Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025
Τι του μεγάλου 'ναι Διός κι' οι Περικάλιες κόρες, κουτσές, με μάτια αλλίθωρα, με μούτρα ζαρωμένα, που κούτσα κούτσα τρέχουνε της Φρένιας καταπόδι· κι' αφτή είναι στέρια ακούραστη, για αφτό πολύ ξετρέχει 505 όλες τους, και παντού της γης προκάνει πριν και βλάφτει κάθε θνητό, κι' οι άλλες τους κατόπι τους γιατρέβουν.
Αμ ό,τι βλέπουνε δα κ' οι καψερές απ’ τις μεγάλες μας που πάνε στα παλάτια και με ταυτοκίνητα . . .» Και γι’ αυτά κι αυτά το συλλογιζόταν η Κερά-Δημήτραινα πολύ να τις παντρέψη τις κόρες της, γιατί τώρα καθώς κατάντησαν κ' οι νέοι. . . «Μη βλέπεις εσύ που πίτυχες το καλό το παλληκάρι που σου φέρνει του πουλιού το γάλα μέσα στην απαλάμη . . και πάλι να που σ' αφήνει και μονάχη σου, άρρωστη ελεεινή, και πάει αυτός να γλεντήση!
Έτρωγε όξω, σ' ένα μαγαζί της Πλάκας μαζί με το Ντίνο. . . Η γριά η Χαρζανοπουλίνα του ζήταγε καθεμέρα το κλειδί για ναρχότανε με τις κόρες της να τούφτειαγνε το κρεββάτι του. . να του συγύριζε την καμαρούλα τον.
ΒΕΡΑΛΔΟΣ Η γυναίκα σου δεν παύει να σε συμβουλεύη ν' απαλλαχθής έτσι κι' από τις δυο σου κόρες, και δεν αμφιβάλλω ότι από πνεύμα ευλαβείας επιθυμεί να δη και τις δυο καλόγρηες. ΑΡΓΓΑΝ Να, φθάσαμε στο ζήτημα! Πάλι στη μέση η δυστυχισμένη γυναίκα. Όλα τα κακά αυτή τα κάνει και όλος ο κόσμος είνε εναντίον της. ΒΕΡΑΛΔΟΣ Όχι, αδελφέ μου, ας την αφήσωμε ήσυχη τη γυναίκα σου.
Μεγάλη αισθάνομαι ντροπή για το θεό το Βάκχο, τον πολυτραγουδημένον, όταν στης καλοχόρευτες πηγές κοντά θα τον ιδή την νύχτ' αγρυπνημένον με τη λαμπάδα της γιορτής στα χέρια — όταν η αστροφώτιστες η χώρες χορεύουν του αιθέρα, κι' η σελήνη, και η πενήντα του Νηρέως κόρες στης θάλασσες στήνουν χορό κ' εκείνες και στων αιώνιων ποταμών της δίνες, για τη μητέρα Δήμητρα την τιμημένη και για την Κόρη τη χρυσοστεφανωμένη.
Έτσι ορισμούς του ή προσταγές δεν παίρνω εγώ, κι' ας μένει εκεί ήσυχος στο θέμα του, όσο τρανός κι' αν είναι. 195 Κι' ας μη με σκιάζει — έτσι δειλός δεν είμαι — μ' αστραπές του. Πιο γνωστικό 'ναι κόρες του να παραπάει και γιους του με λόγια του έτσι αγέρωχα, τι σαν παιδιά του πούναι, χρέος τους, θεν δε θένε, αφτοί ν' ακούν ότι προστάζει.»
Και τούτο είν' αληθινό ή άδικα το λένε; ΚΡΕΟΥΣΑ Για ποιό ρωτάς; μένει καιρός να σου το ειπώ τούτο. ΙΩΝ Αν ο πατέρας σου Ερεχθεύς της αδελφές σου εσκότωσε. ΚΡΕΟΥΣΑ Να σώση την πατρίδα του εσκότωσε της κόρες. ΙΩΝ Και πως εσώθης μόνο εσύ από της αδελφές σου; ΚΡΕΟΥΣΑ Είχα παιδί στην αγκαλιά, κ' είχα μητέρα γίνη. ΙΩΝ Αλήθεια τον πατέρα σου πως τον κατάπιε η γη;
Θησαυρίζει, καλοζή, χτίζει σπίτια και πύργους, προικίζει κόρες, ως κ' επίτροπος γίνεται! Όπου πατήση, φυτρώνει μυρσίνη· τι λέγω μυρσίνη! Κλήματα φυτρώνουνε φορτωμένα σταφύλι, μηλιές φυτρώνουν και πορτοκαλλιές, ζωή κι ομορφιά φυτρώνει όπου πατεί.
Το λάθος μου ήταν πως αγάπησα πολύ. Κ' οι άντρες που τους αγαπήσαμε, όταν επέρασε το καπρίτσιο τους, μας βλέπουν σα λεπρές και κρατούν τις γυναίκες τους, κρατούν τις κόρες τους, μακρυά απ' το μόλυσμα . . . Έχουνε δίκιο. ΦΛΕΡΗΣ — Γιατί με ειρωνεύεσαι, Λέλα; Είσαι κακή ... ΛΕΛΑ — Όχι δεν ειρωνεύομαι εσένα.
πούχε πενήντα μέσα του γιατάκια στην αράδα από πελεκητόπετρα, και του Πριάμου μέσα 245 οι γιοι πλαγιάζανε κοντά στα λατρεφτά τους τέρια· και για τις κόρες πάλε εκεί μες στην αβλή απ' αντίκρυ είταν ανώι και δώδεκα γιατάκια στην αράδα από πελεκητόπετρα, και του Πριάμου μέσα πλάγιαζαν οι γαμπροί κοντά στα λατρεφτά τους τέρια — 250 να! βγήκε ομπρός του η σπλαχνικιά μητέρα του, π' αγνάντια στης Λαοδίκης πάγαινε, της πιο όμορφής της κόρης, και πήγε τον αγκάλιασε και τούπε με λαχτάρα «Παιδί μου, τι ήρθες κι' άφηκες τη λύσσα του πολέμου; Αχ οι καταραμένοι οχτροί πολύ σας τυραγνούνε 255 γύρω στη χώρα, κι' η καρδιά εδώ σε στέλνει εσένα στο Δία, απάνου απ' το καστρί, τα χέρια να σηκώσεις.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν