Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Ας ήτον και τώρα να φανή, να πλησιάση μία βάρκα! . . . Η Φραγκογιαννού θα παρεκάλει τους νέους αλιείς, τους πατριώτας της, να την επάρουν μαζύ, μέσ' την βάρκα . . . Και πού θα επήγαινε;. . . Ω, βέβαια στα πέρα χώματα, στα μέρη τ' αντικρυνά, στην μεγάλη στεριά . . . Κ' εκεί τι θα έκαμνε; Ω είχεν ο Θεός, θ' άρχιζ' εκεί νέον βίον!

Μια στιγμή πριν έλθης, είδα ένα κοπάδι πέρδικες που επετούσαν κατά το Βορειά, δυο λαγούς που έτρεχαν αντικρυνά, ένα ζαρκάδι που έφευγε κατά την Ανατολή και ένα ζευγάρι φαζάνια κατά τη Δύσι. Έχεις λοιπόν να διαλέξης, μόνο δεν έχεις καιρό να χάσης αν θέλης να τα φθάσης.

Είπε και με την ζώστρα του συσφίγγει τον χιτώνα, προς τα μανδριά πορεύεται, 'που εκλειούσαν χοίρων πλήθη, σηκόνει δύο, σφάζει τους κ' ευθύς τους καψαλίζει, και αφού καλά τους λιάνισεταις σούβλαις τους περνάει, 75 και άμα τα κρέατ' έψησε τα φέρει του Οδυσσέα, ζεστά ζεστά μες τα σουβλιά, κ' επάνω τ' αλευρόνει, και εις καυκί μέσα συγκερνά κρασί γλυκύ σαν μέλι, και αντικρυνά του κάθεται και τον παρακινάει• «Ω ξένε, τρώγε απ' το φαγί το χοίρινο, των δούλων, 80 και τα θρεφτάρια ολόπαχα τα ευφραίνονται οι μνηστήρες, 'π' ούτ' έλεος έχουντην ψυχήν ούτε της δίκης φόβο• πλην τ' άνομ' έργα οι μάκαρες θεοί δεν αγαπούσι, αλλά τα δίκαια και χρηστά τιμούν των θνητών έργα. και οπόταν άνδρες άρπαγαις, κακόπρακτοι, πατήσουν 85 εις ξένον τόπον και εις αυτούς λάφυρα δώση ο Δίας, άμα φορτώσουν, σπουδακτά γυρίζουντην πατρίδα, ότι κ' εκείνων εις τον νου της δίκης πέφτει τρόμος. πλην τούτοι κάπως θα 'μαθαν, θεού φωνή τους είπε, το τέλος του, αφού δίκαια δεν θέλουν να μνηστεύουν, 90 ουδέ να γύρουν σπίτι τους, αλλ' ήσυχα του φθείρουν δυναστικώς τα πλούτη του χωρίς να τα λυπούνται. τι κάθε ημέρα του Διός, όσαις και αν έχη ο χρόνος, ένα ποτέ δεν σφάζουσι σφακτόν ή δύο μόνα• και άφθονα βγάζουν το κρασί και το ρουφούν οι αυθάδεις. 95 ότ' είχε βιόν αμίλητον, όσον δεν είχεν άλλος ήρωαςτην μαύρη στερεάν, αλλ' ούτετην Ιθάκη. κ' είκοσι ανδρών ολόκληρα και αν ενωθούν τα πλούτη τόσα δεν είναι• τώρα εγώ να σου τ' απαριθμήσω• δώδεκ' αγέλαιςτην στερηά, τόσαις κοπαίς προβάτων, 100 και τόσαις χοίρων, και γιδιών τόσα πλατειά κοπάδια, του βόσκουν ξένοι μισθωτοί ποιμένες και δικοί του. κ' εδώτην άκρην ύστερη γιδιών πλατειά κοπάδια ένδεκα βόσκουν, και άνθρωποι καλοί τα επιστατούσι. καθένας πάντοτε απ' αυτούς καθημερνά τους φέρει 105 από τα ερίφια τα παχειά το εξαίρετο, το πρώτο. κ' εγώ πάλ' είμαι φύλακας των χοίρων οπού βλέπεις, και το θρεφτάρι το καλό διαλέγω και τους στέλνω».

Κ' είδα πως αποχαιρετούσε πάλι, μα όχι με τον ίδιον τρόπο καθώς λίγες ώρες προτήτερα. Την άλλη μέρα θα πήγαινε στην κλινική. Μα όταν ξύπνησα το πρωί, ο Ούλοφ είταν καθισμένος στη μεγάλη πολυθρόνα αντικρυνά στην πόρτα της κρεβατοκάμαρας. — Είσαι πολλή ώρα εδώ; τονέ ρώτησα ξαφνισμένος. — Ναι, απάντησε μονοσύλλαβα.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν