της υπό το βάρος της υδρίας προς το στήθος της έσπευδε.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν