United States or Saint Martin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ηρνούντο να εξέλθουν εκ του οικήματος και διεκήρυξαν ότι κάθε προσπάθειαν θα κατέβαλλον, διά να μη αφήσουν κανένα να εισέλθη. Οι δε Κερκυραίοι ουδ' αυτοί διενοήθησαν να παραβιάσουν τας θύρας, αλλ' αναβάντες εις την στέγην του οικήματος και διατρυπήσαντες την οροφήν έρριπταν κεράμους και ετόξευαν κάτω.

Αλλ' αυτοί όχι μόνον δεν με απήλλαξαν από την παλαιάν άγνοιαν, αλλά και εις μεγαλειτέρας αμφιβολίας μ' έρριψαν με τας αρχάς, τα τέλη, τας ατόμους, τα κενά, τας ύλας και ιδέας και άλλα τοιαύτα κολοκύθια, τα οποία μου έρριπταν κατά κεφαλής.

Ρυμουλκύσαντες οι Αθηναίοι βαρύτατον πλοίον έχον ξύλινους πύργους και παραφράγματα έδεναν εις τα ακάτια τους πασσάλους, και άλλους μεν εξ αυτών ανέσπων, άλλους δε επριόνιζαν βυθιζόμενοι υπό το ύδωρ. Οι δε Συρακούσιοι έρριπταν βέλη από των παραπηγμάτων, οι δε εκ του φορτηγού ανταπήντων. Τέλος οι Αθηναίοι ανέσπασαν τους πλειοτέρους των πασσάλων.

Οι αιχμάλωτοι και επροφυλάσσοντο όπως ηδύναντο και συγχρόνως οι πολλοί εφόνευαν αλλήλους οι μεν εμπηγνύοντες εις τον λαιμόν τα βέλη, τα οποία οι προσβάλλοντες έρριπταν κατ' αυτών, οι δε απαγχονιζόμενοι με σχοινιά από σπαρτά, τα οποία επρομηθεύοντο από μερικάς κλίνας ευρισκομένας εκεί δι αυτούς και διά λωρίδων, τας οποίας έκαμναν από τα ενδύματα των.

Αλλ' εν τοσούτω θα ήθελα να ακούσω οποία πράγματα από τον Όμηρον σε έπεισαν. Μήπως εκείνα τα οποία λέγει περί του Διός, ότι συνώμοσαν να τον δέσουν η κόρη του, ο αδελφός του και η σύζυγός του; Και αν δεν ενόει τα τεκταινόμενα η Θέτις και εκάλει εις βοήθειαν τον Βρυάρεων, θα ηχμαλώτιζαν τον καλό σου τον Δία ή και θα τον έρριπταν εις τα δεσμά.

Αφού δε ούτως επί όλην την ημέραν έρριπταν βέλη κατά των Αθηναίων και των συμμάχων και τους είδαν ταλαιπωρημένους και υπό των τραυμάτων και των άλλων κακώσεων, ο Γύλιππος, οι Συρακούσιοι και οι σύμμαχοι έστειλαν πρώτον κήρυγμα, διά να προσκαλέσουν τους νησιώτας να μεταβούν προς αυτούς παρέχοντες υπόσχεσιν ελευθερίας, το οποίον και έπραξαν οι στρατιώται πόλεών τινων, όχι πολλών.

Πρώτον, λέγουσιν, οι δύο στρατοί σταθέντες αντικρύ έρριπταν μακρόθεν βέλη· έπειτα, αφού ετελείωσαν τα βέλη, συνεπλάκησαν σώμα προς σώμα, με τας λόγχας και τα εγχειρίδιά των· επί πολύ δε αμφότερα τα μαχόμενα μέρη επέμενον καρτερικώς και κανέν δεν ήθελε να φύγη.

Τότε λαβών ολίγον θάρρος, άρχισα την περιοδείαν μου από τους χορούς, χαιρετίζων έκαστον, 'ς το στασίδι του, με το βιβλίον ανοικτόν, μ' εν κηρίον αναμμένον. — Η προαίρεσις δίδου! Τα παιδιά με εκύτταζον με θαυμασμόν. Μερικά δε με ηκολούθουν, ως σωματοφύλακες. Όλοι μου έρριπταν ασημένια. Οι δύο εξόριστοι αξιωματικοί ο καθένας μου έρριψεν από μίαν ρεγγίναν, γελαστοί και χαρούμενοι.

Άμα πλοίόν τι επροχώρει, διά να επιπέση, οι επί των καταστρωμάτων στρατιώται έρριπταν κατ' αυτού άφθονα ακόντια, βέλη και λίθους· αλλά, ότε τα πλοία ήρχοντο εις συνάφειαν, οι επιβάται ήρχοντο εις χείρας και προσεπάθουν να αναβούν εις τα πλοία αλλήλων.

Εκεί ήλθαν εις τον κήπον παιδάκια, και έρριπταν εις το νερόν ψωμί διά τους κύκνους. Το μικρότερον εφώναξε: Να, ένας άλλος κύκνος! Και τα άλλα παιδάκια εφώναξαν και εκείνα: Ήλθεν άλλος ένας κύκνος! Και εκτυπούσαν τα χεράκια των και εχόρευαν επάνω εις το χόρτον, και έτρεξαν να το ειπούν εις τον πατέρα των και εις την μητέρα των.