Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025
ΠΟΛΩΝΙΟΣ Την άδειαν, Κύριε, με την βίαν, μ' επιμονήν μου επήρεν, ως 'πού την σφραγίδα έθεσ' αναγκασμένος εις την θέλησίν του. Συγχώρεσε, παρακαλώ, ν' αναχωρήση. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Λαέρτη, 'ς την καλήν σου ώραν, και δικός σου να ήναι ο καιρός· χαίρου και αυτόν και τα λαμπρά σου χαρίσματ', όπως η ψυχή σου επιθυμήση! Και τώρ', Αμλέτε, ανεψιέ κ' υιέ μου, — ΒΑΣΙΛΕΑΣ πώς συμβαίνει ότι νέφη ακόμη σε σκεπάζουν;
ΒΑΣΙΛΕΑΣ Είναι ο χαρακτήρας του Αμλέτου· «γυμνός!» κ' εδώ κάτω προσθέτει «μόνος» — δεν με βοηθείς; ΛΑΕΡΤΗΣ Κύριε, τον νουν μου χάνω. Όμως ας έλθη· τούτ' η άρρωστη καρδιά μου μέσα ζεσταίνεται, 'πού θα τον ανταμώσω, και θα του ειπώ· «Συ τούτο μώκαμες». ΒΑΣΙΛΕΑΣ Λαέρτη, εάν το πράγμα τρέχει ως τρέχει, — κ' είναι ακόμη αμφιβολία; — στέργεις οδηγόν να μ' έχης;
Τον τρίτο λόχο ο Πείσαντρος οδήγαε, ο φημισμένος γιος του Μαιμάλου, πούτανε το πιο γερό κοντάρι των Μυρμιδόνων ύστερα απ' τ' Αχιλιά το βλάμη. 195 Ο γέρος πάλε Φοίνικας τον τέταρτο οδηγούσε. Τον πέμτο του Λαέρτη ο γιος, ο άξιος Αλκιμέδος.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ Ω καλέ μου Λαέρτη, αν ποθείς να μάθης πώς συνέβη του αγαπητού πατρός σου ο θάνατος, με τούτο η εκδίκησίς σου θέλει εχθρόν ομού και φίλον, πταίστην και αθώον ενταυτώ, να τιμωρήση; ΛΑΕΡΤΗΣ Κανέναν άλλον, μόνον τους εχθρούς του. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Θέλεις να τους μάθης λοιπόν;
Τούτ' η περιγραφή του, Κύριε, τον Αμλέτον έκαυσε τόσο με του φθόνου το φαρμάκι, ώστ' άλλο δεν παρακαλούσε ειμή να φθάσης πάλιν εδώ κ' ευθύς να μετρηθή με σένα. Τώρα με τούτο — ΛΑΕΡΤΗΣ Τι με τούτο, Κύριέ μου; ΒΑΣΙΛΕΑΣ Είχες αγάπην, ω Λαέρτη, του πατρός σου; ή μήπως είναι μόνον λύπης ζωγραφιά, θωριά χωρίς καρδιά; ΛΑΕΡΤΗΣ Τι το ερωτάς;
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Ποιον αγώνα, παιδί μου; ΑΜΛΕΤΟΣ Εγώ την Οφηλίαν αγαπούσα· χιλιάδες αδελφοί σαράντα δεν θα ημπορέσουν, και αν ενώσουν της αγάπης όλο τους τ' άθροισμα, να φθάσουν 'ς το δικό μου. Τι θα κάμης δι' αυτήν; ΒΑΣΙΛΕΑΣ Τρελλός είναι, Λαέρτη. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Συγχώρεσέ τον, προς Θεού. ΑΜΛΕΤΟΣ Θα την ιδούμε!
Τότες τ' απάντησε ο σοφός γιος του Λαέρτη κι' είπε 154 «Μη δα έτσι εσύ ο τόσο καλός, θεόμορφε Αχιλέα, 155 μη θες τους λόχους νηστικοί να σηκωθούν κι' αμέσως να πολεμήσουν τους οχτρούς, τι η μάχη λίγες ώρες δε θα βαστάξει, αν γίνει αρχή και συμπλακούν οι άντρες και χύσει και στους διο ο θεός μέσα στα στήθια πάθος.
Αυτά 'πε, κ' εξεκίνησαν, και, ως έφθασαν 'ς τα ωραία δώματα, τον Τηλέμαχον και ομού τον χοιροτρόφον και τον βουκόλον εύρηκαν, 'που κρέατ' ελιανίζαν πάμπολλα και το φλογερό, κρασί τους συγκερνούσαν. ωστόσο μες το σπίτι του τον ήρωα Λαέρτη 365 έλουσε η γραία Σικελή, τον άλειψε και ωραίαν χλαίναν τον περιέβαλε· κ' ήλθε η Αθηνά σιμά του και του ποιμένα των λαών μεγάλυνε τα μέλη, ώστε υψηλότερος πολύ, τρανώτερος εφάνη· και, απ' τον λουτήρα ως έβγαινε, τον θαύμαζ' ο υιός του, 370 άμα τον είδε 'ς την μορφήν όμοιον των αθανάτων, και κείνον επροσφώνησε με λόγια πτερωμένα· «Πατέρα, κάποιος των θεών, θαρρώ, των αιωνίων 'ς τ' ανάστημά σου, εις την ειδή, λάμψιν εχάρισ' άλλην».
ΛΑΕΡΤΗΣ Μη με φοβήσαι. — Αργοπορώ· πλην ο πατέρας έρχετ'· ευχή διπλή διπλήν την χάριν έχει· δεύτερον ασπασμόν η τύχη μας χαρίζει. Εισέρχεται ο ΠΟΛΩΝΙΟΣ ΠΟΛΩΝΙΟΣ Λαέρτη, ακόμη εδώ; 'Σ το πλοίο σου, 'ς το πλοίο! Κάθετ' ο άνεμος 'ς τους ώμους του πανιού σου, και σε προσμένουν· λάβε πρώτα την ευχήν μου,
Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησέ του κ' είπε• Θα σου ομιλήσω, ξέν', εγώ με την αλήθειαν όλη. ούτ' εμέ όλος ο λαός μισεί και κατατρέχει, ούτε αδελφούς έχω κακούς• και 'ς τ' αδελφού το χέρι, 115 μάχη αν συμβή και φοβερή, καθείς το θάρος έχει. αλλ' ιδού πώς το γένος μας εμόνωσε ο Κρονίδης• μόνον εγέννησε υιόν ο Αρκείσιος τον Λαέρτη, μόνον αυτός τον Οδυσσηά• και πάλιν ο Οδυσσέας μόνον εμέ, και μ' άφησε 'ς το σπίτι, ουδέ μ' εχάρη• 120 όθεν εχθροί στο σπίτι μου αμέτρητ' είναι τώρα• ότι όσ' υπάρχουν δυνατοί 'ς τα νησιά γύρω, οι πρώτοι του Δουλιχιού, της Σάμης και της σύδενδρης Ζακύνθου, και άμ' όσοι μες την πετρωτήν Ιθάκη ηγεμονεύουν, την μητέρ' όλοι μου ζητούν και φθείρουν μου το σπίτι• 125 και αυτόν τον γάμο, 'που μισεί, κείνη ούτ' αρνιέται αλλ' ούτε να τον τελειώση δύναται• κ' εκείνοι καταλύουν το σπίτι μου, και γλήγορα κ' εμέ θα θανατώσουν. αλλ' όλ' αυτά στην δύναμι των αθανάτων μένουν• τώρα, πατέρ', άμε γοργά και ειπέ της Πηνελόπης 130 ότι της σώζομ' άβλαπτος και ότ' έφθασ' απ' την Πύλο. εγώ θα μείνω εδώ, και συ θα στρέψης άμα δώσης μόνης αυτής την είδησι, μηδέ κανείς το μάθη των Αχαιών, ότι πολλοί ζητούν τον όλεθρό μου».
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν