Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Ιουνίου 2025


Όταν όμως ύστερ' από πολλά χρόνια μπορούσα να γνωρίζω πια πως μου είτανε δυνατό ναπολάψω ένα καλοκαίρι κοντά στη θάλασσα, τότε είταν η γυναίκα μου που μ' έκανε να φοβούμαι πως όλη η χαρά μου θα έλιωνε σ' έναν καπνό.

Οι δυο ίσκιοι ζώνανε ολάκερη τη ζωή μου και το σφάλμα μου είτανε πως δεν μπορούσα να πάρω τον ήλιο από τον ουρανό, για να διώξω τον έναν από τους ίσκιους. Αυτό είταν το σφάλμα μου κ' η αυταπάτη μου. Γιατί δεν έβλεπα με ανοιχτά μάτια. Δεν άκουγα με αυτιά που ακούγανε. Έβλεπα μόνο τον πόθο μου, άκουγα μόνο τη φωνή του ονείρου μου, που νοσταλγούσε τη ζωή.

Ήθελα να ετολμούσε κανείς να μου το πη κατά πρόσωπον, για να μπορούσα να του τρυπήσω το κορμί με το ξίφος· αν έβλεπα αίμα, θα εγινόμουν καλύτερα. Αχ, εκατό φορές επήρα ένα μαχαίρι, για να ελαφρύνω αυτήν την καταστεναχωρημένη καρδιά μου.

Πώς μπορούσα να πω όχι; Εσύ δεν ήξερες τίποτακατέληξε ξαναρχίζοντας το γνέσιμο. Ο Έφις ένοιωσε ταπεινωμένος. Θυμόταν ότι η ντόνα Έστερ είχε γράψει κρυφά στον Τζατσίντο να έρθει∙ κρυφά μπορούσε να υπογράψει και τη συναλλαγματική.

Έπλεχνε με την καλτσοβελόνα και με το νου της. Σταμάτησα το σιγανό μου σφύριγμα άμα την είδα. Ανέβηκε στα στήθια μου σαν παράξενο σύγκρυο. Θόλωσαν τα μάτια μου και μήτε πια τον Τοπχανέ δεν μπορούσα να δω. Το παρατήρησε αυτή δεν το παρατήρησε, ποιος το ξέρει. Αφήκε όμως το πλέξιμό της και κίνησε καταόξω. Βασιλεμένος ο ήλιος ώρα πολλή. Άρχιζαν και τρεμούλιαζαν τάστρα.

Είτα ανέβλεψεν ανά τον τοίχον, κ' έδειξεν εις ύψος δύο οργυιών σχεδόν τον μικρόν φεγγίτην με την χρωματιστήν ύαλον, που έφεγγε τον ναόν από την δεξιάν πλευράν. — Να μπορούσα ν' ανεβώ 'κεί απάνω, είπεν. Έλα, βόηθα, Μαλαμμώ, να σωρέψουμε πέτρες πολλές, να της στερεώσουμε, για ν' ανεβώ ως εκεί. — Δεν φωνάζουμε μια, είπε το Μαλαμμώ, αλλά δεν υπήρξε φωνή και ακρόασις.

Λοιπόν δεν είμαι «πατριώτης». Αλλά γεννήθηκα Έλληνας και Έλληνας θα μείνω, θέλοντας και μη, ως που να πεθάνω. Αναγνωρίζω τη σκλαβιά μου και δε νομίζω πως υπάρχει ε λ ε ύ τ ε ρ η θ έ λ η σ η, γιατί αν ύπαρχε θα μπορούσα να γίνω κοσμοπολίτης. Ο κ.

Πες του, Μπάρμπα- Σταυρή, τας τιμάς, είπεν η Αρφανούλα, γιατί σήμεραημέρα που είνεέχωτο εργοστάσιον σωρό δουλειά και βιάζομαι. Να ζήσης, Μπάρμπα-Σταυρή. Ξέρεις εσύ, γιατί είχες μια φορά ψιλικατζίδικο. Εγώ θα σε παρακαλούσα από τα χθες, αλλά ντράπηκα. — Έννοια σου, Αρφανούλα μου, έννοια σου. Μπορούσα εγώ να σας αφήσω!

Αλλά σεις, άξιο ζευγάρι, — μπορούσα, κύριοι, να σύρω απάνω σας την οργή της Μεγαλειότητάς του, και να σας αποδείξω προδότες· τώρα δεν θέλω να φανερώσω τα μυστικά. ΣΕΒΑΣΤ. Ο πειρασμός μιλεί μέσα του.

Όταν τα είχα, 'σκόνταψα. Συχνά συμβαίνει τούτο, πολύ συχνά, η στέρησις να είν' ωφέλειά μας κι' ασφάλεια η πτώχεια μας! — Ω Έδγαρ, ω παιδί μου, συ, της οργής μου της τυφλής το θύμα, ας 'μπορούσα να σε ιδώ ψηλαφητά, και θάλεγα πως βλέπω! ΓΕΡΩΝ. Τι είν' αυτός; Ποιος είν' εκεί; Θεοί, θεοί μεγάλοι! Και ποίος δύναται να 'πή: «Χειρότερα δεν έχει; » Ποτέ, ποτέ, χειρότερα δεν ήμουν από τώρα!

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν