United States or Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να τους βάλης «κανόνα». Ποιος ήλθε να ξαγορευθή σε σένα και δεν τον άφησες να κοινωνήση; Τώχει να το κάμη ο κόσμος. Άνθρωποι που δεν κοινώνησαν εδώ και δεκαπέντε χρόνια, περίμεναν να γίνης παπάς εσύ για να κοινωνήσουν. Βαφτίζεις και μυρώνεις. Φόρα το πετραχήλι, την ευχή κ' έχει ο Θεός. Όλες οι φκιασιδούδες, όλες οι πεταλούδες απ' το κελλί σου περνούνε. Ο κόσμος σου ψάλλει όσα σέρνει η σκούπα.

ΠΑΡ. Διότι ουδείς καλεί εις δείπνον εχθρόν ή άγνωστον άνθρωπον ή μετρίως γνώριμον, αλλά πρέπει να γείνη προηγουμένως φίλος διά να συμμερισθή τας σπονδάς και την τράπεζαν και κοινωνήση εις τα μυστήρια αυτής.

Έπειτα διηγήθη το ανέκδοτον ενός βοσκού, ο οποίος δεν ήθελε και αυτός κατ' ουδένα λόγον να πλησιάση άλλους ανθρώπους. Ούτε για να μεταλάβη δεν έστεργε να καταιβή στο χωριό. Μια μέρα που τον είδε από μακρυά ο παπάς, τουφώναξε ότι έπρεπε να καταιβή να κοινωνήση, αλλοιώτικα θα πήγαινε η ψυχή του στα τάρταρα.

Ακολούθως εζήτησε τους διδασκάλους, και μετ' αυτούς τον ιερέα διά να εξομολογηθή και κοινωνήση των αχράντων μυστηρίων.

Ο παπάς ήτανε κι' αυτός χλωμός, χαλασμένος, συλλογισμένος, παίζοντας ανήσυχα το κομπολόγι του, ένα μακρύ κομπολόγι από εληοκούκουτσα του Όρους των Ελαιών, χάρισμα του φίλου του του Μελαχροινού, που έφθανε ως το πάτωμα. Απ' τη βραδειά που είχε πάει να κοινωνήση τον πεθερό του Αλυφαντή, ο παπάς έπεσε στα ρούχα. Δυνατή θέρμη τον τάραξε, όλη τη νύχτα, είδε κ' έπαθε να συνεφέρη.

Αποφασίζουνε δηλαδή να φέρουν τον Άρειο στην Κωσταντινούπολη, να τονέ δεχτούν επίσημα στην Αγιά Τράπεζα, παρόντας μάλιστα κι ο Βασιλέας, κ' έτσι να καταντήση παντοτινός του Προστάτης. Συφωνεί ο Κωσταντίνος, να συχάση τέλος πάντων ο τόπος. Έρχεται λοιπόν ο Άρειος στην Κωσταντινούπολη, και ζητάει να κοινωνήση. Άλλο όμως κι αναπάντεχο εμπόδιο πάλι!

Έτυχε τότες Επίσκοπος στην Κωσταντινούπολη ένας γέρος, ήμερος, άκακος, ίσως και λιγάκι ανίκανος, στην ορθοδοξία όμως απάνω γερός κι ασάλευτος. Αυτός λοιπόν ο ΕπίσκοποςΑλέξαντρος τόνομά τουαρνιέται να δώση άδεια να κοινωνήση ένας αποκλεισμένος από της Νίκαιας τη Σύνοδο. Μήτε παρακάλια μήτε φοβέρες δεν τονέ γύριζαν· θεριό μονάχο ο γέρος απάνω στην πίστη.