United States or Vatican City ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έφερε την αγγελία ότι πλοίον Ψαριανόν μας επερίμενεν εις έρημον λιμενίσκον όχι μακράν του χωρίου, και ήτο έτοιμος ο χωρικός να μας οδηγήση αμέσως προς αυτό. Η νυκτερινή ώρα, ο φόβος των Τούρκων, η άγνοια του μέλλοντος, οι κίνδυνοι της φυγής, η ανάμνησις των πρώτων ματαίων περιπλανήσεων, πολλούς δισταγμούς την ώραν εκείνην εγέννησαν.

Ο ύπνος κοιμίζει το πνεύμα και διεγείρει την σάρκα εις την ακάθαρτον επιθυμίαν της ηδονής. Φυλάξου, κόρη μου. &Δεζιδέριουμ γένουιτ πεκκάτουμ, ετ πεκκάτονμ γένουιτ μόρτεμ&. Και απήλθε κλειδώσασα επιμελώς την θύραν. Η Αϊμά έμεινε μόνη εν τη νυκτερινή μοναξία, προς ην είχεν εξοικειωθή, μόνη μετά του νυσταλέου λύχνου, και της επιστολής του Μάχτου, ην δεν ηδύνατο ναναγνώση. Γραφή καθ' υπαγόρευσιν.

Αίφνης η νυκτερινή αύρα απεμάκρυνε τον καπνόν, απεκάλυψε κεφαλήν γέροντος με ψαρόν γένειον. Εις την θέαν ταύτην, ο Χίλων συνεταράχθη και συνεσφίχθη ως όφις πληγείς, και από το στόμα του έφυγε κραυγή ομοία μάλλον προς κρωγμόν κόρακος ή με φωνήν ανθρωπίνην. — Ο Γλαύκος! ο Γλαύκος! Από του ύψους του καιομένου πασσάλου, ο ιατρός Γλαύκος προσέβλεπε.

Μόλις τω εφαίνετο ότι έλαμπε φωτεινή τις ακτίς εις την όψιν του, και πάραυτα το σκότος επυκνούτο και καθίστατο δεινότερον. Έμεινεν επί μακράς ώρας εις την θέσιν εκείνην, λησμονήσας εαυτόν. Η νυκτερινή δρόσος επήνεγκε νάρκην εις το σώμα αυτού, και κάρωσις τω επήλθεν. Ήτο μεσαία κατάστασις μεταξύ υπνοβασίας και εγρηγόρσεως, λήθαργος, νάρκωσις και ουχί ύπνος.

Τας είδα, αλλ' εκείνη δεν τας είχεν ίδει, και έπιε τον οίνον αδιστάκτως, εγώ δε απεσιώπησα το συμβεβηκός, όπερ, μολονότι είχα ίδει εναργώς, εθεώρουν ως προϊόν φαντασίας εξημμένης, ης την νοσηράν ενέργειαν επέτεινον οι τρόμοι της συζύγου μου, το όπιον και η νυκτερινή ώρα.

Το άστρον της Ανατολής έσβυσε πλέον. Οι μάγοι με τα δώρατα τρία σύννεφαεγύρισαν οπίσω σαν να έχασαν τον δρόμον. Είχεν εξημερώσει. Διαταγή του νέου Μητροπολίτου είχε καταργηθή η νυκτερινή ακολουθία των Χριστουγέννων διά παντός. Ήλθαν και μου είπαν. — Όχι μέσα εις τα σκότη! Με τον ήλιο! Αι κατακόμβαι δεν υπάρχουν πλέον! . .

Εσπέραν δέ τινα ετόλμησε και να επιψαύση διά του άκρου των χειλέων το μέτωπον του κοιμωμένου, φυγούσα μετά τρόμου, άμα είδε κινούμενα τα βλέφαρά του. ο δε καλός Φλώρος διηγήθη την επιούσαν εις τους συντρόφους του πως νυκτερινή οπτασία εις κεντητόν υποκάμισον περιτυλιγμένη επεσκέφθη αυτόν καθ' ύπνους.

Η Βεάτη, ήτις είχε προσπαθήσει να ενωθή ει δυνατόν με τον μέλανα τοίχον, περιέμεινε στιγμάς τινας μέχρις ου απομακρυνθή, προτιμώσα να μείνη αυτή εις το σκότος ή να κινδυνεύση αύθις τον αυτόν κίνδυνον. Η αδελφή Σιξτίνα προέβη. Η Βεάτη την ηκολούθησεν χωρις ν' ανησυχή πλέον. Η Σιξτίνα προεπορεύετο, μηδαμώς υποπτεύουσα εις τι εχρησίμευεν η νυκτερινή αύτη περιοδεία της και ο φανός ον εκράτει.

Μα είνε λυπημένος, επανέλαβε, γιατί κατηργήθη, λέει, η νυκτερινή ακολουθία των Χριστουγέννων. — Και δεν μ' ερωτάς εμένα, βρε άλλε , να σου πω; είπε στραφείς προς εμέ. Η εκκλησία, επήρε και αυτή τον κατήφορο της μόδας. Πάει πλέον. Έγεινε και αυτή καπέλλο. Την έκαμαν δηλαδή. Δεν ακούς οπού σήμερα, χρονιάρα μέρα, θέλανε να κάμουνε μνημόσυνο στο Νεκροταφείον;

Τελευταίος επήδησεν ο χωρικός, ετέθη επί κεφαλής μας, και ήρχισεν η νυκτερινή οδοιπορία. Η απόστασις δεν ήτο μεγάλη, αλλά δεν είναι εύκολος ο δρόμος, όταν με την καρδίαν τρέμουσαν φεύγης εις το σκότος, μη γνωρίζων πού πηγαίνεις, και φοβήσαι ανά πάσαν στιγμήν μη φανώσιν οι Τούρκοι, και έχης γέροντας και γυναίκας και παιδία μικρά εις την συνοδίαν σου !