United States or Kyrgyzstan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά καθώς λέγει ο Λατίνος πατήρ η αληθής χαρά έγκειται εις τα σοβαρά πράγματα, και εκ της βαθείας πηγής της ζωής ήτις κείται εις την καρδίαν των πραγμάτων, και ο Άνθρωπος των Οδυνών ηδυνήθη μεγάλας σταγόνας να πίη.

το μέτωπό του το πλατύ που το φωτίζ' ο ήλιος Επέρασ' ένα σύγνεφο. Το μάτι του κατάρα... Από τα βάθη της ψυχής ανέβηκε η πικράδατα δροσερά τα χείλη του και του τα φαρμακεύει Σαν νάχε πιή την αλοή... — Αχ! Μήτζε Κοντογιάννη, 'Σ τον άδη που θα καταιβώ, αν μ' εύρη ο γέροντάς σου Και με ρωτήση, τι θα 'πώ;... Πως μ' έν' αρματωλίκι.. Είπε και στέναξε βαρειά.

Οι Ναπολιτάνοι εθριάμβευον και επευφήμουν και οι Σικελοί έκλιναν δυσθύμως προς τα κάτω την κεφαλήν. Προ της θύρας οινοπωλείου δύο συστρατιώται του, ορθοί επί σκαμνίων, τον επροσκάλεσαν να πίη έν τελευταίον ποτήριον οίνου μετ' αυτών. Δεχθείς προθύμως την πρόσκλησιν ύψωσε το ποτήριον ανακράζων «Εις την υγείαν της Α. Μεγαλειότητος του ενδόξου και αγαθού ημών βασιλέως Φερδινάνδου.

Εκ των Στωικών δεν ήτο κανείς εκεί• διότι, ως ελέγετο, εξακολουθούν ν' αναβαίνουν τον ανηφορικόν δρόμον της αρετής• ηκούσαμεν δε λεγόμενον και περί του Χρυσίππου ότι δεν θα του επιτραπή να εισέλθη εις την νήσον πριν ή πίη τετράκις ελλέβορον. Περί των Ακαδημαϊκών ελέγετο ότι ήθελον μεν να έλθουν, αλλ' εδίσταζον ακόμη και εσκέπτοντο• διότι δεν ηδύναντο να εννοήσουν ότι υπάρχει τοιαύτη νήσος.

Η Ιωάννα, ήτις εν τη ανυπομονησία αύτης ουδέ περί της οδού εφρόντισεν ακριβώς να ερωτήση, εν όσω μεν ο δρόμος ηνοίγετο ευθύς ενώπιον της έτρεχεν ως διωκόμενη έλαφος· αλλά περιπλεχθείσα μετ' ου πολύ εις στενάς ατραπούς και αδιέξοδα μονοπάτια κατέπεσε τέλος ως η Δήμητρα παρά το χείλος φρέατος, ίνα πίη και σκεφθή υπέρ του πρακτέου.

Η γρηά Περμάχου είχεν έλθει να κάμη την συνήθη πρωινήν επίσκεψιν, να δώση κανέν ψευτογιατρικόν εις την πάσχουσαν και να πίη την φασκομηλιά της με το πετιμέζι· οκλάζουσα εις μίαν γωνίαν αντικρύ της εστίας, ομοία με την κουκουβάγια, προσήλου τους μεγάλους οφθαλμούς της επί την ασθενή, και κατεμέτρει τους προϊόντας βαθμούς της φθοράς επί του προσώπου της.

Ο Τούρκος εξηκολούθησεν: — Αυτήν την φορά ήμουν καλά κρυμμένος· και για να του πάρω κάθε υποψία τον αφήκα να περάση το γεφύρι. Και σαν είδα πως καταίβηκε στην όχθη κ' έσκυψε να πιη νερό, επερίμενα ακόμη μια στιγμή, για να μη πάρω το κρίμα στο λαιμό μου... Κ' ύστερα ετράβηξα... — Ω! Άθλιε! Εφόνευσες τον αδελφόν μου!

τους ίσκιους καιτους έλατους κούρευα την κοπή μου Και τα μαλλιά ήταν κόκκινα και βάψαν τα ψαλίδια· Να την βοσκήσωτα χλωρά τα ριζοβούνια βγαίνω Και τα χορτάρια κόκκινα ταύρα κι' αυτά βαμμένα· Κατέβηκατον ποταμό να την περιποτίσω Κ' εύρα και τα νερά θολά και κόκκινα βαμμένα· Παίρνω την ακροποταμιά και φτάνωακροβούνι, Εκεί οπού βγαίνει το νερό κι' οπού 'νε ο καταγός του, Κ' είδα κοράσιο οπώσκυψτε κ' έπινε με τα χείλια, Κ' είχε τα χείλια κόκκινα σαν με βαφή βαμμένα Καιόσες βρύσες έσκυφτε να πιη, 'ς όσα ποτάμια, Έβαφαν όλα τα νερά· έβαψαν τα χορτάρια, Έβαψαν και τα πρόβατα, έβαψαν τα ψαλίδια.

Κ' έλεγε μεν ο Αλωνάρης, του οποίου η κεφαλή είνε ξηρά και άγονος, ως η επιφάνεια των αλωνίων κατά την επί της γης περίοδόν του, ότι ηδύνατο να το πίη αποσπών καθένα παπίρι εκ των κάτω προς τ' άνω, αλλά τούτο δεν εθεωρήθη σωστόν.

Αφού ωμολόγησες ότι είναι καλόν διά τον άρρωστον το φάρμακον, όταν υπάρχη ανάγκη να το πάρη, πρέπει λοιπόν αυτό το καλόν να το πάρη εις όσον το δυνατόν μεγαλυτέραν ποσότητα, και νομίζεις ότι θα τον ωφελούσε περισσότερον, αν έτριβε κανείς και του έδινε να πιη μίαν ολόκληρον άμαξαν ελλεβόρου; — Χωρίς καμμίαν αμφιβολίαν, Ευθύδημε, εάν βέβαια εκείνος που θα το έπινε ήτον τόσο μεγάλος, όσος ο ανδριάς που είναι εις τους Δελφούς. — Και αφού λοιπόν είναι καλόν να πηγαίνη κανείς εις τον πόλεμον με όπλα, θα έπρεπεν αρά γε να φορή και όσον το δυνατόν περισσοτέρας ασπίδας και δόρατα, αφού είναι καλόν; — Και βέβαια έτσι πρέπει, είπεν ο Κτήσιππος· ή μήπως εσύ δεν το παραδέχεσαι, Ευθύδημε, και φρονείς ότι πρέπει να πηγαίνη με ένα μόνον δόρυ και με μίαν ασπίδα; — Ναι έτσι λέγω. — Έτσι λοιπόν θα ώλπιζες εσύ και τον Γηρυόνην και τον Βριάρεων; κρίμα κ' εγώ ενόμιζα πως κάτι περισσότερα νοιώθετε, εσύ και ο φίλος μας απεδώ, αφού μάλιστα είσθε και διδάσκαλοι της οπλομαχητικής..