Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025
Πόσο βαρύ καλά να ξέρης το αληθινό που ανήμπορο να σε βοηθήση κ’ είναι συνάμα βλαβερό. Ξεχνώντας όμως ό, τι καλά δεν ήξερα ήλθα εδώ πέρα° τέτοιαν αλλοιώς δεν θα ’χα εγώ τόλμην ο μάντις. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Τι να συμβαίνη κι άθυμος μας ήλθες, μάντι; ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Στο σπίτι μου να ξαναπάω άσε με, Οιδίπου. Τη δυστυχία καλύτερα θενά υπομείνης, κ’ εγώ πάλι καλύτερα την εδική μου.
Μον σύρε εσύ στην εκκλησά της σεβαστής Παρθένας, κι' εγώ τον Πάρη πάω να βρω και ναν τον κράξω, αν θέλει 280 και να μ' ακούσει μια φορά... έτσι π' αφτού ν' ανοίξει η Γης και ναν τον καταπιεί! Γιατί ο μεγάλος Δίας στον κόσμο μάς τον έστειλε για δυστυχιά και πίκρες των Τρώων και του βασιλιά κι' εμάς των αδερφών του.
Βάσκανος δαίμων του επανέφερεν εις την απαίσιαν εκείνην ημέραν ίνα του δηλητηριάση τας γλυκείας στιγμάς, ας ήθελε και αυτός διέλθει την παγκόσμιον εκείνην χριστιανικήν παραμονήν, την παραμονήν του Πάσχα. Καλής, αλλά καταστραφείσης οικογενείας υιός, ο Κλέων είχε διέλθει πολύ πικρά παιδικά χρόνια. Ανετράφη εν τη δυστυχία και ταις στερήσεσι.
Και όταν φάνηκε να τα έχει πει όλα, όλη την περασμένη δυστυχία, όλη τη λάμψη που υποσχόταν το μέλλον, τότε μίλησε κι εκείνη, αλλά σιγά, ανασηκώνοντας μόλις τα μάτια, σαν να μιλούσε μόνο με αυτά. «Μην το σκέφτεσαι τόσο Έφις, μην ανακατεύεσαι περισσότερο στις δικές μας υποθέσεις.
Ό,τι φέρνει η ώρα δεν το φέρνει ο χρόνος. Ναυτικός άνθρωπος, γεμιτζής τόσα χρόνια, μαθημένος στο πέλαγο, στην απλοχωριά, ψημένος στις φουρτούνες, στενόκαρδος πάντα στη στερηά και στα βάσανα του κόσμου, τι την ήθελε την ιερωσύνη; Να παλαίβη με τη δυστυχία του κόσμου, να ζη με τα βάσανα της κακομοιριάς, να παραστέκεται στις συμφορές των ανθρώπων, να βλέπη την Κόλασι μπροστά του μέρα και νύχτα, στη ζωή και στο θάνατο.
« Όταν η μήτηρ ευτυχή, όλοι συνευτυχούμεν, » Και όταν ήναι ένδοξος, όλοι συνευδοξούμεν. » Αλλ' όταν πέση εις αυτήν σκότος και δυστυχία, » Φευ! άδοξα και δυστυχή είναι και τα παιδία! » Η δόξα λοιπόν των συμπολιτών μας αντί να φαρμακεύη, απ' εναντίας ας ευφραίνη την καρδίαν ημών· διότι συνήθως η δόξα ολίγων ατόμων αποτελεί την δόξαν και την ευδαιμονίαν ολοκλήρου του έθνους.
Πήγε να μπήξη τις φωνές εκείνη. Ο Βαγγέλης της έφραξε το στόμα με το χέρι, μα έτρεμε ολόσωμος κ' εκείνος. Δεν τον περιμένανε τόσο γρήγορα. — Τι κάνεις εκεί; Για το Θεό! τσιμουδιά! Ζυγώσανε κ' οι δυο στο κρεββάτι. Ο άρρωστος άνοιξε τα μάτια του θολά και σαστισμένα σαν να μην ήξερε πού βρίσκεται — Δε γνωρίζει!... άσπρισε το μάτι του!... — Αλλοίμονο! Δυστυχία μου!
Έρριξα μια πεντάρα στο δίσκο του, γιατί η χαρά κ’ η βοή του κόσμου μούφερνε μια παράξενη θλίψη στην ψυχή και ζητούσα να πάρω μιαν αχτίδα χαράς απ' τη δυστυχία του ζητιάνου. Ο ζητιάνος με κύτταξε με αδιαφορία, χωρίς να μ' ευχαριστήση καθόλου, κ' η ελεημοσύνη μου φάνηκε πως του πείραξε τα νεύρα. Εγώ τον ερώτησα: — Τι κυττάζεις εκεί; Χωρίς να γυρίση να με ιδή, μου είπε: — Κυττάζω το δρομαλάκι.
Και διατί μου εσυνέβη η δυστυχία, και με έγδυσαν οι κλέπται εις την στράταν, και ευρέθηκα στενεμμένος διά να ζητήσω ελεημοσύνην διά να κυβερνηθώ προς ώρας, διά τούτο δεν είμαι αρκετός να φυλάξω μίαν γυναίκα τον καιρόν που ημπορώ να φυλάξω εκατόν; και διά τα όσα σου λέγω, αυθέντη Κατή, αν δεν με πιστεύης, ημπορείς να στείλης ένα μετζίλι προς τον πατέρα μου, που δεν είναι μακράν παρά οκτώ ημερών δρόμον, διά να βεβαιωθής διά την κάθε αλήθειαν.
Αναγνώριζε ότι δεν είχε πλέον δικαίωμα να συνεπαίρνη στην κακοτυχιά του ξένη περιουσία, με βάσανα και ίδρωτα αποχτημένη και ξένη ζωή πολυάκριβη. Όμως αυτό ήταν η μεγαλήτερη δυστυχία του. Ήρθε κ' εψυχομαράθηκε· εσούρωσε σαν τον Άρειο. Άρχισε ν' αποφεύγη όχι πλέον τους ξένους αλλά και τους δικούς του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν