Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025


Να πούμε, τάχατες — η Φουλίτσα ροδοκόκκινη και ολοστρόγγυλη, έτεινε τον λαιμόν ως γέρων κύκνοςείπε μαθές, να δέσουμε παντρειές. — Ο κυρ-Δμάκης; Ηρώτησεν η Φουλίτσα περίεργος. — Ναι, μαθές! Ο κυρ-Δμάκης! — Καλός, πολύ καλός ο κυρ-Δμάκης. Σμαδγιακός ο δεκατστής. Πολύ καλός. Πώς, μαθές; Να πούμε και την αλήθεια. Επανελάμβανε ξηροκαταπίνουσα η Φουλίτσα.

Και έρριψαν ψωμί εις το νερόν και είπαν: «Αυτός ο κύκνος είναι ωραιότερος από τους άλλουςΚαι οι τρεις άλλοι κύκνοι το ήκουσαν και έσκυβαν τας κεφαλάς των εμπρός του. Το δε ασχημόπαπον εντράπη και έκρυβε την κεφαλήν κάτω από την πτέρυγά του, και δεν ήξευρε τι να κάμη. Ήτο τόσον ευτυχισμένον, και δεν ήτο διόλου υπερήφανον. Εσυλλογίζετο πως έως τώρα το κατεφρόνησαν και το επείραζαν.

Τότες, αφού εγέλασε πολύ καρκανιστά, βγάζει φωνή, που δεν τη βγάνει μήτε χελιδόνι, μήτε αηδόνι, μήτε κύκνος, άμα γίνη γέρος, όπως εγώ: — Εμένα, ω Φιλητά, δε μου κάνει καθόλου κόπο να σε φιλήσω, επειδή μ' αρέσει να φιλώ περισσότερο από όσο θέλεις εσύ να γίνης νέος· μα κοίτα μήπως δεν ταιριάζει στην ηλικία σου το χάρισμα.

Τα σκυλιά μας, μπήκαν κι αυτά μαζί μας καταλασπωμένα και τρεμουλιασμένα από το νερό κι από το κρύο. Ξεφορτωθήκαμε το κυνήγι μας. Φαλαρίδες, παπιά και μπεκάτσες, ένας μεγάλος άσπρος κύκνος κι ένα σωρό κοτσύφια, κρεμάστηκαν ψηλά στο καπνισμένο δοκάρι της καλύβας.

Και το τέλος: Άμα σβήστηκες τόσο πονούσες, είσουνα κύκνος και τραγουδούσες. Ούτε πρωτήτερα, ούτε υστερότερα το είχα ακούσει έτσι το τραγούδι αυτό. Ενώ τραγουδούσε ήρθανε τα παιδιά μέσα σιγά και στάθηκαν άφωνα στην πόρτα. Με κοιτάζανε ξαφνισμένα, σα να μην πιστεύανε κι αυτά ό,τι βλέπανε και τους απάντησα μ' ένα νέμα, ενώ τα μάτια μου δακρύσανε.

Ας μ' πήρε πέρσι μισή οκά παραπάν' 'ς το δέκατο, και πρόπερσι άλλη μια οκά και αντιπρόπερσι τρεις οκάδες. Ας μ' πήρε. Δε πειράζει. Ο Θεός πάλι μου τώδωσε φέτος με το παραπάνω. Δόξα νάχη ο Μεγαλοδύναμος. Και συνεμαζεύθη πάλιν η Φουλίτσα, ως γέρων κύκνος εντός του στήθους της και απέμεινεν ως απαισία γλαυξ πάλιν. Ήτο εκ φθόνου; Ποιος ξεύρει; — 'Στον φούρνο, απ' λες, τα λέγανε.

Εκεί ήλθαν εις τον κήπον παιδάκια, και έρριπταν εις το νερόν ψωμί διά τους κύκνους. Το μικρότερον εφώναξε: Να, ένας άλλος κύκνος! Και τα άλλα παιδάκια εφώναξαν και εκείνα: Ήλθεν άλλος ένας κύκνος! Και εκτυπούσαν τα χεράκια των και εχόρευαν επάνω εις το χόρτον, και έτρεξαν να το ειπούν εις τον πατέρα των και εις την μητέρα των.

Δυο ολοκλήρους μήνας εξηκολούθησεν η Ιωάννα πλέουσα ως κύκνος εις τα νάματα ανεξαντλήτων ηδονών και υπό του νέου εραστού της λατρευομένη, ει και είχεν ήδη υπερβή τον μεσαίον εκείνον σταθμόν του βίου, μετά τον οποίον στρέφομεν μετά πόθου το βλέμμα προς τα οπίσω.

Νά ένας κύκνος που στη θυμέλη έρχεται.— Έ κύκνε, συ! δεν πας τα κόκκινα ποδάρια σου αλλούθε να κινήσης; και αν με του Απόλλωνα τη λύρα έχης όμοιο τραγούδι, απ' τα τόξα μου κι' αυτή δεν θα σε σώση. Πάρε φτερό και τράβηξε στη λίμνη εκεί της Δήλου, κι' αν δεν πεισθήςεμένα θα τραγουδήσης γρήγορα τραγούδια ματωμένα.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν