Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025
Τι δεν μπορούσε να κάμη ένας νους που είναι καλός τρεις μέρες να τυραννιέται γράφοντας δυσκολοχώνευτους στίχους, πλέκοντας ανωφέλητα εγκώμια, ή κυνηγώντας τιποτένια ρουσφέτια, — τι δεν μπορούσε να κάμη αν ξεχνούσε τον εαυτό του, και θυμούνταν το ταλαίπωρο το έθνος που τίμιους κι αυταπάρνητους εργάτες με το λυχνάρι γυρεύει, κ' έναν δε βρίσκει!
Και σκέψου, σκέψου, εγώ έλεγα πάντα στον εαυτό μου: γιατί το έκανε αυτό ο Έφις; Μπορούμε τελικά να μάθουμε το γιατί;» «Συμβαίνουν αυτά!
Δεν αισθάνεσθε ότι απατάτε τον εαυτό σας, ότι καταστρέφεστε εκούσια; Γιατί λοιπόν, Βέρθερε, εμέ ίσια ίσια; εμένα που ανήκω σ' άλλον; ακριβώς εμένα; Φοβούμαι, φοβούμαι πολύ πως μόνο το αδύνατο του να με αποκτήσετε σας κάνει να με επιθυμήτε με τόση ορμή. — Έβγαλε ο Βέρθερος το χέρι του από το δικό της και την κύτταξε με ένα μάτι απλανές και δυσαρεστημένο. — Σοφά! πολύ σοφά! εφώναξε.
Μία ψυχή ωραία, αγνή, ευγενής, εξόχως ηθική, εις την οποίαν όμως λείπει το σθένος, οπού αποτελεί τον ήρωα, πίπτει από το βάρος, το οποίον δεν δύναται ούτε να βαστάση ούτε να αποβάλη· όλα τα καθήκοντα είναι ιερά δι' αυτήν, τούτο μόνον το καθήκον της είναι δύσκολον. Καλείται να εκτελέση το αδύνατον, όχι το αδύνατον καθ' εαυτό, αλλ' ό,τι εις αυτήν είναι αδύνατον. GOETHE Wilhelm Meister.
Μέσα μου μεγαλώνει ένας πόθος δυνατότερος παρότι το συναιστάνουμαι. Είναι ο ίδιος πόθος που έκαμε τη γυναίκα μου να φωνάξη, άμα βεβαιώθηκε πως θα πεθάνη το παιδί της: «Δεν πρέπει να πεθάνη. Το ξέρω πως δε θα πεθάνη.» Με τον ίδιον τρόπο λέω τώρα και γω στον εαυτό μου: «Δε θέλω να τη χάσω. Πρέπει να ζήση στο πείσμα όλων.» Δε βλέπω πως προσπαθώ το αδύνατο.
«Πονηρός είσαι αληθινά, δεν είσαι ματαιολόγος• ποίον λόγον εσοφίσθηκες να βγάλης απ' τα χείλη! μάρτυς μου η γη και ο ουρανός πλατύτατος επάνω, και της Στυγός τα ρεύματα, 'που χύνονται 'ς τον Άδη, 185 οπού 'ναι πρώτος και φρικτός των αθανάτων όρκος, ότι κακό δεν μελετώ ενάντια σου κανένα• αλλ' όσα θα εστοχάζομουν, αν όμοια μ' είχε ανάγκη, για τον εαυτό μου, αυτά νοώ και αυτά σε συμβουλεύω. ότι κ' εγώ προαίρεσιν έχω αγαθήν και τρέφω 190 μέσα καρδιάν ελεητική και όχι σιδερένια».
Το ίδιον δε και περί της ιδέας. Διότι, αν τυχόν υπάρχη έν αγαθόν κοινώς αποδιδόμενον ή κανέν χωριστόν καθ' εαυτό, είναι φανερόν ότι δεν ημπορεί να επιτευχθή ούτε και να αποκτηθή από τον άνθρωπον. Και όμως ημείς τόρα κάτι τι παρόμοιον ζητούμεν.
Και τω όντι, η πορεία των νόσων ομοιάζει τρόπον τινά με την φύσιν των ζώων, διότι και η σύστασις των ζώων έχει περίοδον ζωής προσδιωρισμένην διά τα ιδιαίτερα είδη , ομοίως δε έκαστον ζώον καθ' εαυτό έχει εκ φύσεως μοιραίον χρόνον ζωής εξαιρουμένων των αναποφεύκτων παθημάτων.
Μα το στόμα της έκανε μια καμπύλη σαν κλάμα και δεν καταλάβαινες πως γέλαγε παρ’ απ’ τη γλύκα που φώλιαζε σε κάτι λακκάκια και μέσα στις γωνιές των χειλιών της κι απ’ τα μαργαριτάρια που φέγγριζαν ανάμεσα στων χειλιών της τα υγρά κι ανοιγμένα ανθόφυλλα. . . Κι ο Νίκος έσκυβε απάνω στα μαλλιά της: το πρόσωπο του ήτονε χλωμό σα να φωτιζόταν από μέσα και στη χλωμάδα αυτήν τα μάτια του ξεχώριζαν ακόμα πιο σκούρα μες τα ματόκλαδα, σα βαθύ νερό σκιασμένο από κλαριά... . . Κάθε φορά που την άρπαζε τη Λιόλια σαν απ’ τον εαυτό της χαμένη στην αγκαλιά του, έσφιγγε τα χείλια του για να μην πετάξη η άχνα της ψυχής του, ξεροκατάπινε με το καρύδι πηγαινοερχάμενο από κάτι αλάλητο που τούκανε το σάλιο κόμπο και τούκλεινε το λαιμό, έρριχνε πίσω το κεφάλι, σάμπως να του ταρπάζη ο πόθος αποπίσω, στα δυο του τα χέρια, και να του το γύριζε τανάστροφα φιλιώντας του το στόμα. . . « Παντεσπάνι ! Παντεσπάνι ! » -φωνάζανε μερικοί πούχανε βαρεθή πια να περιμένουν την πόλκα να τελειώση για να βρουν κι αυτοί ντάμα.
Δεν έβλεπα την ώρα να φτάσω στην Ελλάδα· Άμα φτάσω, έλεγα, είχα δεν είχα παράδες θα την έπαιρνα. Θα εχρέωνα το παλιόσπιτο! Ευγνωμοσύνη άμετρη αισθανόμουν για τη σωτηρία μου κ' έλεγα τον εαυτό μου χρεοφελέτη και ήθελα να την βαρυπληρώσω. Έστειλα γράμμα της θείας της από την Πόλη και της έλεγα να ετοιμασθούν για τον γάμο και πλακώνω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν