Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Ιουνίου 2025
Είπα να του παίξω καμμιά δουλειά, ν' αφήσω μια το σκοινί, που να του φανή ο ουρανός σφοντύλι... να σου τον φτιάσω εγώ κοπανιστή... Μα ας έχη χάρι, λυπήθηκα το γάλα του κυρ- Αναγνώστη, ει δε μη, ένα τσομπανόπουλο ολιγώτερο, ένα περισσότερο, θελά χάση, κατάλαβες, η Πόλι...
Ό,τι χώνεψα όλη μου τη ζωή, ζωντάνευε τώρα μέσα μου και μου στεκότανε μολύβι στο στομάχι Ψαρεύοντας με τη φελούκα στ' ακρογιάλια, ναπαντήσω το ψωμί μου — τι να σου κάνουνε δώδεκα δραχμές σύνταξι; — αυτά συλλογιζόμουνα ολημέρα. Δε μ' έφτανε η κακομοιριά του κόσμου· είχα και την γκρίνια της γυναίκας μου. Μια ζωήν ολάκερη ζήσαμε αντάμα. Λόγο κακό δεν της είπα. Όσο της κουβαλούσα καλή ήτανε κι' αυτή.
Πώς, είπα, και δια ποίον λόγον; Εκείνος επεχείρησε να μου δώση εξηγήσεις, αλλ' ο Κυνικός εφώναζε τόσον δυνατά, ώστε ήτο αδύνατον ν' ακουσθή άλλος.
Το κελλίον του πάτερ Λαυρεντίου. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Την πέμπτην; Μάλλον γρήγορα μου φαίνεται; ΠΑΡΗΣ Το θέλει ο πενθερός· κ' η βία του μου έρχεται κ' εμένα. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Και ούτε την διάθεσιν της νέας δεν την 'ξεύρεις. Το πράγμα δεν μου φαίνεται σωστόν, και δεν μ' αρέσει. ΠΑΡΗΣ Δεν παύει ακατάπαυστα να κλαίη τον Τυβάλτην, και δεν της είπα δι αυτό πολλά περί αγάπης.
Κι άρχισ' ο Δάφνις δεύτερος το λιγερό τραγούδι. Απ' τη σπηληά διβαίνοντας μαζί με τα δαμάλια, μια σμιχτοφρύδα μ' είδε χθες κ' είπεν: ώμορφος πούνε! Κ' εγώ δεν αποκρίθηκα, λόγο πικρό δεν είπα, μα με τα μάτια χαμηλά τράβηξα στη δουλειά μου. Είνε γλυκό το μουγκρυτό κ' η ανάσα της γελάδας, γλυκό είνε και το πλάγιασμα στη ρεμματιά το θέρος.
Και ωμολόγησε τότε ότι είχα και πάλιν δίκαιον. — Εμπρός λοιπόν, είπα εγώ, ας το ιδούμεν αυτό. Ειπέ μου, αν υποθέσωμεν ότι κατά τύχην ασθενούσες ή το επάθαινεν αυτό κανείς από τους φίλους σου, από εκείνους τους στενούς σου και αγαπητούς φίλους, και επεθύμεις να γείνης καλά ή να γείνη καλά ο φίλος σου, θα εφώναζες τότε τον μέτριον εκείνον φιλόσοφον ή θα έστελλες να καλέσης τον ιατρόν;
Άξαφνα ακούω μια φωνή: — «Καλώς ώρισες, καπετάνιο!» — «Καλώς σας βρήκαμε». Βρε τι ήτανε εκείνο; Με χτύπησε σαν μαχαίρι στην καρδιά. Έλα Κύριε! είπα μέσα μου. Τ' είνε τούτο το κακό; Γυρίζω και βλέπω. Θαμπώσανε τα μάτια μου. Χαμογελούσε και κοκκίνιζε σαν παπαρούνα, οι άλλες βαστούσανε τα γέλια τους. Κοντοστάθηκα. «Δε με γνωρίζεις, Καπετάν Δημήτρη;» μου λέει. Λιγώθηκα.
Τι θέλετε με αυτό; Η κυρία αυτή, μία οικογενειακή φίλη, μία παλαιά φίλη, η κυρία Ζοαγέλ, είναι απολύτως υγιής, όπως και εγώ ο ίδιος. Έχει κάποιας εκκεντρικότητας αληθώς, αλλά, καθώς γνωρίζετε, όλαι αι γραίαι είναι κατά το μάλλον και ήττον εκκεντρικαί. — Σύμφωνος, είπα, σύμφωνος . . . Και οι κύριοι; Και αι κυρίαι; — Είναι φίλοι μου και φύλακες, διέκοψεν ο κ.
Ο αναθεματισμένος βουλευτής για να μας τον έχη κολλητό έως να τελείωση στη Σύρα η δημοτική εκλογή, τον άφινε να πιστεύη πως κάτι μας απομένει. Του είπα τότες εγώ πως με τες καλές συμβουλές του συνταγματάρχη απομείναμε με το ποκάμισο και δεν έχω άλλο να του δώσω παρά μόνο την κόρη μου και την ευχή μου. Δεν μου έκαμε καμμιά παρατήρησι και εξακολούθησε να έρχεται στο σπήτι καθώς πρώτα.
Και κοντά στο νου πως δε θα το νομίζανε, αν είχανε δε λέω διαβασμένα όπως πρέπει ταριστουργήματα της χρυσής μας εποχής, μα τουλάχιστο καταλάβει τη γραμματική την ίδια, καθώς την καταλαβαίνουνε στην Εβρώπη, καθώς την καταλάβαινε κι ο ελληνιστής που σας είπα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν