United States or Macao ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Σατανάς τους έχει δεμένους χειροπόδαρα. «Σκεύη του Σατανά». Ασωτείες, παραλυσίες, μοιχείες, όλα τα κάνουν. Ύστερα έρχονται κι' ανάβουν ένα κερί στην εκκλησιά. Καλύτερα να μην τάναβαν κι' αυτό. Κι' αυτός ακόμαμήπως ήθελε να κρυφθή; — ήτανε άξιος να φέρνη το σχήμα;...

Κατά τους χρόνους εκείνους, ενώ οι σεισμοί εξηκολούθουν εν ταις Οροβίαις της Ευβοίας, η θάλασσα επροχώρησε διά τινος μέρους, το οποίον τότε ήτο γη, και εξογκωθείσα επήλθε κατά της πόλεως· και μέρος μεν της ξηράς εσκέπασαν τα κύματα, από το άλλο δε μέρος απεσύρθησαν, και σήμερον είναι θάλασσα εκείνο, πού άλλοτε ήτο γη. Όλοι οι μη προφθάσαντες ν' αναβούν εις τα υψηλά μέρη εχάθησαν.

Άμα πλοίόν τι επροχώρει, διά να επιπέση, οι επί των καταστρωμάτων στρατιώται έρριπταν κατ' αυτού άφθονα ακόντια, βέλη και λίθους· αλλά, ότε τα πλοία ήρχοντο εις συνάφειαν, οι επιβάται ήρχοντο εις χείρας και προσεπάθουν να αναβούν εις τα πλοία αλλήλων.

Επειδή όμως δεν τους εισήκουαν, επρότειναν εις αυτούς πάλιν να μη αποδώσουν το Λέπρεον, εάν δεν ήθελαν, αλλά να αναβούν επί του βωμού του Ολυμπίου Διός, επειδή έχουν επιθυμίαν να εισέρχωνται εις τον ναόν, και να ορκισθούν ενώπιον των Ελλήνων ότι βραδύτερον θα πληρώσουν το ποσόν εις το οποίον κατεδικάσθησαν.

Λίγο- λίγο πάλι εκείνη η χρυσή λίμνη έγινε χάλκινη κι' η χάλκινη μολυβένια, τ' αστέρια άρχισαν ν' ανάβουν ένα-ένα στον ουρανό, κ' η Νύχτα αγκάλιασε τον Κόσμο στα κοταμέλανα φτερά της. Τότε ο Φετάνης γυρίζει και λέγει του Λέντζου, που έρχονταν από πίσω τραγουδώντας: — Έλα να καβαλλικέψης εσύ, γιατί μ' άφησ' ο πόνος. Σταμάτησε το μουλάρι, ξεκαβαλλήκεψε, και καβαλλήκεψε ο Λέντζος.

Η υπόθεσίς σας είνε ομοία με εκείνην, ώστε, εάν η Ηδονή κερδίση, και ο Αρίστιππος θα παραχωρηθή εις την Τρυφήν• εάν δε νικήση η Στοά, και ο Αρίστιππος θα επιδικασθή εις την Αρετήν. Ώστε άλλοι ας έλθουν. Και να μη δοθή αμοιβή εις τους κληρωθέντας διά την αναβληθείσαν υπόθεσιν, αφού έμεινεν αδίκαστος. ΕΡΜ. Εις μάτην λοιπόν έκαμαν τον κόπον άνθρωποι γέροντες ν' αναβούν τόσω μεγάλον ανήφορον;

Κατά το αυτό θέρος και οι Συρακούσιοι, μαθόντες ότι ήλθαν ιππείς εις τους Αθηναίους και ότι ούτοι έμελλον μετ' ολίγον να βαδίσουν εναντίον των, ενόμισαν ότι, εάν οι Αθηναίοι δεν κατελάμβαναν τας Επιπολάς, μέρος απόκρημνον και κείμενον κατ' ευθείαν άνωθεν της πόλεως, οι Συρακούσιοι, και εν περιπτώσει ακόμη ήττης, δεν θα ήτο εύκολον να περικυκλωθούν διά τείχους· διενοήθησαν λοιπόν να φυλάξουν τα πέριξ, διά να μη δυνηθούν οι εχθροί να αναβούν κρυφίως, διότι ήτο αδύνατον να φθάσουν εκεί δι' άλλου μέρους.

Σαββάτο βράδι είταν την ώρα που κουρνιάζουν οι κότες, π' ανάβουν τους φούρνους τους οι χωριάτισσες για το ψωμί τους, που παίζουν τις αμάδες και πηδούν τις τρεις τα χωριατόπουλα, πόρχουνται καταποσταμένοι απ' τα χωράφια τους με τ' αλέτρια τους και τα ζώα τους οι χωριάτες.

Τρέχουν, βομβούν, εργάζονται, φορτόνονται, ανάβουν, δεν τρέφεται με σχέδια ο ήσυχός των νους· εδώ μετρούν, εκεί σακκιά για το σιτάρι ράβουν, μόνον εγώ ο ποιητής πετώ 'στους ουρανούς. Τι έξυπνος! τι πονηρός! σαν νέος της Αθήνας . . . αν ήσαν κι' οι υπάλληλοι οι άλλοι σαν κι' εμένα, ο έμπορος επλούτιζε εις ένα δύο μήνας, κι' αμπάρια και κατάστιχα θα τάφινε κλεισμένα.

Αυτά τα κάνουν, εννοείται, μπροστά στους ενδιαφερομένους, για να τους φοβίσουν. Το καταλληλότερο είναι εκείνο, που βγαίνει στες ιτιές και στα πλατάνια. Τα στενάρι, ο πυριόβολος και η ύσκα είναι τα τρία σύνεργα με τα οποία ανάβουν φωτιά. Η φωτιά του στερναριού θεωρείται κατάλληλη για τα μαγικά. Όλα αυτά είναι από τ’ ασυνάρτητα. Ίσως νάχουν και κάποια εξήγηση, που εγώ δε γνωρίζω.