Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025
Ο αριθμός των υπουργείων έχει τόση σημασία όση και ο αριθμός των υπαλλήλων. Μπορεί δέκα υπάλληλοι να κάνουν δουλειά εκατό ανθρώπων και εκατό να μην κάνουν τη δουλειά ενός. Σκοπός είναι να ξεκαθαρίσει και να ξέρει το κράτος τι δουλειά έχει να κάνει και τι δουλειά πρέπει ν' αφήσει στις κοινότητες να κάνουν, και μονάχα το πνεύμα της εργασίας ν' αλλάξει.
Το αέρι, μοναχά το αέρι κι εδώ ας σου τραγουδήση τώρα, έτσι όπως της αυγής την ώρα σιγά στους κλώνους ψιθυρίζει, έτσι όπως χύνεται σαν μπόρα κι αφρούς τη θάλασσα γεμίζει.
Και τα φιλάκια μοναχά έχουν κ' εκείνα γλύκα. Θα βγάλω τη φλοκάτη μου στα κύματα να πέσω από το βράχο που ο ψαράς παραμονεύει τόννους· κι αν δεν πεθάνω, όμως κι αυτό θε να σ' ευφράνη εσένα. Το ξέρω πως δε μ' αγαπάς· θέλοντας να το μάθω, έκρουσα μέσ' στη φούχτα μου της παπαρούνας φύλλο κ' εκείνο απομαράθηκε χωρίς να κάνη κρότο.
Γυναίκες είναι μοναχά από την μέσην κι' άνω, 'ς τα κάτω είναι Κένταυροι! Εις τους θεούς ανήκει έως την μέσην το κορμί! 'Σ τον διάβολον τα κάτω! Εκεί 'ναι σκότος, κόλασις και ζεματά και καίει. Εκεί θειάφι και καπνός και βρώμα και σαπίλα!... Πουφ, πουφ, φούχι! Φαρμακοπώλη, δος μου μίαν ουγγιάν μόσχον να μυρίσω την φαντασίαν μου. Να χρήματα. ΓΛΟΣΤ. Ω! δόσε μου το χέρι σου να το φιλήσω.
»Κι αν με καλοδεχόσαστε, θα τώχα για χαρά μου »αν μοναχά το στόμα σου το γλυκερό 'φιλούσα » — γιατ' είμαι νιος ευγενικός κι ώμορφος μέσα σ' όλους — »μ' αν εύρισκα την πόρτα σας κλειστή, μανταλωμένη, »θάχα πελέκια κοφτερά, θάχα δαυλιά για δαύτη». Πες μου, Σελήνη, πες μου το πώς μου 'γεννήθη η αγάπη.
Μια φορά μου είπε ήσυχα, σα για να μη την ακούσουν ούτε τα πουλιά που γλυκοτσιμπιώνταν απάνω στα κλωνάρια του δάσου. — Γιατί δε λες και συ τίποτα, πούνε η πρώτη χαρά σου; Χαμογέλασα μοναχά και δεν έχω αντιλογιά ότι τα μάτια μου, που την αντίκρυσαν, της φανέρωσαν τη γλυκειά ανατριχίλα που περίτρεξε από φλέβα σε φλέβα κι απ' αρμό σ’ αρμό το αίμα μου.
Γιατί ανακατεύεται και σ' αυτά το κράτος; Ποιος το προσκάλεσε; Αν το κράτος πρέπει να χώνει κι αυτού τη μύτη του, ας επιβλέπει, μονάχα κι ας καταγίνεται με όσα άλλα η κοινότητα δεν μπορεί να κάνει.
Τότες η Θέτη απάντησε στα δάκρια βουτημένη «Ήφαιστε, τάχα πια θεά, στον Έλυμπο όσες είναι, πιά — πες μου — τόσες συφορές να πέρασε και λύπες, 430 τόσο όσο εμένα διάλεξε να με πικράνει ο Δίας; Μονάχα εμένα πάντρεψε απ' τις νεράιδες μ' άντρα θνητόνε, κι' είχα εγώ θνητού να καταπίνω χάδια, κιάς φώναξα κιας τσίριξα.
Είταν ο Ιωάννης ο Καππαδόκης Έπαρχος του Πραιτωρίου, δουλειά του δηλαδή να βρίσκη πόρους. Και βρήκε πάμπολους, όχι μονάχα για τον Ιουστινιανό μα και για τα δικά του τα φαγοπότια και τις ακολασίες. Κατάντησε να τρέχουν οι Επαρχιώτες από τον τόπο τους στην Πρωτεύουσα, να γλυτώσουν από τα νύχια του. Αυτός όμως, κάθε τόσο κι απόνα φόρο σοφίζουνταν.
Στα γεράματα κι αυτός σηκώθηκε και μου γύρευε παντρειές. Κι αντίς να διαλέξη καμιά μεσόκοπη σαν και λόγου του, παίρνει ένα θεριωμένο αγριολούλουδο από τον Ψηλότοπο, δίχως μάνα και δίχως αδερφή, ένα γέρο πατέρα μοναχά, που αποκότησε και την έστειλε του γέρο Θωμά, να σκαρώση σπιτικό στο χωριό μας. Βλέπεις, ο Θωμάς δε ζητούσε και προίκα^ μα είχε και καλή καρδιά ο Θωμάς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν