Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025
Είπε, και σιώντας τόρηξε· μα του Διός η κόρη με μια πνοή τ' αλάργεψε μακριά απ' τον Αχιλέα, φυσώντας το αλαφρά αλαφρά· κι' αφτό γυρίζει πίσω 440 και πέφτει χάμου, αφτού μπροστά στου Έχτορα τα πόδια. Χύνεται ο άλλος σα θεριό, με λύσσα κι' αλυχτώντας φριχτά· μα του τον άρπαξε ο Φοίβος, έτσι αμέσως σα δα θεός, και με πυκνό τον σκέπασε σκοτάδι.
« Τη μια χιλιάδα των Τουρκών » Σκορπίζαμε, κ' η άλλη » Πυκνότερη μας πλάκωνε. » Σκορπιόντανε κ' εκείνη, » Και 'πίσω της άλλη φωτιά » Άναφτε 'σάν καμίνι, » Κ' ημείς τους εσκορπίζαμε; » Με λύσσα και με ζάλη.»
Και ο ιατρός όμως τα αυτά εφρόνει, αν και ενίοτε τον κατελάμβανε λύσσα και δεν ήξευρε πως θα εφέρετο, αν παρεδίδετο αίφνης εις χείράς του η άπιστος . . . Έμεινεν εις αυτόν ως παρηγοριά η επιστήμη μόνη.
Και πειδής έγραψα και γω κάτι μια μέρα για το Θάνατο Παλληκαριού και το είπα πως είταν αριστούργημα, και πειδής το λέω και το ξαναλέω πως ο Παλαμάς είναι ο ποιητής μας, είναι το διαμάντι και το καμάρι μας, την έπαθε άσκημη σήμερις κι ο Παλαμάς, γιατί κι αφτός τι δεν ακούει; Φτάνει κανείς δυο αράδες να διαβάση, να καταλάβη από το μίσος κι από τη λύσσα, πως είναι όλα και πάντα προσωπικά.
Ήτο συμμαχία προς καταστροφήν Του, συμμαχία φανατισμού απιστίας και φιλοκοσμίας· η λύσσα του ψευδευβλαβούς, η περιφρόνησις του αθέου και η απέχθεια του ιδιοτελούς· και εφαίνετο το προδηλότατον ότι από το φιλέκδικον μίσος τοιούτου συνδυασμού ουδεμία επίγειος δύναμις ήρκει διά να σώση.
Μηδ' άφινε κι' ο Σκάμαντρος τη λύσσα, μον πιο ακόμα 305 θυμός τον πήρε, και μ' αψύ ορθοστημένο κύμα ορμούσε κι' όλο ανάσκελα τον άμπωχνε να πέσει. 307 327 Τον είδε τότες κι' έσκουξε η Ήρα, τρομασμένη 328 μήπως τον πνίξει το τρανό βαθύχοχλο ποτάμι, και κράζει εφτύς στον Ήφαιστο, το λατρεμένο γιο της 330 «Παιδί μου κουτσοπόδη μου, ομπρός! γιατί στη μάχη εσένα λέμε ισόπαλο πως είσαι του Σκαμάντρου.
Μα δεν ταιριάζουν οδυρμοί μηδέ και θρήνοι μήπως και πιο ανυπόφορους γόους γεννήσουν, τώρα γι’ αυτόν, που τόσο αξίζει τ’ όνομά του, γρήγορα θε να μάθομε πώς θα του βγούνε τα εμβλήματά του κι αν θε να τον φέρουν πίσω τα χρυσά γράμματα που στην ασπίδα επάνω με της ψυχής του ξεφρενιάζουνε τη λύσσα.
Έννοιωσε μαζί με τον αέρα, που ανακάτωνε τα μαλλιά της, που της ξεσκέπαζε το στήθος της, που έδερνε το πρόσωπο της με λύσσα, μια παράξενη, ανακατωμένη βοή. Γέλια, τρελλά γέλια, ξεκαρδισμένα γέλια, έφταναν στ' αυτιά της από μακρυά, όλο περισσότερα, όλο δυνατώτερα. Γέλια ατέλειωτα, ξεκαρδίσματα, σαν χάχανα ξελογιασμένης γυναίκας. Ένας κόμπος της ανέβηκε στο λαιμό να την πνίξη.
Μα νά, ο Ερμης αμέσως 360 σίμωσε τότες κι' έπιασε το γέροντα απ' το χέρι, κι' άρχισε ναν τον αρωτάει και τούπε αφτά τα λόγια «Παππούλη μου, έτσι μ' άλογα πού τρέχεις και μουλάρια μέσα σε νύχτας σιγαλιά π' όλοι οι θνητοί κοιμούνται; Και των οχτρών δε σ' έσκιαξε η λύσσα και το μίσος που τ' άχτι απάνου σου έτοιμαι κοντά 'ναι εδώ να βγάλουν; 365 Μα αν πες κανείς τους σ' έβλεπε πως πας με τόσα πλούτη μες στο σκοτάδι τ' άχαρο, σαν τι σκοπό 'χεις τότες; Νιός μήτε εσύ είσαι, γέροντας κι' αφτός σε συνοδέβει, κι' αν σε πειράξουν δε φελάει βοήθια να σου δώκει.
Εν θανασίμω αμαρτία εναντίον της ιδίας συνειδήσεώς του, ο Ιούδας επέμενε να επισωρεύση δι' εαυτόν οργήν, «εν ημέρα οργής και αποκαλύψεως του δικαίου κρίματος του Θεού». ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΛΑ'. Η λύσσα των εχθρών του Χριστού
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν