Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Ένας μαθητής μου μια μέρα ήρθε να με βρη και τον έβλεπα σα ζεματισμένο. «Δεν αξίζει τον κόπο, με λέει, να κάμη κανείς ετυμολογικό Γλωσσάριο της νεοελληνικής, γιατί αμέσως φαίνεται η παραγωγή κάθε λέξης και πολλή δουλειά δε θέλει να την ετυμολογήσουμε. Πού είναι οι λατινικές γλώσσες!

Ο Μανάρας ήταν από τοις πλούσιοι χωρικοί· πολύ έξυπνος και πολύ άξιος άνθρωπος, εφημηζότανε και για πολύ τολμηρός λαθρέμπορος. Ο παππάς Συνέσιος εβυθίσθηκε σε ύπνο βαθύ και μόνο αργά πλιο, απόσπερνα, ήλθε το Βαγγελάκι κ' εμπήκε στην κάμαρά του, όπου έμεινε πολλή ώρα.

Το ψύχος την είχε διαπεράση και ο ιατρός είπεν, ότι χρειάζεται πολλή προσοχή και πολλαί φροντίδες διά ν' αναλάβη· την κατέκαιεν ο πυρετός . . . Νοσοκόμος της, καθ όλον το διάστημα της ασθενείας ήτο ο Αντωνέλλος, όστις δεν ήθελε να την περιποιηθή κανείς άλλος. Ούτε έτρωγε, ούτε εκοιμάτο όπως έπρεπε, μεθ' όλας τας ενστάσεις της Μπέλλας ήτις, μετά είκοσιν, ημέρας ανέρρωσε.

Αν τον κοίταζα, έβαζε το δάχτυλο στο στόμα κ' έλεγε «Σστμε μιαν έκφραση στο πρόσωπο, που έδειχνε πως γνώριζε τη δύναμή της και ταυτόχρονα τόσο αθώα, ώστε άφινα την πέννα χωρίς να θέλω. Αν όμως δεν τον κοίταζα, τότε ερχότανε σιγά σιγά στο τραπέζι κ' έστεκε κοντά μου. Μπορούσε να στέκη πολλή ώρα υπομονετικά εκεί· κι όταν είχα τη δύναμη να κάνω πως δεν τον ένοιωσα, έφευγε πάλι τόσο σιγά όπως ήρθε.

Μα ο Νίκος άκουγε κι άλλα δικά του μαζί μ'εκείνα που τούλεγε η Λιόλια. . κ' ήτον τόσο τρομερά απ'την πολλή τους γλύκα αυτά που άκουγε, τόσο αβάσταχτα, που πετάχτηκε απάνω ορθός- Πάμε, πάμε ! είπε, τινάζοντας τα ψίχουλα απ’ το πανωφόρι του.

Κ' είδα πως αποχαιρετούσε πάλι, μα όχι με τον ίδιον τρόπο καθώς λίγες ώρες προτήτερα. Την άλλη μέρα θα πήγαινε στην κλινική. Μα όταν ξύπνησα το πρωί, ο Ούλοφ είταν καθισμένος στη μεγάλη πολυθρόνα αντικρυνά στην πόρτα της κρεβατοκάμαρας. — Είσαι πολλή ώρα εδώ; τονέ ρώτησα ξαφνισμένος. — Ναι, απάντησε μονοσύλλαβα.

Στέκει, η Αλήθια καρτεράει, στην άκρα απορριμμένη, 55 Σε καταφρόνεσι πολλή, ψυχρή και παγομένη. Διαβαίνει ημέρα ολάκαιρη, κοντεύει να νυχτόση, Και δεν ευρέθηκε άθρωπος σε ταύτη να ζυγόση.

Πολλή μεγάλη βεβαίως ανοησία θα ήτο, μα τον Δία, είπεν ο Σιμμίας.

Η φιλοσοφία είναι πολύ παλαιά και παρά πολλή μεταξύ των Ελλήνων και εις την Κρήτην και εις την Λακεδαίμονα, και εκεί υπάρχουν οι περισσότεροι του κόσμου σοφισταί· αλλ' εις τους άλλους το αρνούνται και προσποιούνται ότι είναι αμαθείς, διά να μη τους καταλαμβάνουν ότι υπερτερούν τους άλλους Έλληνας κατά την σοφίαν, ωσάν τους σοφιστάς τους οποίους ανέφερεν ο Πρωταγόρας, αλλά διά να νομίζουν οι άλλοι ότι υπερτερούν κατά την πολεμικήν τέχνην και την ανδρείαν, επειδή νομίζουν ότι, εάν μάθουν οι άλλοι εις τι υπερτερούν, όλοι θα κάμουν τότε το έργον αυτό, δηλαδή την σοφίαν.

Μα μήτε τα χείλη του δεν είχαν πια τώρα συμμαζεμό, κι άλλο δεν ιστορούσε η όψη του παρά τους πόνους και τάλλα τα σημάδια του αλύπητου χρόνου. Και τους πόνους του όμως και τάχαρα τα σημάδια τω γερατειών τα είχε καταπονεμένα η ελπίδα κ' η χαρά που πάλι μπρος του, γλυκόφεγγε κ' ίσως μάλιστα και τα χείλη που παρατρεμούλιαζαν είταν από την πολλή τη χαρά.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν