Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Και να διαλαλήσης στο χωριό πως με το ηλιόγυρμα οι χωριανοί να κλειώνται στα σπίτια τους συφάμελοι για τρεις ημέρες. Ο Μπέης και η Μπέησα στην αρχή δεν ήθελαν με κανένα τρόπο να φύγουν και ν' αφήσουν μοναχή τη θυγατέρα τους. Μα ο γέροντας επίμενε ακλόνητος στον λόγο του. — Αν δεν θέλτε είπε· αφήστε την να πεθάνη. Τέλος έφυγαν οι γονέοι και ο γέροντας έμεινε ολομόναχος με την ομορφονιά.
— Έγνοια σου, μωρή, της λέει ο στρατηγός, έχω και για 'σένα π. . . Μη θυμώνεις. Κάποτε 'σ τα 1825, 'σ την εκστρατεία της Μεσσηνίας, μάλλωσε με τον Κουντουριώτη και του είπε· — Ωρέ, Κουντουριώτη άκουγα και νόμιζα θα είναι όλο γιομάτο μυαλό το κεφάλι σου. Εσύ όμως έχεις τόσο μυαλό, όσο έχω 'γώ σπόρο 'σ τ' α . . . μου!
Μετά τον πρώτον ακούσιον λυγμόν της, δεν είχεν εκβάλει πλέον άλλην φωνήν. — Τι! . . . πέθανε το παιδί; . . . Βρε! . . . έκαμεν ο Κωνσταντής, μείνας με ανοικτόν το στόμα. Είτα προσέθηκε· — Για ταύτο έβλεπα κάτι ανάποδα όνειρα, ζάβαλε! . . . Η Δελχαρώ, ανακύψασα προς στιγμήν από του λίκνου, συνέχουσα τους λυγμούς της, είπε·
Ούτος δε τον υπεδέχθη μετά φαιδρότητος. — Και πώς δεν σε είδαμε ψες, τω είπε· τι έγεινες; Μας εκάκιωσες; Το σημείον τούτο της ευπροσηγορίας ήρεσεν εις τον ξένον, και προσεπάθησε να κρύψη την χαράν του. Πριν ή απαντήση εις την ερώτησιν του Γύφτου, απήντησεν εις εαυτόν. — Θα τον καταφέρω, είπεν ενδομύχως, βαθύτατα, εις τον πυθμένα της συνειδήσεώς του. Ακολούθως απήντησε μεγαλοφώνως·
Και συγχρόνως στρέψας προς ημάς είπε· Πόσον φιλόφρων είναι ο άνθρωπος αυτός· και εις όλου του καιρού αυτού το διάστημα μ' επλησίαζε, και συνωμίλει κάποτε μαζί μου και ήτο ο καλύτερος άνθρωπος και τώρα με πόσον γενναίαν καρδίαν με κλαίει. Αλλ' έλα λοιπόν, Κρίτων, ας υπακούσωμεν εις αυτόν και ας φέρη κανείς το δηλητήριον, εάν έχη τριφθή· εάν δε όχι, ο άνθρωπος, ας το τρίψη.
— Αφ' ου είπεν αυτά ο Πρόδικος, πάρα πολλοί από τους παρευρισκομένους τα παρεδέχθησαν· έπειτα δε από τον Πρόδικον, ο σοφός Ιππίας είπε·
Ζευ πάτερ! είπε· συγχώρησόν με, ότι έλαβον το θάρρος να ταράξω την εορτήν σου απρόσκλητος και απροσδόκητος, και να παραβώ την ολύμπιον εθιμοτυπίαν, εισάγων θνητήν εις δώματα αθανάτων.
Ο δε Αρχίδαμος ενθαρρύνων αυτούς είπε· «Παραδώσατε εις ημάς τους Λακεδαιμονίους την πόλιν και τας οικίας σας και αποδείξατε τα όρια της χώρας σας και αριθμήσατε τα δένδρα και ό,τι άλλο υπάγεται εις απαρίθμησιν· σεις δε αποχωρήσατε όπου θέλετε ενόσω διαρκεί ο πόλεμος. Άμα δε ούτος παρέλθη, θέλομεν, σας αποδώσει όσα παρελάβομεν.
Ιδών αυτόν ο σιδηρουργός ότι εθαύμαζε, διέκοψε την εργασίαν του και τω είπε· «Πόσον θα εξεπλήττεσο, ω ξένε Λάκων, εάν έβλεπες εκείνο το οποίον είδον εγώ, αφού τώρα η τέχνη του σφυρηλατείν τον σίδηρον σοι προξενεί τόσον θαυμασμόν; Ήθελα να κατασκευάσω φρέαρ εις την αυλήν ταύτην· κατεγινόμην δε να σκάπτω, ότε το εργαλείον μου εκτύπησεν εις φέρετρον μακρόν επτά πήχεων.
Αλλ' η σκαμπαβία απείχε τώρα από τον όρμον, προς ον έπλεε, τον τριπλούν του δρόμου όσον απείχεν η βαρκούλα. Και αν η πρώτη είχε τριπλήν δύναμη κοπών, είχεν όμως και πενταπλούν όγκον και τριπλάσιον βύθισμα. Ο Μαθιός είδεν εγκαίρως την στροφήν την οποίαν έκαμεν αιφνιδίως η σκαμπαβία, και υπέδειξε το πράγμα εις την σύντροφόν του. — Κύτταξε, είπε· μας κυνηγούν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν