Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025
— Το τραγούδι του δεκατιστή! Έλεγον οι διαβάται, συμπονούντες την ούτω σκληρώς δεκατισθείσαν εις τας ελπίδας της ωραίαν κόρην με την μαύρην ελήτσα εις την παρειάν, ήτις παθούσα υπό μελαγχολίας, δεν επέζησε πολύ. Είχε μήνα σχεδόν πίσω εις τα προς δυσμάς της νήσου πευκόφυτα Κατάμερα , ο γέρω-Μπαρέκος. Καιρός που γεννούν τα πράματα, καταλαμβάνετε.
Αγένειος, μελανόφθαλμος, μελαψός, με κόμην άφθονον κατάμαυρην, εξέχουσαν γύρω, γύρω από τον κούκκον ως επικάλυμμα κυψέλης Και συνεχώς μετά τινος μελαγχολίας έστρεφεν οπίσω προς τη γαλανήν Σκίαθον, κυάνεον όγκον πλέον, κι εβύθιζε το βλέμμα του κάτω εκεί, παραμελών την πηδαλιουχίαν, και φέρων την σκούναν συνεχώς διά γραμμής τεθλασμένης. — Τώρα θα μας κυττάζουν ακόμα. Μου είπε. — Μας βλέπουν;
Καθώς ο Βρούτος, και ο Αμλέτος επίσης είναι εκ της φυσιολογικής του καταστάσεως, προδιατεθειμένος διά την επερχομένην οπτασίαν. Απ' αρχής του δράματος κατέχεται υπό βαθείας μελαγχολίας. Αηδιάσας τον κόσμον και του βίου επιζητεί την ερημίαν, και βλέπει τον νεκρόν ήδη πατέρα του με της ψυχής τα μάτια.
Όταν όμως καταλάβω που κατηγορώντας εμένα κατηγορεί κανείς όλο το έθνος, νομίζω χρέος μου ναποκριθώ τουλάχιστο με δυο λόγια. Καταντά γενικό ζήτημα. Ο κ. Ψυχάρη φέρει την σφραγίδα της μελαγχολίας, του καμάτου, της παρακμής, της δουλείας». Λυπήθηκα πολύ, όταν είδα αφτή τη λέξη. Ας αφήσουμε τη γλώσσα του κ.
Παλάτιον της ερημίας και της σιγής, θρόνος βαθείας μελαγχολίας, ο πελώριος βράχος ο βορεινός, ο θαλασσόπληκτος, επάνω του οποίου ήτο κτισμένον ποτέ το παλαιόν, το κατηρειπωμένον σήμερον χωρίον.
— Παρ' τον ένα κτύπα τον άλλον! καθώς βλέπω, είπεν ο έμπορος, σφραγίζων την συνδιάσκεψιν, — Έπειτα, αδελφέ, προσέθηκε μετά τινος μελαγχολίας ο φανοποιός, δεν συλλογίζεστε και ταις εκατόν πενήντα κάλπαις; Βάλε 'βγάλε το χέρι μας, θα πιασθούμε ως τα ύστερα. Ας μας λείψη εφέτος αυτή η διασκέδασις. — Ας μας λείψη!
Ο καιρός χειροτέρευε. Προς το βράδυ άρχισε να βρέχει και οι δυο σύντροφοι πλησίασαν σε μια καλύβα βοσκών, αλλά δεν τους έβαλαν μέσα κι έτσι υποχρεώθηκαν να βρουν καταφύγιο κάτω από ένα υπόστεγο φτιαγμένο από κλαδιά, πλάι στη στάνη. Τα σκυλιά γαύγιζαν, ένας πέπλος μελαγχολίας περιέβαλε όλη την υγρή πεδιάδα και η βροχή και ο άνεμος έσβηναν τη μικρή φωτιά που ο Έφις προσπαθούσε ν’ ανάψει.
Δεν γνωρίζω διατί παιδιόθεν ησθανόμην άγνωστόν τινα φόβον, οσάκις έβλεπον πράγματα, υπενθυμίζοντα νεκρόν. Κατελαμβανόμην υπό μελαγχολίας και αορίστου φόβου. Ωχρίαζον οσάκις έβλεπον τους μεγάλους δίσκους των νεκρικών κολλύβων, οίτινες κατά Παρασκευήν παρετάσσοντο προ της εικόνος του Χριστού, εν τω ναώ του χωρίου μου.
Δεν θέλει να νυμφευθη ή ν' αρραβωνισθή η νεωτέρα προ της μεγαλειτέρας. — Κακή δουλειά, φίλε μου! Φοβούμαι ότι θα έχης να περιμένης πολύ. Δύσκολα θα τον εύρη η μεγάλη. Αλλ' όμως όλα γίνονται, ώστε μη απελπίζεσαι. Ο Διάκος εσιώπησε πλήρης προφανούς μελαγχολίας. — Και όμως, επανέλαβε μετ' ολίγον, είναι θησαυρός η νέα, και ας είναι άσχημη! Δεν υπάρχει επί γης ψυχή αγαθωτέρα!
Από όλες αυτές τις σκέψεις της εκατάλαβε βαθειά, χωρίς και αυτή να το καταλάβη καλά, ότι η κρυφή της καρδιάς της επιθυμία ήτανε να τον κρατήση για τον εαυτόν της· και όμως έλεγε μέσα της ότι δεν μπορούσε, ότι δεν έπρεπε να τον κρατήση· η καθαρή της, ωραία ελαφριά και εύστοργη ψυχή της αισθανόταν την πίεση της μελαγχολίας, στην οποία η ελπίς της ευτυχίας ήτον αποκλεισμένη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν