United States or Ghana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κάθε μέρα μάλιστα γίνουνταν πιο δυνατή, πιο ωραία, πιο κανονική· στρώννουνταν η γραμματική της, ξεφορτώνουνταν κάτι περιττοσύλλαβα που της έμνησκαν ακόμη, και της έβλεπες πάντα περισσότερη ενότητα κι αρμονία. Καλητέρεβε και πήγαινε. Πώς να μην προδέψη, αφού πρόδεβε ο λαός κ' ήξερε που μ' αφτή του τη γλώσσα θα νικήση; Τη μιλούσε και θυμούνταν πως είναι Γραικός.

Είπε, και με το χέρι του στριφοκλωθάει και ρήχνει 130 οχ τα ουράνια τη Λωλιά, κι' αφτή σε λίγο φτάνει ως στα μετόχια των θνητών. Αφτή θυμούνταν πάντα και στέναζε, όταν έβλεπε το λατρεμένο γυιό του που τον βασάνιζε ο Βρυστιάς και δούλεβε σα σκλάβος.

Στίχων που είχαν διπλή σημασία για τους θεατές, γιατί θυμούνταν τις τελευταίες λέξεις που φώναξε η μητέρα του Ριχάρδου από πίσω του, όταν εκείνος εβάδιζε προς το Bosworth: «Γι αυτό λοιπόν νάχης την πιο πικρή κατάρα μου, που την ημέρα της μάχης να σε κουράση περισσότερο κι από την πλήρη πανοπλία που φορείς».

Μέσα στο τρομασμένο ξύπνημά της θυμούνταν πολύ καλά, πως όταν της έδωσε το ύστερο φιλί, από πολύωρο ξεφάντωμα, όπως κάθε νύχτα, είδαν κ' οι δυο μαζί μέσ' απ' τα γυαλιά και τις κουρτίνες του παραθυριού ν' αχτινοβολούν τ' αστέρια. Τα είδαν και ξαναφιλήθηκαν. Γαλήνη γαλανή είταν χυμένη έξω, γαλήνη αγάπης και ευτυχίας μέσα στη μικρούλα κάμαρα.

Και μέσα σ' όλην αυτή την παραζάλη θυμούνταν πάντα και την Υπατία και της έγραφε γράμματα πατριωτισμό και ξαποφασιά γεμάτα.

Γράφει αμέσως του Γελίμερου ο Ιουστινιανός και διαμαρτυριέται, ο Γελίμερος όμως τον έβρισε αντίς να τραβηχτή. Στο μεταξύ είταν τελειωμένος ο περσικός πόλεμος, γυρισμένος κι ο Βελισάριος. Γίνεται συβούλιο, κι ο αυτοκράτορας γύρευε φυσικά εκστρατεία, για να βοηθήσουν τάχα τη χριστιανωσύνη στην Αφρική. Κάμποσοι σηκώθηκαν τότες κ' εναντιώθηκαν, και μάλιστα όσοι θυμούνταν την καταστροφή του Βασιλίσκου.

Έναν καιρό θυμούνταν Βολές βολές 'στό σκάρο τους τα περασμένα χρόνια Κ' έλεγαν της Τζαβέλενας, του Μάρκου τα τραγούδια, Και τα κλαριά, ανετρίχιζαν, δακρύζαν αίμα οι βράχοι Πέρα και γύρου όπ' άκουγαν για τους παλιούς των φίλους.

Οι μικροπολίτισσεςαχ! τι άσκημα που το λέω! — αι μικροπολίτισσαιόχι δα! έκαμα πάλε λάθοςαι μικροπολίτιδες λίαν εγοητεύοντο , και την ώρα που τους άκουγαν και κατόπι, που θυμούνταν τα λαμπρούτσικά τους τα λόγιανα το πούμε όπως πρέπει, λίαν εγοητεύοντο και ακούουσαι και ακηκυίαι . Οι μικροπολίτες έγραφαν και μιλούσαν όλη μέρα. Συχνά δεν καταλάβαινε ο ένας τον άλλονα.

Αφτά θυμούνταν κι' έχυνε πικρά και μάβρα δάκρια, ώρες στη ράχη πλαγιαστός ή στο πλεβρό γυρμένος 10 ώρες τ' απίστομα. Άλλοτες σηκώνουνταν περπάταε άσκοπα στ' ακρογιάλι ομπρός.

Βαριεστημένος ο κόσμος από το μεγάλο τον πόλεμο του 66, που τονε θυμούνταν ακόμα, που τάννοιωθαν ακόμα τα φοβερά του σημάδια, που μόλις τώρα και μερικούς χρόνους άρχιζαν κ' έδιναν καρπό ταναβλαστημένα τα λιόδεντρα, όσα είχαν κοπή, έτρεμαν όλοι τους μην τύχη και ξεσπάση τίποτις ταραχή σε καιρούς που έπρεπε να δουλέψουν και να οικονομήσουνε για πιο καλορρίζικες ώρες.