United States or Croatia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν λοιπόν έβλεπα κανένα έξυπνον του διηγούμην απλώς, όπως προς σε, όσα συνέβησαν• διά δε τους ηλιθίους και τους χαζούς έπλαττα μύθους, έλεγα λόγου χάριν εις αυτούς ότι άμα ήναψαν την πυράν και ερρίφθη εις αυτήν ο Πρωτεύς, έγινε πρώτον μέγας σεισμός και ήλθεν εκ των εγκάτων της γης βοή μεγάλη, έπειτα εκ του μέσου των φλογών επέταξε γυψ και διηυθύνθη προς τον ουρανόν, φωνάζων με ανθρωπίνην φωνήν• «Αφήκα την γην και αναβαίνω εις τον Όλυμπον». Οι ακούοντες κατελαμβάνοντο υπό φόβου και τρέμοντες εψιθύριζον προσευχάς, με ηρώτων δε ποίαν διεύθυνσιν ηκολούθησεν ο γυψ, προς ανατολάς ή προς δυσμάς, και εγώ εις απάντησιν έλεγα ό,τι μου επήρχετο εις την κεφαλήν.

Ώστε, επειδή μέρη δεν μεταδίδουσιν εις άλλα μέρη την πρώτην εντύπωσιν, ήτις εις αυτά μένει ακίνητος και δεν μεταδίδεται εις το όλον ζώον, το παθόν την εντύπωσιν δεν την αι- σθάνεται. Και τούτο συμβαίνει εις τα οστά και εις τας τρίχας και εις όσα άλλα μέρη έχομεν εντός ημών, τα οποία αποτελούν- ται κατά το πλείστον εκ γης.

Κι' αφτοί όλοι αντάμα στ' άλογα το καμοτσί σηκώνουν και τα βαρούν, και σκούζοντας τους φώναζαν να τρέχουν με θάρρος, κι' όλα αβάσταχτα πετούσαν μες στον κάμπο πέρα απ' τα πλοία σαν αητοί, ενώ ως στα ύψη η σκόνη 355 κάτου απ' τα πόδια ανέβαινε σα σύγνεφο ή χαμψίνι, και με το χνώτο τ' αγεριού ανέμιζαν οι χαίτες. Κι' οι άμαξες μια αγγίζανε τη γης τη θνητοθρόφα, μια σηκωτές αρμένιζαν.

Μα τώρα πρέπει εσείς κι όποιος του λείπει ακόμη της ώρας του η ακμή κι οπού έχει πια περάση μεγάλη αξαίνοντας τη ζώρη του κορμιού του, καθένας με τα χρόνια του, καθώς ταιριάζει, να βοηθάη την πατρίδα του και των θεών της τους βωμούς, για να μη χάσουν τις τιμές τους, τα τέκνα του, τη μάννα γης, γλυκειά θροφό μας° γιατί μικρούς, που στο καλόγνωμό της χώμα σερνόσαστε, αναδέχτη της ανατροφής σας όλο το βάρος και σας τράνεψε κατοίκους ασπιδοφόρους, για να γίνετε μια μέρα τέτοιοι πιστοί σ’ αυτή της την ανάγκη.

Αυτά 'πε, κ' εγώ προς αυτήν απάντησα και είπα• «μητέρα, ανάγκη μ' έφερετον Άδη να ερωτήσω την μοίραν απ' τον παλαιόν Θηβαίον Τειρεσία• 165 τιάκραν γης Αχαϊκής δεν έχω φθάσει ακόμη, και δέρνομαι ακατάπαυτα μακράν απ' την πατρίδα, απ' την στιγμήν 'που ως οπαδός του δοξασμένου Ατρείδη να πολεμήσω επέρασατην εύιππην Τρωάδα. τώρα εις εμέ φανέρωσε, μ' αλήθεια λέγε, ποία 170 μοίρα του τεντοπλάγιαστου θανάτου σ' έχει σβύσει• ήταν αρρώστια μακρυνή; μη σ' εύρεν η τοξεύτρα Άρτεμις και σ' ενέκρωσε με τα λεπτά της βέλη; τι γίνεται ο πατέρας μου, και ο υιός οπ' έχω αφήσει; την εξουσία μου κρατούν, ή κάποιος των ηρώων 175 άλλος την έχει, και θαρρούν πως δεν θα γύρω πλέον; ειπέ μου και το φρόνημα, την γνώμη, της συντρόφου• με το παιδί μας μένει αυτή και κυβερνά το σπίτι, ή πρόκριτος των Αχαιών ήδη την πήρε νύμφη

