Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025
Εστάθη ολότελ' ανίκανος ν' ανακαλύψη τους κατοίκους, όπως κάλλιστα τόδειξε η έκθεσή του στην Πινακοθήκη των κ. κ. Dowdeswell. Δεν ήξερε πως οι Γιαπωνέζοι είναι απλώς, όπως είπα, κάποιος τρόπος για έκφραση, μια εξαίσια καλλιτεχνική φαντασία. Κ' έτσι λοιπόν, αν θέλης να έχης εντύπωση από τίποτε γιαπωνέζικο, μην κάνης σαν περιηγητής και πας στην Ιαπωνία.
Μαζεύτηκε ο κόσμος με τις φωνές σου, του είπα θυμωμένα. Τάχω ακούσει εκατό φορές αυτά... Έπεσε λίγο η φόρα του, αναστέναζε μ' ένα βαθύ νόημα και ξαναείπε σιγαλά τώρα: — Και πώς τα καλοπερνάτε εδώ; Τελείωσε από κει που έπρεπε ν' αρχίση.
Και προς αυτόν απάντησες, ω Εύμαιε χοιροτρόφε• «Και τούτο ευθύς ενόησες, και εις όλα γνώσι δείχνεις. αλλ' ας σκεφθούμε τώρα εδώ το πράγμα πώς θα γείνη. ή πρώτος εις τα υπέρλαμπρα παλάτια θα πατήσης 275 προς τους μνηστήραις μόνος σου, κ' εγώ θα μείν' οπίσω• ή, αν θέλης, κοντοστάσου εδώ, κ' εμπρός εγώ πηγαίνω, αλλ' έξω μην αργής πολύ, μη κάποιος σε κτυπήση ή σε βαρέση, άμα σ' ιδή• και ό,τ' είπα συλλογίσου».
Απ' ομιλία σ' ομιλία μ' αυτόν, και με το «πούθε είσαι» και «πούθε είμαι», γνωριστήκαμε πατριώτες! και τι πατριώτες; Χωριανοί! Είταν ο Κώστας της γειτόνισσας μας της Γιώργαινας! Κι' όταν του είπα, πως είμαι της Μήτραινας του Ζώτου παιδί με κύτταξε καλά καλά, και μου είπε: — «Μωρέ συ είσ' ο Γιάνν'ς ή το φάντασμα τ';» — «Εγώ! όλος κι' όλος!»
Είπα λοιπόν και τον λόγον τούτον τον οποίον κοινώς και οι Έλληνες και οι βάρβαροι λέγουσι.
Ήλθεν η ιδία διά να μου ανοίξη· μα αντίς να με δεχθή με χαράν και αγαλλίασιν, που έπρεπε να της προξενήση το γύρισμά μου, άρχισε να φωνάζη μεγάλως ευθύς που με είδε. Πώς λοιπόν τότε της είπα, η θεωρία μου σου προξενεί φόβον· οι οφθαλμοί σου δεν με γνωρίζουν; ημπορώ εγώ να εμεταβάλθηκα τόσον, που να μη με εγνώρισες; κράξε ευθύς τον αδελφόν μου διά να μιλήσω με αυτόν.
Ο Τριστάνος σας μηνάει ότι θάναι κρυμμένος στο δρόμο μέσα στα βάτα. Σας μηνάει να τον λυπηθήτε. — Είπα. Ούτε πύργος, ούτε φρούριο, ούτε διαταγή βασιλική θα μ' εμποδίσουν να κάνω το θέλημα του φίλου μου».
Η Μαριανθούλα τότε πετάχτηκε από τον τοίχο, που στέκονταν, και ρίχτηκε στην αγκαλιά της βάβως της, κι' αφού την αγκάλιασε και τη φίλησε γλυκά, της είπε: — Μη βαβούλω μου, κλαις και μη λες τέτοια λόγια! Μη λες πως θα πεθάν'ς!... Εγώ δε θέλω να πεθάν'ς!.. Η γριά την έσφιξε στην αγκαλιά της και της είπε: — Καλά ψυχή μ'! Καλά χαδιάρα μ'! Δεν πεθαίνω. Σου είπα πότε θα πεθάνω.
Εγώ είμαι αθώος! Αυτό σας το απέδειξα· φως φανερόν σας είπα το ποιος και πώς σας έπαιξε, τι μέσα, τι απάτην· τα πάντα σας εξήγησα εις τρόπον που καθένας όσον κι' αν έχη 'λίγον νουν, 'μισήν ψυχήν κι' αν έχη να 'πή: Αυτά τα έκαμεν ο Βάγκος! Α’ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Μας τα είπες. ΜΑΚΒΕΘ Επήγα και μακρύτερα.
Προς τι τ’ αστέρια τ’ ουρανού, ο ήλιος το φεγγάρι, Τα δάση απάνω στα βουνά, τα λούλουδα στους κάμπους, Αν μάτια δεν υπάρχουνε μ’ αγάπη να τα βλέπουν; Προ τι τ’ αηδονολάλημα, κι’ ό, τι λογής τραγούδι, Αν δεν υπάρχη η ακοή γλυκά να τ’ απολάψη; Προς τι το γάργαρο νερό της δροσερής βρυσούλας, Αν δεν υπάρχη για να πιή το διψασμένο στόμα; Προ τι τα τριαντάφυλλα τα μύρα της Ασίας, Αν δεν υπάρχη άνθρωπος την ευωδιά να παίρνη; Προς τι τα νειάτα τα γλυκά και τ’ άρρητά σου κάλλη; Αν ένας νιος δεν τα χαρή, σαν το λεβέντη Γιάννο; Κι’ η Μάρω βαρυοστέναξε, πο την καρδιά της μέσα Και λέγει στην αρχόντισσα, και λέει στην προξενήτρα : —Ό, τι κι’ αν σου είπα, αρχόντισσα, είναι καθάρια αλήθεια.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν