United States or Luxembourg ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η Αροούγια μου είνε εκατόν φορές ακριβωτέρα από τον πλούτον όλου του κόσμου και από τούτο στοχάσου ω βασιλέα μου, πόση είνε η αγάπη που εις αυτήν προσφέρω, επειδή και γνωρίζω πως είνε μία από τες πλέον τιμημένες γυναίκες όλου του κόσμου, και με αγαπά περισσότερον και από του λόγου της.

Σιωπώσα και μετά θάρρους θα προσφέρω τον λαιμόν μου εις την μάχαιραν». Ταύτα είπεν, όλους δε κατέλαβε θάμβος, ότε ήκουσαν τους λόγους της παρθένου και είδον την γενναιότητα αυτής και την αρετήν.

Συγκαλώ εις συναυλίαν τους χορούς των καταχθονίων Τυφώνων και τας ορχήστρας των εναερίων Λαιλάπων, εις την μουσικήν των οποίων ως και τ' άψυχα χορεύουσι βουνά, κ' εν του μέσω της υπερανθρώπου αυτής συμφωνίας τη προσφέρω την πυρέσσουσαν χείραΑποποιείται!

Κ' εκείνης ο πολύγνωμος απάντησε Οδυσσέας• «Κόρη του μεγαλόκαρδου Αλκίνου, Ναυσικάα, είθε ο Κρονίδης, σύζυγος βαρύκτυπος της Ήρας, 465 θελήση ογλήγορα να ιδώ την ποθητήν πατρίδα, και τότ' ευχαίς ωσάν θεάς εκεί θα σου προσφέρω ολοκαιρής, επειδή συ με έζησες, παρθένα».

Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Μ α ρ ί α. Θέλετε να δεχθήτε και αυτόν τον Ερμήν; Καλά που δεν μούδωκε κανένα γυμνό απ' αυτά, για να το προσφέρω στα κορίτσια μου. Μ α ρ ί α. Ως που να ετοιμασθή το τσάι θέλετε να κάμωμεν ένα γύρω στον κήπο, να δήτε το σπιτικό μας. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Αν θέλετε. Πέρνομεν πρώτα το τσάι. Ήμουν τόσο ταραγμένη το μεσημέρι, ώστε δεν έφαγα τίποτε. Μ α ρ ί α Αμέσως. Κώστα, βοήθησε και συ.

Τότε αυτοί εφώναξαν βλέποντάς με· ιδού, ω αυθέντη, εκείνος ο άνομος κλέπτης, ο οποίος λαμβάνει την τόλμην να παρουσιασθή εις την αυλήν σου· Μεγάλε κριτά, σε παρακαλούμεν να μας διαφεντεύσης. Εγώ τότε επλησίασα εις τον Κατή διά να ειπώ τα δίκαιά μου, μα μην έχοντας δώρα διά να του προσφέρω, δεν ηθέλησεν ούτε να με ακούση· αλλά επρόσταξε, και με εφυλάκωσαν.

Πριν έμβω εις το κατάστημα, εγύριζον νυχθημερόν ζητεύουσα· ενθυμούμαι δε κάλλιστα και τας περιφρονήσεις των διαβατών, και τους πικρούς των λόγους, και τας ψυχράς νύκτας, τας οποίας ημίγυμνος και ανυπόδητος, τρέμουσα και πεινώσα, διήλθον άυπνος εις τας δημοσίους οδούς. Η καρδία μου κλαίει οσάκις περί πτωχών ακούω, παρηγορείται δε και ευφραίνεται οσάκις δύναμαι να τοις προσφέρω μικράν βοήθειαν.

Ητοιμαζόμην να τον αποχαιρετήσω αναβάλλων εις την προσεχή μου επίσκεψιν την ακρόασιν των παραπόνων του κατά της πολιτικής, όταν η προ πολλού υπεράνω της κεφαλής μας αιωρούμενη βροχή ήρχισε να καταπίπτη ραγδαία. Μου επρόσφερε τότε άσυλον εις το παράπλευρον του εκκλησιδίου παράπηγμα και με παρεκάλεσε να του προσφέρω ολίγον ρετσινάδον ως προφυλακτικόν κατά της υγρασίας.

Αυτά 'πε και όλοι ωρκισθήκαν ως εζητούσ' εκείνη• και αφού τον όρκον ώμοσαν κ' επρόφεράν τον όλον, πάλιν ωμίλησε η γυνή κ' εμπρός εις όλους είπε• «τώρα σιγάτε• και κανείς απ' όλους τους συντρόφους 440 μη μου ομιλήση αν μ' απαντάτον δρόμον ή 'ς την βρύσι, μη κάποιος πάη και το ειπή του γέρουτο παλάτι, και αυτός νοήση κ' εις δεσμά κακά με σφικτοδέση, κ' εσάς να χάση σοφισθή• αλλάτον νου σας κρύψτε τον λόγο, και ανταλλάξετε ταις πραγματειαίς με βία. 445 και, οπόταν το καράβι σας όλο γεμίση πλούτη, μες το παλάτι μήνυμαεμέν' ευθύς να φθάση• τι και χρυσάφι, όσον ευρούν τα χέρια μου, θα φέρω. και θα 'χα και άλλον πρόθυμα να σας προσφέρω ναύλο• ότι το βασιλόπαιδοτα μέγαρ' ανατρέφω• 450• είν' έξυπνο και τρέχει αυτό κατόπι μ' όταν βγαίνω. εις το καράβι αν φέρω αυτόν, αμέτρητην αξία θαύρετ' οπού τον φέρετεανθρώπους αλλοφώνους».

Έπειτα ο Τριστάνος μίλησε έτσι: «Άρχοντες, ναι, εσκότωσα το Μόρχολτ, αλλά πέρασα τη θάλασσα για να σας προσφέρω λαμπρή ικανοποίησι. Για να ξεπλύνω το άδικο, έβαλα τη ζωή μου σε κίνδυνο θανάτου και σας ελευθέρωσα από το θεριό. Και να που κατέκτησα έτσι την Ιζόλδη την Ξανθή. Θα την πάρω λοιπόν στο καράβι μου.