Εις αυτό παρέδοσαν οι θεοί προς υπηρε- σίαν και όλον το σώμα, συνενώσαντες τούτο, διότι κατενόη- σαν ότι έμελλε να μετέχη όλων των κινήσεων, αίτινες θα γίνων- ται. Ίνα λοιπόν η κεφαλή κυλιομένη επί της γης, ήτις έχει Ε. | ύψη και βάθη παντός είδους, μη δυσκολεύηται εκείνα μεν να υπερβαίνη, εκ τούτων δε να εξέρχηται, έδοσαν εις αυτήν το σώμα ως όχημα και προς ευκολίαν.

Το βασιλόπουλο μεγάλωνε μέσα στα πούπουλα και μέσα στα χρυσάφια. Ο Ρήγας το πότιζε με του πουλιού το γάλα. Σκλάβοι και σκλάβες το παράστεκαν μέρα και νύχτα. Μα το βασιλόπουλο ήτανε πάντα χλωμό και αρρωστιάρικο και τα μεγάλα γαλανά του μάτια ήσαν πάντα γυρμένα κατά γης. Ο Ρήγας κάλεσε όλους τους γιατρούς από Ανατολή και Δύση.

Βαθμηδόν ανέβησαν αι σκιαί επάνω προς τα χιονοσκεπή της Σαβοΐας όρη και αυτά εχρωματίσθησαν βαθυκύανα, ενώ μόνον η υψηλοτέρα κορυφή έλαμπε σαν ερυθρά λάβα, έδειξαν μίαν στιγμήν της ιστορίας της μορφολογίας των, όταν οι όγκοι ούτοι διάπυροι υψώθησαν από τον κόλπον της γης και δεν είχον ακόμη καταψυγή . . . Ο Ρούντυ και η Μπαμπέττα εξέφρασαν, ότι δεν είχαν ακόμη ιδεί τοιούτον &ρόδισμα των Άλπεων&. Τα χιονοσκεπή όρη Νταν ντι μιντί είχον λάμψιν ομοίαν του δίσκου της πανσελήνου, όταν αυτή τον ορίζοντα αναβαίνη.

Η περιφέρεια δε της γης εκείνης θα ήτο έως διακόσια τεσσαράκοντα στάδια. Εφαίνοντο και θαλάσσια πτηνά, γλάροι και αλκυόνες, τα οποία κατεσκεύαζον τας φωλεάς των επί των δένδρων. Ευρεθέντες εις την θέσιν εκείνην εκλαύσαμεν επί πολύ• έπειτα διέταξα τους συντρόφους να στηρίξουν και στερεώσουν το πλοίον μας, εγώ δε έτριψα τα πυρεία και ήναψα φωτιάν και παρεσκευάσαμεν δείπνον με ό,τι ευρέθη.

Διά τούτο η υπερβολή των απτικών εντυπώσεων φθείρει ουχί μόνον το αισθητήριον, αλλά και αυτό το ζώον, διότι ταύτην μόνην την αίσθησιν πρέπει να έχη αναγκαίως. * Αίτινες δεν είναι πλέον διαφοραί της γης, αλλά του πυρός. Την ενέργειαν του οργάνου και ενίοτε αυτό το όργανον. Φως λίαν ζωηρόν δύναται να τυφλώση και ήχος λίαν ισχυρός φέρει κώφωσιν.