Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Εφόρειε μεγάλη σκούφια 'ςτό κεφάλι του, στολισμένη με ωραία φτερά, και μακρύ μεταξοπράσινο δουλαμά, περιπλουμισμένον με χρυσά σιρίτια, που φάνταζε θαυμάσια, καμωμένος με πολλή μαστοριά και με τέτοια τέχνη ντυμένος, όπου σα σκέπαζεν από τη μέση και κάτου τ' άρματα, εφαίνονταν και τ' άρματα κ' εφαίνονταν κι αυτός.

Ακούετε, διά να μη χάνεται πολλή ώρα εις μάτην δι' αυτό. Δηλαδή παν ό,τι μετέχει νόμου και τάξεως μέσα εις μίαν πόλιν δημιουργεί όλα τα αγαθά, ενώ τα περισσότερα από τα καλώς τακτοποιημένα διαλύουν πολλά άλλα αδιάτακτα ή κακώς τακτοποιημένα. Και ακριβώς εις αυτό έφθασε η συζήτησίς μας.

Αυτά δε περίπου έλεγε και σήμερον εν πολλή κατανύξει καλοθρεμμένος τις ιεροκήρυξ, όστις εφρόντισεν επί τέλους να μνημονεύση επιδεξίως προς τους ακροατάς του και μικρόν τι αυτού συγραμμάτιον, ορίζων συνάμα και το βιβλιοπωλείον, όπου ηδύνατο να το αγοράση ο βουλόμενος προς ψυχικήν αυτού οικοδομήν, αντί ε υ τ ε λ ο ύ ς τι μ ή ς.

Τι τραβιέσαι; Σκιάζεσαι και φέβγεις; Τρόμαξες με την πάρα πολλή, με την ξεφρενιασμένη μου την αγάπη; Έλα πάλε στο πλεβρό μου, έλα κι απόψε, πουλί μου. Είναι νύχτα, εσύ που αγαπάς τα κρυφά, και κανένας δε μας βλέπει... Ποιόνα φοβάσαι; Φοβάσαι κανέναν; Και τη νύχτα θέλεις να κρυφτής; Θυμούμαι τι μου είπες. Εγώ τώρα δεν το ξεχνώ. «Έχουμε καιρό.

Ίων: Το δράμα αυτό διακρίνεται για την περίτεχνη πλοκή του, τις περιπέτειες που με πολλή τέχνη παρεμβάλλονται και για την απροσδόκητη έκβαση. Η υπόθεση του περιστρέφεται γύρω από τους κινδύνους, την αναγνώριση και την αναγόρευση, μετά, του Ίωνος, ως κληρονόμου του βασιλέα της Αττικής Ξούθου. Η μετάφραση, του Πολ. Δημητρακόπουλου.

Είχε τη χάρη της αυγής, της χρυσοστολισμένης, Σίντας προβαίνη ασύννεφη ψηλά στα κορφοβούνια, Κι’ όταν την έπιανε ο καημός κι’ αρχίναε το τραγούδι, Στέκονταν όλοι μ’ ανοιχτό το στόμα για ν’ ακούσουν, Κι’ από τη ζήλια την πολλή βουβαίνονταν τ’ αηδόνια.

Όσο και να δυστυχάη, Όποτε άθρωπος μετράει Μ' αλλουνού ομιοπαθή του Την πικρή κατάστασί του, Και παρατηράει την ξένη 895 Πλιο πολύ βασανισμένη, Βρίσκει τότες κάπια αιτία Την πολλή φιλοτιμία Της καρδιάς του να ησυχάση, Τα δεινά του να ξεχάση. 900 Του δειλού και φοβιτζιάρη Λείπει ελευθεριάς η χάρι, Και στον κόσμον όσο ζη, Οχ το δυνατώτερό του Σκλάβος σέρει το ζυγό του 905 Με τους φόβους του μαζί.

Η γρηά-Σπύραινα θέλεις από τον γεννηθέντα εν εαυτή φόβον, θέλεις από την υπερβολικήν ελπίδακουράζει, βλέπετε, και η πολλή ελπίςαπέκαμε περί την ώραν του εσπερινού και δεν εφάνη πλέον εις τον Βράχον. Ήτο και τόσον δριμύ το ψύχος!

Κρακρούκ! ανεβοκατέβηκε ξεροσκαστά η βαριά πάνω στο κάφκαλό του. Ελωλώθηκε ο Λιάρος. Εθόλωσαν τα παιδιακήσια του μάτια. Επρομύτισε με τη μούρη στα χώματα. Εχτύπησαν δεμένα τα πόδια του τον αέρα. Εμουκάνισε με κλάψα πολλή, με πικρό παράπονο. Ο μακελάρης πέταξε τόρα με βία τη φοβερή τη βαριά του παράμερα. Εξεφηκάρωσε ένα πλατύ χασαπομάχαιρο κοντό, που άστραψε στον ήλιο ασημένιο.

Μα κ' η επιβολή δεν είχε πια πολλή πέραση ύστερις από τον έχτο αιώνα· κάποτες μάλιστα, καθώς στον όγδοον αιώνα, έμεινε κι όλως διόλου νεκρό γράμμα· κι αν ξαναφάνηκε αργότερα, δε δούλευε όμως πια με την παλιά της σκληρότητα, ώσπου καταργήθηκε ολότελα στον εντέκατο αιώνα.

Λέξη Της Ημέρας

αρραβωνιστικού

Άλλοι Ψάχνουν