Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
— Πώς τα πέρασες εδώ μέσα, σε τούτο το μπουντρούμι; τον ρώτησα. Θέλεις τίποτα να σου φέρω; Έχεις καμμιά παραγγελιά για το σπίτι; Πες μου ό,τι θέλεις ελεύθερα. — Να σου πω ένα πράμμα; μου είπε χαμογελώντας. Ποτέ μου δεν κοιμήθηκα τόσο ήσυχα στο σπίτι μου, όσο σε τούτο το έρημο το στρωσίδι Το πιστεύεις; Και μούδειξε μια παληοκουβέρτα μαζεμμένη σε μια γωνιά! — Ο Θεός να με συχωρέση! ξαναείπε.
— Νά, τω είπεν ο γηραλέος ναύτης, αυταίς μονάχα αι δυο γυναίκες είνε για την πατρίδα σου.
Εσύ, αθώε, κάμε την προσευχήν σου και φυλάγου από τα δαιμόνια. ΓΕΛΩΤ. Ειπέ μου, παππού, τι πράγμα είναι ο τρελλός; Είναι από το αρχοντολόγι ή από τον λαόν; ΛΗΡ. Είναι βασιλεύς! Βασιλεύς! ΓΕΛΩΤ. Όχι. Είναι άνθρωπος του λαού, και ο υιός του αρχόνταινε. Διότι μόνον ένας τρελλός ημπορεί ν' αφήση τον υιόν του να γίνη άρχοντας προτίτερα από τον πατέρα του.
ΒΕΡΑΛΔΟΣ Όλοι αυτοί οι μεγάλοι σου γιατροί είναι άλλοι άνθρωποι στα λόγια και άλλοι άνθρωποι στα πράγματα. Όταν μιλούν, είναι οι ευφυέστεροι άνθρωποι του κόσμου, όταν έρχωνται στα πράγματα, είνε οι αμαθέστεροι όλων των ανθρώπων.
Σκυλί σου είμαι, γαττί σου είμαι, αφέντη, μη μου παίρνης το κορίτσι μου. Ειδεχθώς κωμική ήτο η σκηνή αύτη της γονυκλισίας και των ικεσιών του Γύφτου. Οι παρεστώτες δεν ηδύναντο ουδέ να γελάσωσιν, ησθάνοντο δε οίκτον και αποστροφήν. Ο αρχηγός έμεινεν άκαμπτος και δεν απήντησεν εις τας τελευταίας ικευτικάς λέξεις.
Μ' αν τύχη κ' έρθη θανατικό, αν τύχη και μπη μαθές αρρώστια μέσα σ' αυτό το σπίτι και το ρημάξη και πολεμώ με το χάρο ολομόναχη, και γυρίζω τα μισοσβυσμένα μου μάτια να δω ένα χαμόγελο δίπλα μου, ν' ακούσω μια προσευκή, ν' απλώσω το μαραμένο μου χέρι και να ψάξω ένα χέρι πονετικό — ποιος θα μου τηνέ φέρη πίσω την Αρετούλα μου; Κωστ. Εγώ θα σου τηνέ φέρω!
Κεδά σαν είδε πως το χτικιό τση χάλασε τσι διαολιές τση και πως θαποθάνη, εβάρθηκε να σου κολλήση την αρρωστιά τση, για να σε πάρη μαζή τση στον Άδη. Τέτοια ψυχή έχει αυτός ο άγγελος και τόση αγάπη σούχει. Είντα παιδί 'σαι συ, μωρέ, και γίνεσ' ένα με τσ' οχτρούς τση μάνας σου; Μα 'γώ δε θα την αφήσω τη χτικιασμένη να βάλη φωτιά στο σπίτι μου. Καλή 'μαι να πάω να τση βγάλω τα μάτια τση.
Να τους βάλης «κανόνα». Ποιος ήλθε να ξαγορευθή σε σένα και δεν τον άφησες να κοινωνήση; Τώχει να το κάμη ο κόσμος. Άνθρωποι που δεν κοινώνησαν εδώ και δεκαπέντε χρόνια, περίμεναν να γίνης παπάς εσύ για να κοινωνήσουν. Βαφτίζεις και μυρώνεις. Φόρα το πετραχήλι, την ευχή κ' έχει ο Θεός. Όλες οι φκιασιδούδες, όλες οι πεταλούδες απ' το κελλί σου περνούνε. Ο κόσμος σου ψάλλει όσα σέρνει η σκούπα.
Εβάρυνες και απάντησες, ω Εύμαιε χοιροτρόφε• 325 «Ωιμέν' αυτός ο στοχασμός 'ς τον νου πώς σου 'λθε, ω ξένε; ναύρης εκεί τον θάνατον επιθυμείς, αν θέλης 'ς το πλήθος μέσα να χωθής των υβριστών μνηστήρων, 'που την αυθάδεια σήκωσαν ως τ' ουρανού τον θόλο. κ' εκείνων οι θεράποντες με σε δεν ομοιάζουν, 330 αλλ' είναι νέοι, με καλαίς χλαμύδαις και χιτώναις, και μύρα στάζ' η κόμη τους, το πρόσωπό τους λάμπει• εκείνοι τους υπηρετούν και βλέπεις φορτωμένα με κρέατ' άρτον και κρασί τα στιλβωτά τραπέζια. αλλ' εδώ μένε, αφ' ούτ' εγώ, ούτε κανείς των άλλων 335 συντρόφων μ', αν ευρίσκεσαι μαζή μας, θα βαρύνη. και οπόταν φθάση ο ποθητός υιός του Οδυσσέα, θέλει σ' ενδύση τότ' αυτός χλαμύδα και χιτώνα, και οπού η καρδιά σου επιθυμεί θα σε ξεπροβοδήση».
Ο σπόρος που έπεσε μέσα στάγιό του χώμα, — που το βλέπεις κιόλας απλωμένο μπρος στα ψυχικά σου τα μάτια, — είτανε σπόρος γερός. Μα του καιρού εκείνου οι δουλευτάδες δεν ένοιωθαν από ψιλά κοσκινίσματα. Τονε σπείρανε λοιπόν καθώς βρέθηκε απάνω σ' εκείνα τα δοξασμένα βουνά. Απόμεινε μέσα κι ο σπόρος των τούρκικων αγκαθιών.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν