Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025


Ε’ ΓΥΝΗ Μα το ξυράφι πέταξα από το σπίτι πέρα, και τρίχες άφησα κ' εγώ στο σώμα μου να βγάζω, που, όσο είνε δυνατό, γυναίκα να μη μοιάζω. ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Έχετε και τα γένεια σας, που όταν θα μπορέσουμε να συναχθούμε, είπαμε πως όλες θα φορέσουμε; Δ’ ΓΥΝΗ Ωραία γένεια έφτιασα κ' εγώ, μα την Εκάτη! Ε’ ΓΥΝΗ Κ' εγώ πολύ καλήτερα κι' από του Επικράτη. ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Και σεις τι λέτε;

Θα ήταν απαράλλαχτη, αν δεν είχαμε μνημονικό οι άνθρωποι, κι αν ξεχνούσαμε ολότελα. Πρέπει να μάθουμε να ξεχνούμε. Είναι πολύ όμορφο εκείνο το «Κι όποιος δούλος σας θα γίνη...» στο τέλος της στροφής. Αλλά και τι δεν είναι όμορφο και δυνατό και σκληρό στο στόμα του Γύφτου; Σαν κ' εμάς είν' η φυλή σας· δε θαράξη πουθενά! Κάθε «Λόγος» του ποιήματος είναι ένα ολάκαιρο και ξεχωριστό ποίημα.

Κάθησα πολλή ώρα με το γράμμα αυτό στο χέρι και το κύμα της τρυφερότητας, που με πλημμύριζε, είτανε τόσο δυνατό, ώστε έπνιξε όλα τα ρωτήματα και μ' έκαμε να γυρίζω μέσα στο συνηθισμένο μου κόσμο, όπου δε φαινότανε πως είχε αλλάξει τίποτε, μ' έκαμε να γυρίζω με το συναίστημα πως είμουνα το βασιλόπουλο του παραμυθιού, που είχε φτάσει με τα φτερά του μαϊστραλιού στο νησί της ευτυχίας.

Και θα της είναι τριπλά φοβερότερο κοντά σε όλα αυτά να θλίβη τον άνθρωπο, που αγαπά περσότερο απ' όλα στον κόσμο και να μην της είναι δυνατό να κάμη τίποτε για να του αλαφρώση τον πόνο. Κάποτε κάθεται και με κοιτάζει, άμα νομίζη πως δεν το παρατηρώ και τότε παίρνει το πρόσωπό της μια τέτοια έκφραση απελπισιάς, που μου ξεσκίζει την καρδιά.

Είστε σεις; είπεν ο διοικητής. — Αυτό δεν είναι δυνατό! είπε ο Αγαθούλης. Πέφτουνε κ' οι δυο ανάσκελα· μετά αγκαλιάζονται, χύνουνε ποταμούς δάκρυα. — Πώς! είστε σεις λοιπόν, αιδεσιμώτατε πάτερ, ο αδερφός της ωραίας Κυνεγόνδης! Σεις, που σας σκοτώσανε οι Βούλγαροι! Σεις ο γυιός του κυρίου βαρώνου! Σεις Ιησουίτης στην Παραγουάη! Πρέπει να ομολογήσουμε πως αυτός ο κόσμος είναι παράξενο πράγμα!

Καιρός μας είταν κάποιο δυνατό χέρι να μας συμμαζέψη και να μας γλυτώση από το φοβερό το φάγωμα, φάγωμα ο ένας με τον άλλον πια όχι, μα το φάγωμα από τα λιμασμένα ταγρίμια που μας παραμόνευαν ολοτρόγυρα.

Βουλή μου ήρθε, κι' όρεξι στη λύρα μου ν' αρχίσω, Του Αίσωπου τους ήρωες να γλυκοτραγουδήσω. Με λόγους ζώων αλόγων, αψύχων παροιμίαις, Σ' αυτό το λογικώτατο να δώκω νουθεσίαις. Ω Φαντασία ζωντανή, που στα μυαλά φωλιάζεις· Κι' οπού με χέρι δυνατό κρατάς και τα υποτάζεις. Οπού σοφών και παλαυών εσύ το νουν ορίζεις, Τους στοχασμούς τους, κυβερνάς· τα έργα τους διορίζεις.

Σ' αυτό απάνω έπεσε το μάτι της στον καθρέφτη της ταμπακέρας, πούχε ο Γιάννης τον καπνό του, και της φάνηκε, ότι είδε ένα ξένο πρόσωπο μέσα. Γύρισε να ιδή και δεν βλέπει κανέναν άλλον ξένον μέσα στο σπίτι. Τρόμαξε. Είταν αυτή μέσα στον καθρέφτη; Μα πώς είταν δυνατό!

Θυμώνταν όταν το ξεκίνησε γαμπρό με δυνατό ψίκι, θυμώνταν όταν το πρωτοξεκίνησε για την Ξενιτειά την έρημη και τη φλογισμένη. Τα θυμώνταν όλα, όλα. Όλη η ζωή του καθρεφτίζονταν μέσα στη μνήμη της καημένης της μάννας σαν πως καθρεφτίζονται μέσα στα κατάργυρα νερά της λίμνης τα βουνά κι' οι ράχες, που στέκονται ολόγυρά της.

Μπορούσε να μ' αγαπά γιατίσα να μου είτανε δυνατό νακολουθώ τους στοχασμούς της, που είτανε χωρισμένοι από τους δικούς μουμου φαινότανε πως τη βασάνισα χωρίς τη θέλησή μου και μου φαινότανε πως το αιστανότανε κι αυτή, αν και προτήτερα δεν ήθελα να το πιστέψω πως το αιστάνεται. Μα στο ρώτημα αυτό δεν έμελλε να μου δοθή απάντηση.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν