United States or Rwanda ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΑΜΛΕΤΟΣ Κάθε άλλο παρ' ό,τι σώχω συμβουλεύση· άφησε τον πρισμένον βασιλέα πάλιν να σε σύρητην κλίνην, να σου γλυκοπιάση το μάγουλο, και να σου λέγη «το πουλί μου»· στέρξε για δυο βρωμόχνωτα φιλάκια κ' ένα χάιδεμα του λαιμού σου από τα κολασμένα δάκτυλά του, τα πάντα να του φανερώσης, ότι τρελλός πραγματικώς εγώ δεν είμαι, αλλ' από τρέλλαν πονηρήν.

Και τα φιλάκια μοναχά έχουν κ' εκείνα γλύκα. Θα βγάλω τη φλοκάτη μου στα κύματα να πέσω από το βράχο που ο ψαράς παραμονεύει τόννους· κι αν δεν πεθάνω, όμως κι αυτό θε να σ' ευφράνη εσένα. Το ξέρω πως δε μ' αγαπάς· θέλοντας να το μάθω, έκρουσα μέσ' στη φούχτα μου της παπαρούνας φύλλο κ' εκείνο απομαράθηκε χωρίς να κάνη κρότο.

Σε ποιον άλλονε, σε ποιον παρά &Σε Σένα&, που με ροδόγαλα και μοσκοφιλήματα, — ω ταλησμόνητα φιλάκια σου τα ουράνια, που αιώνια την ψυχή μου δροσίζουν, — φιλόστοργα γλυκοζύμωσες την καρδιά μου την άπλερη, κατασταλάζοντας μέσα της της Ρωμέικης Ζωής την Αγάπη;

Κ' έτσι με δόξαν και πομπήν περιπατεί την νύκτα εις τα μυαλά των εραστών, και βλέπουν στ' όνειρόν των αγάπαις·εις τα γόνατα των αυλικών, κι’ αμέσως χαιρετισμούς φαντάζονται πως κάμνουν κ' υποκλίσεις·των δικηγόρων απ' εκεί ταις φούκταις μεταβαίνει, κ' εκείνοι ονειρεύονται πελάτας, που πληρόνουν·των γυναικών περιπατεί τα χείλη, και αμέσως φιλάκια ονειρεύονται· πλην κάποτε θυμόνει η Μάβω, και τα χείλη των γεμίζει φουσκαλίδες,. εάν τα εύρη μ' αλοιφαίς και χρώματ' αλειμμένα.

Γελούσανε γλυκά, γλυκά, Κι' ο ουρανός γελούσε. 'Μιλούσανε, κ' εφαίνονταν Πως έψαλαν πουλάκια. Και μεταξύ τους 'σφίγγονταν, Κ' επέρνανε φιλάκια. Φιλιώνταν και μια μυρωδιά Λιβάνου μου περνούσε. Παρά κοντά τους δεκαφτά, 'Σάν Νύμφαις Ορειάδες, Ερχόντανε γελούμεναις. Ταις έβλεπαν αι Μούσαι Κ' εζήλευαν. 'Στή μέση τους Μια ψιλοτραγουδούσε, Και την κιθάρα έπαιζε. Τι νιάτα!...Τι 'μορφάδες!...