Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
Αυτός ήτον ο αμαξάς εκείνης της καρρότσας, που είχα ιδεί να στέκη απ' έξω εκεί. Κατάλαβα τι έτρεχε. Είχαν σκοπό να φύγουν όλοι τους μαζί, για κανένα περιβόλι, κ' είχαν έτοιμο και τον αμαξά με την καρρότσα, κι' ο άνδρας μου, που έκανε και το νουνό, θα πήγαινε, καθώς φαίνεται, μαζί τους. Πριν φύγουν, ηθέλησαν σαν καλοί χριστιανοί, να βαφτίσουν το μωρό τους.
Δε θέλω όμως να μου λες πως τον αγαπώ και πως το κατάλαβα τώρα που το γράφει εκείνος. Θυμάσαι που μόλις τον έβλεπα· δε μου μίλησε στη ζωή του· έφεβγε, τραβιούνταν και μήτε συλλογίζουμουν πως μπορούσε να μ' αγαπήση... Όχι! Πάλμο, δε θέλω και δεν πρέπει. Είναι δική σου η Μοιρίτα.
« Τον ψάχνω τότε 'ς την καρδιά... » Ωχ! έπαυσε να πάλλη! » Τον 'φώναξα δεν με λαλεί, » Τον 'κάλεσα δεν με καλεί, » Τότ' έγεινα άλλη για άλλη. « Αχ!..τότε τον κατάλαβα. » Πώς ήτον σκοτωμένος. » Τον άφησα 'ς την ερημιά. » Και τρέχω ναύρω το φονιά· » Μα ο φονιάς κρυμμένος.»
«Τότε, μου γράφει ένας φίλος, ο Π. Βλαστός, νόμιζα ακόμη σωστή την περίφημη θεωρία «της μέσης οδού». . . Έπειτα μελέτησα κ' είδα την Αλήθεια από πιο κοντά και κατάλαβα πως είναι κι αυτή — σαν όλες τις μεγάλες θεές — πολύ πιο όμορφη με τη μαρμαρένια της γύμνα — χωρίς τους πέπλους και τα φακιόλια και τους κορσέδες του συβιβασμού. Τι σκοπούς έχω; Όλους. Πολύ θα πήτε.
Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Ω! Αυτό δεν σημαίνει. Λ έ λ α. Πώς! δεν σημαίνει; Δεν σκέπτεσθε, υποθέτω, να διαλύσετε τους αρραβώνας της με τον άλλον και...τώρα που έγεινε κληρονόμος. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Απ' εκείνα που κατάλαβα θα τους διαλύση μόνη της. Αυτόν τον έπερνε μόνον για τα χρήματα του. Και να σου πω, αν ο Κώστας επιμένη να μη θέλη την Πετρώφ, ας πάρη την Ελένη. Λ έ λ α.
— Κατάλαβα, του είπα, πρέπει να πάω και γω στην Κρήτη και να τα δω. Κρίμας τη λαχτάρα που σ' απάντεχα τόσον καιρό να τακούσω. — Να σου πω τι θα κάμω, αποκρίνεται ο φίλος με χαμόγελο παρηγορητικό, θα σου περιγράψω άκρες μέσες ό,τι μου πέση εύκολο, αφού και τεχνίτης δε λέγω πως είμαι. Να μη γεμίσω και το νου σου ψεύτικες ζουγραφιές.
Μια στιγμή μόνο έμεινα διστακτικός, γιατί φοβήθηκα μη μαποπάρη η θεια το Δεσποινιό, όπως ήτο θυμωμένη με τη μάνα μου. Εκεί που δίσταζα, άκουσα βήχα και κατάλαβα πως η άρρωστη ήτον στην αυλή. Πραγματικώς όταν πλησίασα, διάκρινα στα σκοτεινά κάποιο που καθόταν κάτω από την πορτοκαλιά. Ήτον πολύ ζεστή η βραδιά κιη άρρωστη είχε βγη και καθίσει έξω.
Σαν το πουλάκι καμιά φορά έρχεται ένας λόγος και βγαίνει το φως. Έτσι και γω, εκείνο το βράδυ, τα κατάλαβα όλα με μιας, τα κατάλαβα πριν καταλάβη κ' ίδια η Μοιρίτα, τα κατάλαβα στην παινεμένη τη θέση που ξάνοιξε πρώτα η ζωή μου. Μιλούσαμε σιγά σιγά και κοιτάζαμε το γιαλό. Δεν έκλαιγε πια. Και το γλυκό της, το σοβαρό της πρόσωπο με μάγεβε που το θωρούσα, μου καταπράυνε την καρδιά.
Εκεί δε, καθηλώσας τα βλέμματά του επί του εδάφους, δεξιά, έβλεπεν, ως να προσεπάθει να εξιχνιάση τι κεκρυμμένον, ενώ όπισθέν του, κάτω, επί άμβωνος, ο χόντζας έψαλλε την ασιατικήν προσευχήν του. Εξεπλάγη ο Καπετάνιος, αλλά δεν εφοβήθη. Ο δε γλυκύς εκείνος γέρων χωρίς ν' αναμένη, αρχίζει ελληνιστί μετά πραείας της φωνής: — Εδιάβασες τα χαρτιά μας — παιδί μου. Το κατάλαβα.
Υπόσχεσαι πολύ, κόρη μου, είπε, την καρδιά μιας μητέρας, και το μάτι μιας μητέρας. Κατάλαβα συχνά από τα ευγνώμονα δάκρυά σου ότι αισθάνεσαι τι είναι τούτο. Έχε για τα αδέλφια σου και για τον πατέρα σου την πίστιν και την υπακοήν μιας γυναίκας. Να τον παρηγορής. Ερώτησε πού είναι· είχε βγη έξω για να μας κρύψη την αβάστακτη λύπη που αισθάνετο· ο δυστυχής ήταν κατασπαραγμένος από τη θλίψη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν