Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025


Αυτά όλα τα ζηλεύεις συ, και θα τα ποθής βεβαίως εντός ολίγου από της Ω ρ α ί α ς Ν ή σ ο υ της λίμνης σου. Μη απελπίζεσαι όμως, και εγώ σου στέλλω προσεχώς ένα αθηναίον τέττιγα, ίνα παρηγορή, διά της θέας του καν, τας ώρας της ανίας σου. — Τι άλλο να σου γράψω; Α! έχω έν νέον, πένθιμον όμως και βαρύ, το οποίον θα θολώση βεβαίως τους οφθαλμούς σου και θα σφίγξη την καρδίαν σου.

Δεν θέλει να νυμφευθη ή ν' αρραβωνισθή η νεωτέρα προ της μεγαλειτέρας. — Κακή δουλειά, φίλε μου! Φοβούμαι ότι θα έχης να περιμένης πολύ. Δύσκολα θα τον εύρη η μεγάλη. Αλλ' όμως όλα γίνονται, ώστε μη απελπίζεσαι. Ο Διάκος εσιώπησε πλήρης προφανούς μελαγχολίας. — Και όμως, επανέλαβε μετ' ολίγον, είναι θησαυρός η νέα, και ας είναι άσχημη! Δεν υπάρχει επί γης ψυχή αγαθωτέρα!

Μην απελπίζεσαι, άνθρωπε! Τόσοι και τόσοι ιατρεύθησαν. Να σου τους ονοματίσω πάλιν ένα κ' ένα; Μάτια είχαν κ' εκείνοι, καθώς εσύ. Τα έχασαν και τους τα έδωκε πάλιν ο Θεός. — Ελέησόν με ο Θεός.... — Σου είπα, Γιάννη, να μη το λέγης αυτό! Λέγε το μέσα σου και ο Θεός τακούει. — Θέλω να τακούω κ' εγώ. Ξεθυμαίνω. — Λέγε το λοιπόν να ξεθυμαίνης! Και ηγέρθη η Κυρά Λοξή μετά τινος ανυπομονησίας.

Και διά τούτο, ω κυρά, ηκολούθησεν ο βασιλεύς της Κίνας να λέγη, μην απελπίζεσαι εις τες δυστυχίες σου· εσύ ημπορείς να είσαι σιμά διά να απαντήσης ένα περισσότερον ευτυχισμένον γραπτόν· μα αλλοίμονον εις εμένα, δεν ηξεύρω αν και εγώ ομοιάζω ωσάν και του λόγου σου και αν έγινα παίγνιον μιας μάγισσας, ή το υποκείμενον που αγαπώ, να μην είναι κανένα δαιμόνιον.

Έχει φαρμάκι αυτό το αίμα, και σε καίγει καθώς ταγγίξης. Μα φοβούμαι μήπως εκείνο σαγγίξη, και σε λυπούμαι, γιατί πρέπει μέσα σου νάχης ρωμαίικο αίμα και συ. Τι σου φταίγω ως τόσο! Δικό σου είναι το αίμα μου, και σου τόστελα. Πες τώρα κανενός να τα πετάξη αυτά τα χαρτιά στη θάλασσα. Ναι, έτσι, με τη μασιά να τα πιάσουνε. Τι; τους καίνε πάλι; Μην απελπίζεσαι. Πρόσταξε φωτιά να τους βάλουν.

Μόνη. Η Βεάτη εσκέφθη επί μικρόν. — Ποία είσαι; την ηρώτησε το αόριστον πρόσωπον. — Είμαι καλογραία. Ησθάνθην συμπάθειαν, όταν έμαθα διά σε. Αν ειμπορούσα να σε σώσω... — Αλλοίμονον, είπεν η φωνή. — Μην απελπίζεσαι. Έχε θάρρος. — Θάρρος... — Και σ' έχουν κλεισμένην απ' έξω; — Ναι. — Είνε οι στροφείς στερεοί; Δοκίμασε την θύραν. — Είνε πολύ βαρεία.

Όταν πλησιάσης εις το όρος, κατ' αρχάς μεν απελπίζεσαι ότι θα δυνηθής να φθάσης εις την κορυφήν• η εντύπωσις είνε ομοία προς εκείνην την οποίαν έκαμεν εις τους Μακεδόνας η Άορνος πέτρα όταν την είδον απόκρημνον εξ όλων των μερών, τόσον ώστε ουδέ εις πτηνά ήτο εύκολον να φθάσουν επάνω και μόνον ένας Διόνυσος ή Ηρακλής ηδύνατο να την κυριεύση.

ΤΡΟΦΟΣ Απελπίζεσαι, επειδή εσκέφθης να σκοτώσης την άλλην γυναίκα του ανδρός σου; ΕΡΜΙΟΝΗ Κατηραμένη η σκέψις μου, που ετόλμησα να το κάμω αυτό, εγώ η κατηραμένη, η μισητή εις τους άνδρας. ΤΡΟΦΟΣ Ο άνδρας σου θα σου συγχώρηση αυτήν την αμαρτίαν. ΕΡΜΙΟΝΗ Γιατί μου επήρατε το σπαθί από τα χέρια; Δόσε μου το, δόσε μου να περάσω το στήθος μου. Γιατί μ' εμποδίσατε να κρεμασθώ;

Η αφροσύνη ως αδυναμία, είνέ τι οικτρόν· αλλ' η αφροσύνη ως δύναμις, είνε πράγμα τρομερόν. Έσο μεγαλόψυχυς και μη απελπίζεσαι ποτέ· διά τας μεγάλας ψυχάς υπάρχει πανταχού στάδιον αναγνωρίσεως και νίκης. Και από τον σίδηρον και από τον μόλυβδον ακόμη, ο χρυσός επήνεγκε τας ασφαλεστέρας και ταχυτέρας καταστροφάς επί της γης.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν