Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025
Ο τρόπος και η ώρα αυτού του θανάτου ήτο η μόνη απασχόλησις, το μόνον μου βάσανον. Τέλος τα τεντωμένα χέρια μου προσέκρουσαν εις έν εμπόδιον. Ήτο τοίχος, κατασκευασμένος, ως φαίνεται, από λίθους, πολύ επίπεδος, πολύ ψυχρός και γλοιώδης. Τον διέτρεξα κατά μήκος από κοντά με τας δυσπίστους προφυλάξεις μου, τας οποίας μου επανέφερεν η ανάμνησις των παλαιών διηγήσεων.
Και ητένιζεν αυτήν με βλέμμα φοβισμένον, αισθανομένη καθ' όλον αυτής το σώμα την ανατριχίασιν εκείνην του βλέποντος προ αυτού οστούν φοβερού θηρίου. Ευθύς η φαντασία της επανέφερεν εις αυτήν την ημέραν κατά την οποίαν αναισθητούσα σχεδόν, έπεσεν εις τας αγκάλας του Μήτρου.
Αλλά πριν ή ο στρατός διανύση το πέμπτον της οδού, εξηντλήθησαν όσα τρόφιμα είχον φέρει μεθ' εαυτών· μετά τα τρόφιμα δε έλειψαν τα υποζύγια, διότι τα έφαγον. Εάν ο Καμβύσης, ιδών αυτά, ήλλασσε γνώμην και επανέφερεν οπίσω τα στρατεύματα, ήθελεν είσθαι φρόνιμος άνθρωπος, με όλον το πρώτον σφάλμα του· καταφρονών όμως πάντα ταύτα, εχώρει πάντοτε εις τα πρόσω.
Άμα δε εψηφίσθη υπ' αυτών η χάρις και η ανάκλησις, ο Θρασύβουλος μετέβη διά θαλάσσης προς τον Τισσαφέρνην και επανέφερεν εις την Σάμον τον Αλκιβιάδην, νομίζων ότι το μόνον μέσον σωτηρίας ήτο να αποσπασθή ο Τισσαφέρνης από τους Πελοποννησίους και να ενωθή με τους Αθηναίους.
Λαμπρότης και πολυτέλεια πανταχού, γραφαί και αγάλματα, τάπητες και αυλαίαι, τράπεζαι και κλιντήρες εις όλους τους θαλάμους και τας αιθούσας, αλλ' ουδαμού ψυχή γεννητής το παραδοξότερον δε πάντων ήτο, ότι όπου και αν διευθύνετο, ουδεμίαν εύρισκεν έξοδον, το δε πλανώμενον βήμα της επανέφερεν αυτήν πάντοτε εις τον αρχικόν της κοιτώνα, και τρεπόμενον εκείθεν εις άλλην διεύθυνσιν, εκεί πάλιν μετ' ολίγον επανήρχετο.
Εκείνη ήκουε τους λόγους μου τεταραγμένη και με την κεφαλήν προς τα κάτω, χαράττουσα συγχρόνως μερικάς γραμμάς διά καλάμου επί της άμμου. Έπειτα ύψωσε τους οφθαλμούς, τους εχαμήλωσε πάλιν επί των σημείων, τα οποία είχε χαράξει, τους επανέφερεν επ' εμού ως εάν ήθελε να μου απευθύνη ερώτησιν και έφυγεν αιφνηδίως ως μία Αμαδρυάς νύμφη τρεπομένη εις φυγήν επί τη θέα αγροίκου Φαύνου .
Καθήμενος επί πέτρας υψηλής, προ της οποίας έβοσκον διεσπαρμένα τα πρόβατά του, ο Μανώλης έμενεν επί μακρόν βυθισμένος εις την μαγείαν του ονείρου του, έως ου τραχύ βέλασμα τράγου, παρατεινόμενον εις τον αντίλαλον των χαραδρών, τον επανέφερεν εις την πραγματικότητα, και τα ωραία φαντάσματα έφευγαν και εξηφανίζοντο, ως στρουθία πτοηθέντα.
Η ανάμνησις τοιαύτης σκηνής, της οποίας υπήρξα μάρτυς, επήλθεν εις εμέ με όλην την δύναμιν κατά τους λόγους τούτους. Έφερα το μανδύλι στα μάτια μου, και εγκατέλειψα την συντροφιά και μόνον η φωνή της Καρολίνας, που μου εφώναζεν «ας φύγωμεν!» με επανέφερεν εις τον εαυτόν μου.
Τότε, μετανοών απετάνθη εις τον άγιον Δη μήτριον όστις επανέφερεν ευθύς την σιαγόνα του τούρκου εις την θέσιν της. Ούτος ευγνωμονών επλούτισε διά πολλών αναθημάτων τον ναΐσκον κ' έκτισεν εξ ιδίων του την γέφυραν. Και ούτω το θαύμα του αγίου εφάνη ευεργετικώτατον εις την κωμόπολιν.
Αλλά την τελευταίαν στιγμήν, αλλοκότως, μου επανήλθε πάλιν η πρώτη ιδέα . . . Να ριφθώ εις τα κύματα, προς το αντίθετον μέρος, εις τα όπισθεν, να κολυμβήσω όλον εκείνο το διάστημα έως την άμμον, και να φύγω, να φύγω τον πειρασμόν! . . . Και πάλιν δεν εχόρταινα να βλέπω το όνειρον . . . Αίφνης εις τας ανάγκας του πραγματικού κόσμου μ' επανέφερεν η φωνή της κατσίκας μου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν